Το είδαμε να έρχεται από μακριά, ένα μαύρο νευρικό ρυάκι ανάμεσα στα σταματημένα αυτοκίνητα. Στο αυτοκίνητο βρισκόμασταν κι εμείς, ακινητοποιημένοι στη συμβολή της πολύπαθης Σταδίου με την Αμερικής. Το ρυάκι μάς πλησίασε μέσα σε μια πηχτή, παράξενη για την Αθήνα, σιωπή. Κανένας δεν κόρναρε, αν και έτσι όπως μαυροκυλούσε ανάμεσά μας, και ενώ το φανάρι ήταν πράσινο, δεν μας άφηνε να συνεχίσουμε. Εφτασε δίπλα μας. Ανθρωποι-νυχτερίδες με μαντίλια που κάλυπταν τα πρόσωπά τους, αφήνοντας μόνο τα μάτια τους εκτεθειμένα, κρατώντας στα χέρια τους καδρόνια και λοστούς, κύκλωσαν το αυτοκίνητο. Εμείς κοιτούσαμε μπροστά προσποιούμενοι πως τίποτε δεν έτρεχε, πως είναι θαυμάσια αυτά τα καταστήματα στο πίσω μέρος του «Attica» και πως σαν την Αθήνα δεν έχει! Το ίδιο έκαναν και οι ομοιοπαθείς που μέσα στα αυτοκίνητά τους σφύριζαν αδιάφορα ελπίζοντας να μην είναι οι τυχεροί που θα πέσουν στον τρελό της παρέας: σε εκείνον που θα σηκώσει τον λοστό του και θα σπάσει το παρμπρίζ του αυτοκινήτου τους ή και τα κεφάλια τους. Τα χρειαστήκαμε!
Ηταν Κυριακή απόγευμα και πηγαίναμε στη Λυρική Σκηνή να δούμε την «Ηλέκτρα» του Ρίχαρντ Στράους. «Δεν μπορεί να συμβαίνουν αυτά στο κέντρο της Αθήνας» σχολιάσαμε, παίρνοντας βαθιά ανάσα ανακούφισης όταν είδαμε το ρυάκι να μας προσπερνά και τον δρόμο να ανοίγει. Στα 200 μέτρα η Αστυνομία συγκεντρωμένη παρακολουθούσε σαν να έβλεπε ένα μονόπρακτο το οποίο στην πραγματικότητα δεν την αφορούσε. Η ίδια Αστυνομία που πριν από μερικές ημέρες μάς είχε σταματήσει στα καλά του καθουμένου «για έναν έλεγχο, βγείτε από το αυτοκίνητο» και μας κοιτούσε με ύφος «τώρα θα αποκαλυφθούν όλα!» έως τη στιγμή που επιβεβαίωσε από τη διασταύρωση των στοιχείων μας πως δεν είχε μπροστά της την ελληνική εκδοχή της συμμορίας του Πάμπλο Εσκομπάρ. Στα μάτια της εμείς προβάλλαμε ως μεγαλύτερος κίνδυνος από τους λεβέντες με τους λοστούς. Επρόκειτο για τα απόνερα συγκέντρωσης αντιεξουσιαστών για το νομοσχέδιο για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου. Διαδήλωσαν κατά της πατριαρχίας, της ομοφοβίας και της τρανσφοβίας. Και εναντίον της πόλης που βανδάλισαν λίγο αργότερα. Γιατί, τι να την κάνει μια πόλη περιποιημένη και νοικοκυρεμένη η τρανς του μέλλοντος;
Φτάσαμε στη Λυρική αρκετά ταραγμένοι. Αλλες εικόνες εκεί. Περπατήσαμε στον ανηφορικό κήπο φτάνοντας στην κορυφή της όπερας, κάτω από το στέγαστρο, στο σημείο που επιτέλους φαίνεται η (τόσο προσεκτικά κρυμμένη πίσω από τον όγκο του έργου) θάλασσα. Ηταν ένα από εκείνα τα απογεύματα με τα μενεξεδιά χρώματα που μεταμορφώνουν την πόλη, που κάνουν το άσχημο όμορφο. Από εκεί πάνω, ανάμεσα σε ανθρώπους χαρούμενους, ήρεμους, καλοντυμένους και κολονιαρισμένους οι οποίοι απολάμβαναν όπως εμείς το μέρος και την ώρα, ανάμεσα σε παιδιά που έπαιζαν χαρούμενα, λίγο προτού σηκωθεί η αυλαία για μια πραγματικά θαυμάσια παράσταση, όπως θα διαπιστώναμε στη συνέχεια, σχολιάζαμε πως μας αξίζει κάτι καλύτερο.
Αξίζει κάτι καλύτερο σε όλον αυτόν τον κόσμο που είχε έρθει να ακούσει την «Ηλέκτρα», και στους άλλους που ήταν στα θέατρα ή στους κινηματογράφους, ή έτρωγαν σε κάποιο εστιατόριο, ή έβλεπαν τηλεόραση στα σπίτια τους, ή είχαν βγάλει βόλτα τον σκύλο… Μας αξίζει κάτι καλύτερο από μια Αθήνα παραδομένη στους τραμπούκους. Είπαμε το παράπονό μας, αναπτύξαμε διάφορες θεωρίες περί δημοκρατίας και φασισμού και περάσαμε στην αίθουσα για την παράσταση. Ηταν, οι ώρες που περάσαμε στο Νιάρχος, σαν να ζήσαμε για λίγο σε μια πλασματική πραγματικότητα, σε μια παρηγορητική συνθήκη επίτηδες οργανωμένη ως μικρό αντίδοτο στην αθλιότητα που μας περιτριγυρίζει και δηλητηριάζει τις ζωές μας. Βεβαίως, η παρουσία των σεκιούριτι παντού («εδώ δεν μπορείς να προκαλέσεις καταστροφές, σε βλέπουμε») μας υπενθύμιζε πού ζούμε στην πραγματικότητα.
Γυρίζοντας στο σπίτι βρήκα το μήνυμα μιας φίλης. Ηταν σοκαρισμένη και τρομαγμένη: Τρία νέα παιδιά στρίμωξαν τον άνδρα της που είχε βγει για να περπατήσει στο σκοτεινό στενό κάτω από το σπίτι τους, του έκλεψαν το πορτοφόλι και τον εγκατέλειψαν δίνοντάς του να κρατά μια σακούλα από τον παρακείμενο κάδο σκουπιδιών και λέγοντάς του: «Πάρε τώρα για να έχεις». Η πραγματικότητα που λέγαμε. Επειτα από μερικές ώρες, ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας δήλωνε ότι η Αστυνομία επιτελεί το καθήκον της και η Αθήνα είναι μια ασφαλής πόλη.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2017.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ