Μια φορά κι έναν καιρό στην Κωνσταντινούπολη, όχι και τόσο πολλά χρόνια πίσω, ήταν ένας ναυτικός που βρισκόταν σε σοβαρό οικονομικό αδιέξοδο. Ο άνθρωπος χρειαζόταν 120 λίρες για να ξεπληρώσει ένα χρέος σχετικό με το σκάφος του και αν δεν έβρισκε τα χρήματα και μάλιστα σύντομα, πολύ απλά θα έχανε το βιος του. Ο ναυτικός δεν μπορούσε να δανειστεί από κανέναν, το ποσό ήταν πολύ μεγάλο.
Ωσπου μια μέρα μια αδέσποτη γάτα, την οποία ο ναυτικός ενίοτε φρόντιζε στο λιμάνι, τον πλησίασε και του έδειξε κάτι κουρέλια. Ανάμεσά τους υπήρχε και ένα παλιό, φθαρμένο πορτοφόλι. Ο ναυτικός αγνόησε τα «λάφυρα» του τετράποδου, εκείνο όμως δεν το έβαλε κάτω. Επέμεινε. Λίγα λεπτά αργότερα η γάτα τον πλησίασε με το πορτοφόλι στο στόμα της. Με τα πολλά, ο ναυτικός άνοιξε το πορτοφόλι και βρήκε μέσα ακριβώς 120 λίρες.
«Αν αυτό δεν είναι θείο δώρο, τότε τι είναι;» λέει σήμερα ο ίδιος ναυτικός, ένας από τους αρκετούς ανθρώπους που αφηγούνται μια δική τους γατοϊστορία, μια δική τους γατοεμπειρία μπροστά στον φακό της τουρκάλας σκηνοθέτριας Κέιντα Τορούν και για λογαριασμό του ντοκιμαντέρ της «Γάτες της Κωνσταντινούπολης» («Kedi») που από την ερχόμενη Πέμπτη θα προβάλλεται και στις ελληνικές αίθουσες.
«Οι μικροί δάσκαλοί μου»
Οταν πριν από μερικές ημέρες μιλήσαμε στο τηλέφωνο, η Κέιντα Τορούν βρισκόταν στο Λος Αντζελες όπου πλέον κατοικεί έχοντας φύγει από την Τουρκία. Βρισκόταν επίσης μέσα στον πυρετό και τη φρενίτιδα της «προ-οσκαρικής περιόδου». Δουλεύει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς για την προώθηση της ταινίας της, η οποία διόλου απίθανο να κερδίσει τελικά μια θέση στην πεντάδα για το Οσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ 2017.
Η κούραση δεν έχει βέβαια μειώσει τη χαρά της Τορούν, καθώς οι «Γάτες της Κωνσταντινούπολης» έχουν κάνει παντού τεράστια αίσθηση· στη δε Αμερική έχουν ξεπεράσει τα 2.800.000 δολάρια σε έσοδα, ποσό αστρονομικό για την αμερικανική αγορά, αφού ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για ένα τουρκικό ντοκιμαντέρ σχετικό με… γάτες. Ομως αυτή ακριβώς η απήχηση που είχε η ταινία στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου προβάλλεται από τον περασμένο Φεβρουάριο, μπορεί τελικά να τη βοηθήσει στα βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.
Ανέκαθεν οι γάτες ήταν οι καλύτεροι φίλοι της Κέιντα Τορούν. Η σκηνοθέτρια γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη, εκεί όπου «παντού βρίσκεις γάτες!», όπως εξάλλου φαίνεται και στην ταινία της. «Νομίζω ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, επομένως μπορείτε ν’ αντιληφτείτε την εικόνα, μια εικόνα που σε άλλες, βόρειες ευρωπαϊκές πόλεις, πόσω μάλλον στην Αμερική, δεν μπορούν εύκολα να συλλάβουν γιατί δεν την ξέρουν. Ηταν ένας υπέροχος τρόπος για να μεγαλώσεις, ιδιαίτερα για έναν χαρακτήρα σαν τον δικό μου. Δεν αγαπούσα ιδιαίτερα τα άλλα παιδιά…. Με τις γάτες είχα καλύτερες φιλίες. Με τον τρόπο τους ήταν οι μικροί δάσκαλοί μου».
Σήμερα η Κέιντα Τορούν κατοικεί μονίμως στο Λος Αντζελες και ενώ έχει κάνει οικογένεια, οι γάτες εξακολουθούν να παίζουν ρόλο στη ζωή της, αν και δεν κατοικούν μονίμως στο σπίτι. Ούτως ή άλλως η Τορούν δεν είναι ιδιαίτερη υποστηρίκτρια της ιδέας της ιδιοκτησίας γάτας ως κατοικίδιου· πέρα από το ότι βρίσκεται διαρκώς εκτός σπιτιού γιατί κάνει ταινίες. Αναφέρω στη σκηνοθέτρια αυτό που έχω ακούσει, καθότι ο ίδιος έχω γάτο στο σπίτι: λένε ότι οι γάτες δεν είναι ιδιοκτησία των ανθρώπων που τις έχουν, αλλά το αντίθετο, οι άνθρωποι είναι ιδιοκτησία των γατών. «Δεν ξέρω αν αυτό ισχύει ακριβώς», απάντησε η Τορούν, «το βέβαιο όμως είναι ότι η σχέση ανθρώπου – γάτας δεν μπορεί να συγκριθεί με τη σχέση του ανθρώπου με κανένα άλλο, εξημερωμένο –όπως τα αποκαλούμε –ζώο. Και αυτό, κατά τη γνώμη μου, οφείλεται στο ότι οι γάτες δεν εξημερώθηκαν με τη βοήθεια των ανθρώπων, αλλά από μόνες τους· κάτι που τις κάνει σχεδόν ανθρώπινες. Εγώ τις αντιμετωπίζω περισσότερο σαν γείτονες ή καλύτερα σαν συγκατοίκους. Οι γάτες δεν βρίσκονται εκεί για να μας ευχαριστήσουν, οι δυναμικές τους είναι πολύ διαφορετικές από των υπόλοιπων εξημερωμένων ζώων. Οι γάτες θέλουν να τις προμηθεύεις με τα πράγματα που ζητούν, αλλά είναι πολύ ανεξάρτητες και πολύ υπερήφανες για να σε χρειάζονται στ’ αλήθεια. Και αυτό ακριβώς τις κάνει τόσο ιδιαίτερες».
Μοντέλα από όλες τις γειτονιές
Η εμπειρία της κινηματογράφησης γατών στην Κωνσταντινούπολη ήταν –όπως ο καθένας, γατόφιλος ή μη, μπορεί πολύ καλά να φανταστεί –μοναδική. Καθόλου εύκολη, αλλά σίγουρα μοναδική. Το σύστημα που η Κέιντα Τορούν, ο διευθυντής φωτογραφίας της Τσάρλι Γούπερμαν και οι λοιποί συνεργάτες της ακολούθησαν, όταν άρχισαν την έρευνά τους το καλοκαίρι του 2013, ήταν «το κατά δύναμη δημοκρατικό». H ομάδα επισκέφθηκε, αν όχι όλες, πάρα πολλές γειτονιές της Κωνσταντινούπολης, γιατί η Τορούν δεν ήθελε να αγνοήσει καμία γειτονιά της Πόλης στην έρευνά της –έστω και αν αυτό σήμανε «πραγματικά πολύ, πάρα πολύ περπάτημα».
Υπήρξαν ασφαλώς περιοχές στις οποίες οι αδέσποτες γάτες δεν είχαν τόσο μεγάλη παρουσία όσο σε άλλες γνήσιες γατογειτονιές. Αλλά αυτό που η σκηνοθέτρια τελικά κατάλαβε ήταν ότι ο μόνος τρόπος για ν’ αντλήσει πληροφορίες για την κάθε γάτα που αποφάσισε να φιλμάρει ήταν με το να μιλήσει με τον άνθρωπο που κατά κάποιον τρόπο είχε σχέση με αυτή τη γάτα, είτε επειδή τη φρόντιζε είτε επειδή τουλάχιστον την είχε υπόψη του. «Δεν υπήρξε ούτε ένας άνθρωπος που ν’ αρνήθηκε να μου μιλήσει», είπε η Τοκούρ, «και αυτό δείχνει πόσο αγαπητό είναι αυτό το ζώο στην Τουρκία».
Θρησκευτική διάσταση
Πραγματικά, πολλές αφηγήσεις στην ταινία αποκτούν μια φιλοσοφική ή και θρησυετική ακόμα διάσταση, οι άνθρωποι –όπως ο προφανώς θεοσεβούμενος ναυτικός στην αρχή αυτού του κειμένου –μιλούν για την ουσιαστική σημασία της γάτας στην Τουρκία, για το τι σημαίνει γάτα γι’ αυτούς, το τι συμβολίζει. «Στην Τουρκία πολύ συχνά αναφέρουν τις διδασκαλίες του προφήτη Μωάμεθ ως λόγο που δικαιολογεί τη συμπάθεια των ανθρώπων απέναντι στις γάτες» είπε η Κέιντα Τορούν. Οντως, υπάρχουν πάρα πολλές ιστορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Μωάμεθ αποκρυσταλλώνει τον σεβασμό και την αγάπη του για τους άλλους μέσω της σχέσης του με τηνγάτα. «Λέγεται ότι μια γάτα τού έσωσε τη ζωή από ένα δηλητηριώδες φίδι» είπε η κινηματογραφίστρια. «Και χαϊδεύοντας τη γάτα ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, ο Μωάμεθ άφησε πάνω της τα σημάδια των δαχτύλων του που είναι οι ραβδώσεις που βλέπουμε στο τρίχωμα της γάτας. Λέγεται επίσης ότι το στόμα της γάτας είναι τόσο καθαρό, που αν η γάτα δεν είναι άρρωστη από μια προφανή ασθένεια, μπορείς κάλλιστα να πιεις νερό από το κύπελλό της».
Το χάος της ζωής
«Χωρίς τις γάτες η Κωνσταντινούπολη θα έχανε ένα κομμάτι από την ψυχή της» ακούμε να λέγεται στην αρχή της ταινίας και ρωτώ τη σκηνοθέτρια αν σε αυτή την άποψη εμπεριέχεται μια δόση υπερβολής. «Είναι σαν να προσπαθείς να φανταστείς τη Νέα Υόρκη και τη Βενετία χωρίς τα περιστέρια» απάντησε η Τορούν. Ενδεχομένως να υπάρχουν κι άλλες πόλεις στις οποίες οι γάτες αποτελούν χαρακτηριστικό στοιχείο, πόλεις στη Βόρεια Αφρική ή στη Μεσόγειο, όμως τελικά όχι και τόσο πολλές.
Η Ελλάδα είναι σίγουρα μια γατοχώρα και μάλιστα η σκηνοθέτρια θεωρεί ότι η γάτα κατά κάποιον τρόπο είναι ένας από τους κρίκους που συνδέουν την Ελλάδα με την Τουρκία. «Μια από τις ομοιότητες της Τουρκίας με την Ελλάδα», είπε, «είναι το επίπεδο χάους μέσα στην αρμονία και την τάξη της ζωής και αυτό το παρατηρείς όταν συγκρίνεις αυτές τις χώρες με άλλες ευρωπαϊκές όπου επικρατούν η κατηγοριοποίηση, ο διαχωρισμός, η στειρότητα· χώρες στις οποίες δεν βλέπεις γάτες στους δρόμους. Εκεί δεν υπάρχουν αδέσποτα, διότι μια γάτα ή ένας σκύλος θεωρείται μόνο οικιακό ζώο, τίποτε άλλο. Αυτό τον οργανικό τρόπο ζωής στην Τουρκία και στην Ελλάδα, αυτό το χάος της ζωής, για μένα το συμβολίζουν οι γάτες».
Ατέλειωτο υλικό
Από την έρευνα της κινηματογραφικής ομάδας της Τορούν προέκυψαν 35 γατοϊστορίες που μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Από αυτές –και μετά το τελικό μοντάζ –αναδύθηκαν οι επτά στις οποίες η ταινία εστιάζει. Η ίδια η κινηματογράφηση απαιτούσε τρομερή υπομονή, αφού «ποιος ξέρει πώς θα κινηθεί μια γάτα; Ερχόταν τη μια μέρα και ήταν άφαντη την επόμενη. Και τη μεθεπόμενη. Επομένως, αναγκαστικά έβγαινε από τη λίστα».
Για την Τοκούρ, ακόμα και να εγκαταλείψεις την ιστορία μιας γάτας ήταν δύσκολη απόφαση. Αλλά δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Πάντως, στο DVD της ταινίας θα υπάρχουν δύο ακόμη ολοκληρωμένες ιστορίες που δεν κατόρθωσαν να μπουν στην ταινία.
Τα γυρίσματα κράτησαν τρεις μήνες και γίνονταν σε καθημερινή βάση: «Οποτε ήμασταν ξύπνιοι, φιλμάραμε». Στο σύνολό του το κινηματογραφημένο υλικό φτάνει τις 180 ώρες!
Και μετά το γύρισμα; Ενιωσε άραγε την αντίληψή της για τα αιλουροειδή τετράποδα να έχει αλλάξει σε κάτι; «Και ναι, και όχι» απάντησε η Κέιντα Τορούν. «Η γενική μας γνώση για τις γάτες αυξάνεται ούτως ή άλλως καθημερινά και ασφαλώς με το να περάσω τόσο χρόνο κοντά τους, να τις βλέπω για παράδειγμα να συμπεριφέρονται μητρικά, ήταν κάτι καινούργιο για μένα. Τα περισσότερα πράγματα όμως τα ήξερα σε μια γενική βάση. Αυτό που ανακάλυψα είναι πόσο διαφορετικές είναι οι γάτες μεταξύ τους, καμία δεν έχει τον ίδιο χαρακτήρα με την άλλη. Κάθε γάτα που ακολουθήσαμε μας αποκάλυψε κάτι μοναδικό για αυτήν. Και αυτό ήταν θαυμάσιο, διότι ο κόσμος, οι άνθρωποι θέλουν να κατηγοριοποιούν τα πάντα. Ομως τις γάτες δεν μπορείς με τίποτα να τις κατηγοριοποιήσεις. Και αυτό το κατάλαβα περνώντας χρόνο μαζί τους».
Χωρίς διδακτισμούς
Από την ταινία λείπει εντελώς το στοιχείο της βαρβαρότητας απέναντι στα αδέσποτα γατιά, στοιχείο που δυστυχώς γνωρίζουμε πολύ καλά ότι υπάρχει στην Ελλάδα. Λείπουν αναφορές σε ασθένειες ή θανάτους, με την εξαίρεση μιας περίπτωσης όπου βλέπουμε έναν άνθρωπο να προσπαθεί να σώσει ένα γατάκι πηγαίνοντάς το στον κτηνίατρο. «Δεν ήθελα να τα δείξω αυτά διότι συχνά νιώθω ότι η οπτική καταγραφή του βασάνου γίνεται για τη χειραγώγηση του κοινού και εγώ δεν θέλω να χειραγωγήσω κανέναν. Δεν ήθελα να κάνω να νιώσει άσχημα το κοινό απλώς για να νιώσει άσχημα. Χωρίς να θέλω να αποφύγω το θέμα, δεν ήθελα να κάνω μια διδακτική ταινία, όλοι υποφέρουμε εξάλλου, όχι μόνο οι γάτες. Δεν ήθελα λοιπόν να δείξω τι γίνεται λάθος και ότι πρέπει να το διορθώσουμε. Με τις «Γάτες της Κωνσταντινούπολης» ήθελα να εστιάσω στη θετική επιρροή της ζωής μας με ένα μη ανθρώπινο πλάσμα και το πόσο σημαντικό είναι αυτό για την καλυτέρευσή της.
Πού και πότε
Το ντοκιμαντέρ «Γάτες της Κωνσταντι-νούπολης» θα προβάλλεται στην Ελλάδα από την ερχόμενη Πέμπτη 9 Νοεμβρίου σε διανομή Filmtrade
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ