Σήμερα θα γνωρίζουμε τον τελικό νικητή των εκλογών στον χώρο που ας τον ονομάζουμε εδώ για λόγους συνεννόησης «Κεντροαριστερά». Εχω εδώ στο «Βήμα» («Δέκα υποψήφιοι για τρεις ρόλους», 24.10.2017) εκφράσει την προτίμησή μου στο κύμα αλλαγής αλλά και ενότητας γενεών που εκφράζει ο Νίκος Ανδρουλάκης. Οποιος/α όμως και να είναι ο σημερινός νικητής, από αύριο αρχίζουν τα πραγματικά δύσκολα για όλους όσοι στρατεύτηκαν σε αυτή την προσπάθεια. Αυτοί χρειάζεται να «ανακαλύψουν» την ελληνική Σοσιαλδημοκρατία, σε μια εποχή που η ευρωπαϊκή «ψάχνεται».
Διαχρονικά Σοσιαλδημοκρατία σημαίνει, πρώτον, παράταξη που ενδιαφέρεται για το παρόν και όχι το μέλλον ή το παρελθόν και, δεύτερον, παράταξη που διαρκώς αυτομετασχηματίζεται. Δεν κολλά στα μεγαλεία του παρελθόντος και δεν υπόσχεται κάποιο «φωτεινό» απώτερο μέλλον. Οταν, όπως σήμερα, «εμμένει» στο παρελθόν, έχει μεγάλες απώλειες.
Πώς λοιπόν έχει μετασχηματιστεί διαχρονικά η Σοσιαλδημοκρατία; Το 1895, τέσσερα χρόνια μετά το Συνέδριο του SPD στην Ερφούρτη, Συνέδριο ισορροπιών ανάμεσα στη «δημοκρατική ρήξη» του Κάουτσκι και στη «μεταρρύθμιση» του Μπερνστάιν, ακόμη και ο γηραιός Ενγκελς, στον Πρόλογό του στην επανέκδοση του δοκιμίου του Μαρξ «Ταξικοί αγώνες στη Γαλλία», μετατόπιζε το κέντρο βάρους του κόμματος από «τις οδομαχίες» προς μια πολιτική που ο ίδιος ονόμαζε «ήρεμη όσο μια φυσική διαδικασία». Η Σοσιαλδημοκρατία εγκατέλειψε τότε τη βίαιη επανάσταση. Δεν εγκατέλειψε όμως τον «τελικό στόχο» που ήταν η κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής και το προλεταριακό κράτος.
Ο στόχος παρέμενε ο ίδιος: ο Σοσιαλισμός ως κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας. Μόνο τα μέσα να φτάσει κανείς σε αυτόν άλλαζαν.
ΤΟ 1899 ο Μπερνστάιν τοποθετεί τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Για αυτόν «ο στόχος είναι τίποτα, η κίνηση είναι το παν». Τίθενται έτσι τα θεμέλια για τη μετατροπή της Σοσιαλδημοκρατίας από κόμμα του Σοσιαλισμού ως μελλοντικού εναλλακτικού στον καπιταλισμό συστήματος σε κόμμα της παρούσας αστικής δημοκρατίας. Ο Λένιν έχει δίκιο. Η Σοσιαλδημοκρατία έγινε κόμμα του αστισμού. Ευτυχώς για αυτήν, τη δημοκρατία και τον αστισμό.
Αυτός όμως που συνέβαλε στο να επικρατήσει ο Μπερνστάιν επί του Κάουτσκι –ο Λένιν πριν από τη Ρωσική Επανάσταση ήταν ήδη με τον ολοκληρωτισμό –ήταν ένας Γάλλος. Ο Ζαν Ζορές. Ο «άνθρωπος-ορχήστρα» της γαλλικής Αριστεράς, ο οποίος, τασσόμενος υπέρ της συμμετοχής των Σοσιαλιστών στις αστικές κυβερνήσεις (1904 στο Συνέδριο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς στο Αμστερνταμ), ήρθε σε σύγκρουση με το ιερό τοτέμ της αντίληψης περί μη συμμετοχής στις αστικές κυβερνήσεις. Ουσιαστικά τότε ο «ρεφορμιστής» Ζορές συγκρούστηκε με την αντίληψη μιας Αριστεράς που αδιαφορούσε για την αστική δημοκρατία, σε αντίθεση με όσα έκανε ως το 1848. Ολα αλλάζουν με τον Ζορές.
Ο Σοσιαλισμός δεν είναι πλέον ο τελικός σκοπός της Σοσιαλδημοκρατίας. Υπ’ αυτή την έννοια είναι εύστοχος ο χαρακτηρισμός του Παρασκευά Αυγερινού ως «αφοριστικού αποκλεισμού» («Τα Νέα», 11.11.2017) του συνθήματος «η Δεξιά είναι ο στρατηγικός μας αντίπαλος» Καμία πολιτική αξία δεν έχει. Αυτό μπορεί να ίσχυε όταν η Δεξιά έβλεπε τον καπιταλισμό ως «συντηρητικό πράγμα» και η Σοσιαλδημοκρατία τον Σοσιαλισμό ως «προοδευτικό πράγμα». «Πράγματα» όχι σχέσεις. Η Σοσιαλδημοκρατία πλέον έχει ως στρατηγικό της στόχο την προάσπιση της δημοκρατίας και «στρατηγικό της αντίπαλο» τους εχθρούς της δημοκρατίας, τις ανισότητες και τις κοινωνικές αδικίες. Κανέναν άλλο. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η συνεργασία της Σοσιαλδημοκρατίας με τον δήθεν στρατηγικό αντίπαλό της, τη Δεξιά, είναι κανόνας και όχι εξαίρεση.
Η Σοσιαλδημοκρατία ως τέτοιος διαρκώς μετασχηματιζόμενος οργανισμός είναι κληρονόμος της καντιανής ηθικής, γι’ αυτό και δεν έχει μακροπρόθεσμους τελικούς σκοπούς. Εχει μόνο καθήκοντα που αποσκοπούν στο να οδηγούν κάθε άτομο σε μια πιο αξιοπρεπή ζωή στο παρόν. Για τους σοσιαλδημοκράτες η κίνηση είναι το παν και ο σκοπός τίποτα, ενώ για τους κομμουνιστές και τους ριζοσπάστες ο σκοπός είναι τον παν και τα καθήκοντα είναι θυσίες στον σκοπό. Σε αυτόν τον σκοπό θυσιάζουν μεταφορικά και πολλές φορές και κυριολεκτικά κάθε έννοια ατομικού ηθικού καθήκοντος.
Μέχρι όμως τα τέλη της δεκαετίας του ’60 η Σοσιαλδημοκρατία –εκτός της σκανδιναβικής και του Βρετανικού Εργατικού Κόμματος εν μέρει –δεν είχε έρθει σε ρήξη με τον κρατισμό. Επρεπε να φτάσουμε στο Συνέδριο του SPD στο Μπαντ Γκόντεσμπεργκ (1959) για να καταδικαστούν εκεί ο «προφητικός μαρξισμός» και το κράτος-βιομήχανος. Εκεί ηττήθηκε ο προγραμματικός κρατισμός. Η Σοσιαλδημοκρατία έγινε η παράταξη του «εξανθρωπισμού του καπιταλισμού» και κυρίως η παράταξη προάσπισης των δημοκρατικών κεκτημένων και των ατομικών δικαιωμάτων. Λίγο θόλωσε τα πράγματα το οπισθοδρομικό «Κοινό Πρόγραμμα» (1981) των γάλλων σοσιαλιστών και κομμουνιστών, απόρροια του Επινέ (1971), το οποίο σε σχέση με το Μπαντ Γκόντεσμπεργκ σήμαινε ιδεολογική οπισθοδρόμηση.
Σήμερα πλέον η Σοσιαλδημοκρατία σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο καλείται να συνδυάσει τους άξονες δράσης της στο πεδίο της αναδιανεμητικής πολιτικής με τις αναγκαίες αλλαγές στον κόσμο της παραγωγής και της εργασίας. Αυτό σημαίνει μετατόπισή της σε αυτό που κάποιοι ονομάζουν χώρο του social liberal ή απλά Προοδευτική Παράταξη; Οχι απαραίτητα και, κυρίως, όχι μόνο. Σημαίνει όμως αναζήτηση της Σοσιαλδημοκρατίας μετά τη Σοσιαλδημοκρατία. Σημαίνει ότι έχουν δίκιο όσοι σήμερα βλέπουν τη Σοσιαλδημοκρατία ως τόπο συνάντησης μιας οικογένειας αποτελούμενης από σοσιαλδημοκράτες, κεντρώους μεταρρυθμιστές, αριστερούς δημοκράτες και πολιτικά φιλελεύθερους πολίτες, οι οποίοι κινούνται προς τη μεταρρύθμιση συν τη δημοκρατία στην εποχή της παγκοσμιοποίησης.
Ηρθε ο καιρός να συζητήσουμε και εδώ αυτά τα ζητήματα.
Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ