«Events, dear boy, events» («Τα γεγονότα, παιδί μου, τα γεγονότα»): είναι μια φράση που αποδίδεται στον Χάρολντ ΜακΜίλαν, πρωθυπουργό της Βρετανίας στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές της επόμενης, ως απάντηση σε ερώτημα δημοσιογράφου για το τι θα καθόριζε την πορεία της κυβέρνησής του. Ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται ότι δεν λαμβάνει υπόψη του τέτοιου είδους κουβέντες. Το τελευταίο διάστημα έχει αποδυθεί σε μια αγωνιώδη προσπάθεια καλλιέργειας εντυπώσεων και κλίματος, αγνοώντας τα γεγονότα ή έχοντας την εντύπωση ότι μπορεί να τα δημιουργήσει.
Ταξική πολιτική
Οταν αυτά βρίσκονται μπροστά του (τρομοκρατικές επιθέσεις, δραστηριότητα του υπουργού Αμυνας, φονικές πλημμύρες, δημοσκοπική καταβαράθρωση του ΣΥΡΙΖΑ, εξελίξεις στην Κεντροαριστερά), ο Πρωθυπουργός τα αντιπαρέρχεται. Ο στρατηγικός του σχεδιασμός, στον βαθμό που υπάρχει, φαίνεται ότι δεν επιδέχεται καμία τροποποίηση. Από την τακτική που ακολουθεί, συνεπικουρούμενος από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον Γιώργο Χουλιαράκη, ο κ. Τσίπρας γίνεται φανερό ότι πιστεύει πως ο κοινωνικός μετασχηματισμός, για τον οποίο μιλούσε σε ανύποπτο χρόνο, έχει συντελεστεί ή πάντως ολοκληρώνεται. Και με βάση αυτή την αντίληψη, η ηγετική ομάδα της κυβέρνησης και του υπουργείου Οικονομικών φαίνεται πως θεωρεί ότι είναι σε θέση να… διαλέξει ψηφοφόρους εν όψει της εκλογικής αναμέτρησης, η οποία αργά ή γρήγορα θα έλθει.
Η περιγραφή της ταξικής πολιτικής από την κυβέρνηση είναι πλέον απροκάλυπτη και ξεπερνά τα έως σήμερα γνωστά όρια του πολιτικού κυνισμού. Η εσκεμμένη εξόντωση της μεσαίας τάξης έχει μετεξελιχθεί σε μια προσπάθεια νέου ορισμού της με βάση τις αντιλήψεις και τις επιδιώξεις της κυβέρνησης. Και το έργο αυτό το έχει αναλάβει το δίδυμο του υπουργείου Οικονομικών.
Μιλώντας σε μια από τις αλλεπάλληλες πρόσφατες εμφανίσεις του στη Βουλή, ο κ. Χουλιαράκης ανέφερε προ ημερών: «Εμείς προσπαθούμε, στο πλαίσιο του δυνατού –και δεν είναι μεγάλο το περιθώριο -, να προστατεύσουμε τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, τα νοικοκυριά με τα χαμηλότερα εισοδήματα, ώστε η κοινωνία να βγει από την κρίση όρθια. Εχουμε ευθύνη. Εχουμε υποχρέωση απέναντι στα πιο φτωχά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Πώς το κάνουμε; Δημιουργούμε νέα εργαλεία κοινωνικής πολιτικής».
Βασικό «εργαλείο» της κοινωνικής πολιτικής είναι το τέχνασμα με την υπερφορολόγηση και τον στραγγαλισμό της οικονομίας, προκειμένου ο κ. Τσίπρας με διαγγέλματα να ανακοινώνει κάθε χρόνο τέτοια εποχή την επιστροφή κάποιων επιδομάτων ελεημοσύνης στα αδύναμα στρώματα και σε συγκεκριμένες ομάδες.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος εμφανίζει πλέον έναν νέο ορισμό για το τι θεωρεί μεσαία τάξη. Κατά τον υπουργό Οικονομικών, η «νέα μεσαία τάξη» αποτελείται από όσους κατορθώνουν να διαβιούν λίγο πάνω από το όριο της απόλυτης φτώχειας. Σύμφωνα με όσα ανέφερε στη Βουλή, σε αυτή την κατηγορία συγκαταλέγονται πλέον τετραμελείς οικογένειες με ετήσιο εισόδημα 12.000-18.000 ευρώ (από 698 έως 975 ευρώ καθαρά σε μηνιαία βάση), προς τις οποίες και θα διανεμηθεί το περιβόητο κοινωνικό μέρισμα. Προφανώς, οτιδήποτε πάνω αυτό είναι τα νέα «ρετιρέ»…
Εργαλειοποίηση της φτώχειας
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το όριο της φτώχειας είναι τα 9.450 ευρώ για νοικοκυριά µε δύο ενηλίκους και δύο εξαρτώµενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών. Επομένως, κατά την κυβέρνηση, οτιδήποτε πάνω από αυτό το όριο της απόλυτης φτώχειας βαφτίζεται «μεσαία τάξη» και της εξασφαλίζονται δήθεν παροχές, με την προσδοκία ότι θα το ανταποδώσουν στους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με την ψήφο τους.
Εχοντας επανειλημμένως δηλώσει «μαρξιστής», ο υπουργός Οικονομικών όπως και ο αναπληρωτής του φαίνεται πως εμφορούνται από τις ιδεολογικές τους εμμονές.
Κατά τη μαρξιστική θεώρηση, άλλωστε, η μεσαία τάξη είναι ένα εμπόδιο, μια ομάδα που «χαλάει τη σούπα» της ταξικής πάλης. Και η καλύτερη μέθοδος για τη διαχείρισή της είναι η εργαλειοποίηση της φτώχειας, η συμπίεση των μεσαίων σε ένα αμάλγαμα με τα φτωχοποιημένα στρώματα, η αφαίρεση κάθε δυνατότητάς τους να ανελιχθούν και να προοδεύσουν οικονομικά ή καθ’ οιανδήποτε άλλη έννοια και ως εκ τούτου ο εγκλωβισμός τους στις ελεημοσύνες της κυβέρνησης.
Πώς βλέπουν οι δημοσκόποι τις κάλπες της Κεντροαριστεράς
Κάποια «γεγονότα» φαίνεται πως δεν συμφωνούν με τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Παρά τις ξεκάθαρες προθέσεις της κυβέρνησης να δώσει μια εκλογική μάχη με τεχνητά ταξικά χαρακτηριστικά, ένα μεγάλο μέρος της εκλογικής της πελατείας του 2015 δείχνει να μην είναι διατεθειμένο να την παρακολουθήσει. Πέραν της εικόνας που περιγράφεται στις δημοσκοπήσεις, η πρώτη ασφαλής ένδειξη για μια τάση μεταστροφής του εκλογικού σώματος δόθηκε την προηγούμενη Κυριακή.
Οι 210.000 πολίτες στις κάλπες για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς αντιμετωπίζονται από τους δημοσκόπους ως μια σημαντική παράμετρος στις εφεξής έρευνές τους. Οπως συμφωνούν πολλοί από τους ερευνητές, το σύνολο αυτό, δεδομένου και ότι στη συντριπτική του πλειοψηφία επέλεξε υποψηφίους από το ΠαΣοΚ, συνιστά μια μάζα η οποία δείχνει τη διάθεση να επιστρέψει στην πολιτική της στέγη έπειτα από τη διάψευση των (όποιων) προσδοκιών της από τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Κατά τις εκτιμήσεις των δημοσκόπων και με βάση την εμπειρία από αντίστοιχες διαδικασίες, η αναλογία των τελευταίων ετών μεταξύ συμμετεχόντων σε εσωκομματικές διαδικασίες και ψηφοφόρων σε εθνικές εκλογές είναι 1/4.
Για παράδειγμα, στη διαδικασία για την ανάδειξη ηγεσίας της ΝΔ είχαν προσέλθει 404.078 πολίτες στον πρώτο γύρο και περίπου 70.000 λιγότεροι στον δεύτερο στις αρχές του 2016. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 η ΝΔ είχε συγκεντρώσει 1.526.400 ψήφους και ποσοστό 28,09%.
Υπό αυτή την έννοια, οι 210.000 στις κάλπες της Κεντροαριστεράς είναι δυσανάλογα πολλοί σε σχέση με τις ψήφους που είχαν λάβει ΔΗΣΥ και Ποτάμι το 2015. «Για το 6% του ΔΗΣΥ, η συμμετοχή των 210.000 είναι μέγεθος εξωπραγματικό» σημειώνει ένας από τους δημοσκόπους.
Με βάση αυτά και έως ότου διαμορφωθεί το νέο πολιτικό πεδίο με την ολοκλήρωση της διαδικασίας στην Κεντροαριστερά, οι ερευνητές ήδη εκτιμούν ότι είναι πιθανό να «ξαναβρούμε τα ποσοστά του ΠαΣοΚ του Μαΐου – Ιουνίου του 2012 (12-13%)».
Θεωρούν αυτή την εκτίμηση ρεαλιστική, λέγοντας ότι το συγκεκριμένο τμήμα ψηφοφόρων ήταν το πιο ανθεκτικό έναντι του ΣΥΡΙΖΑ – μετακινήθηκε αργότερα και ειδικότερα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015. Κατά τα όσα αναφέρουν οι ίδιες πηγές και έως ότου αυτό επιβεβαιωθεί από τις έρευνες, η μάζα των 210.000 πολιτών περιλαμβάνει με βεβαιότητα και «επιστροφές» από τον ΣΥΡΙΖΑ και πιθανώς να συνιστά μια δυνητική βάση ενός νέου συσχετισμού δυνάμεων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ