Με το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης ολοκληρώνεται ουσιαστικά -και όχι τυπικά- το μνημόνιο, επισήμανε στην Βουλή ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γ. Χουλιαράκης μιλώντας στην αρμόδια επιτροπή που συζητά το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για το 2018.

«Το πρόγραμμα ολοκληρώνεται ουσιαστικά τον Ιανουάριο του 2018. Τα προαπαιτούμενα που απομένουν είναι υλοποίηση ήδη συμφωνημένων δράσεων. Ουσιαστικά το πρόγραμμα τελειώνει με το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης», είπε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι κατόπιν μπαίνουμε σε περίοδο οικονομικής ανάκαμψης που θα χαρακτηριστεί από την συζήτηση για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους (Ιανουάριος – Μάρτιος), αλλά και από την συζήτηση για την επόμενη μέρα και τον μηχανισμό επιτήρησης και αν αυτός θα είναι όπως της Πορτογαλίας ή της Κύπρου.

Κάνοντας μια προβολή στην φάση που θα ακολουθήσει, ο κ. Χουλιαράκης αναφέρθηκε σε περίοδο οικοδόμησης ενός μεγάλου ταμειακού αποθέματος, όταν θα βγούμε στις αγορές χωρίς νέα προληπτική γραμμή στήριξης, ενώ περιέγραψε ένα «μαξιλάρι» ύψους 12-15 δισ. ευρώ (από πλεονάσματα και 9 δισ. ευρώ από τον ESM) το οποίο μετά από ένα ή δυο χρόνια κανονικότητας εκτός προγράμματος οφείλουμε να μετατρέψουμε σε ταμείο σταθεροποίησης για την επόμενη κρίση. «Όταν η ευρωπαϊκή οικονομία χτυπηθεί από μια νέα κρίση, και αυτό είναι πολύ πιθανό να γίνει, η Ελλάδα να είναι σε θέση να την αντιμετωπίσει», είπε.

Ακόμα, ο κ. Χουλιαράκης διαβεβαίωσε ότι δεν θα υπάρξει ούτε ένα πρόσθετο μέτρο στο τελικό κείμενο του προϋπολογισμού και διέψευσε τα πρωτοσέλιδα που μιλούν για επιπλέον μέτρα 2,4 ή 1 δισ. ευρώ, τονίζοντας ότι «δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα». «Από το προσχέδιο στο τελικό κείμενο του προϋπολογισμού που θα κατατεθεί στις 21 Νοεμβρίου δεν θα υπάρχει ούτε ένα πρόσθετο μέτρο, δεν θα προστεθεί ούτε ένα γιώτα», δήλωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών.

Τόνισε δε ότι κύριος στόχος του προϋπολογισμού για το 2018 είναι «η διατήρηση των δημοσίων οικονομικών σε βιώσιμη τροχιά με την επίτευξη του φιλόδοξου αλλά εφικτού στόχου του 3,5%». «Είναι εφικτός διότι η άρση της αβεβαιότητας το τελευταίο διάστημα, και η οικονομική μεγέθυνση για το 2017 και 2018, επιτρέπει την υλοποίηση ενός τέτοιου στόχου», δήλωσε. Παραδέχθηκε ωστόσο ότι το 3,5% «εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους και θέλαμε χαμηλότερο ποσοστό, άλλο όμως να επιδιώκουμε χαμηλότερους στόχους και άλλο να λέμε ότι συνεπάγεται αιώνια λιτότητα». Και υπογράμμισε ότι «δεν πρόκειται για επιπλέον λιτότητα».

Επίσης, αναφέρθηκε στην αναδιανομή που επιχειρείται των εισοδημάτων ώστε να επουλωθούν οι συνέπειες της μεγάλης ύφεσης, τονίζοντας ότι χωρίς τον απαραίτητο δημοσιονομικό χώρο ο στόχος αυτός είναι ανέφικτος. Μάλιστα είπε ότι «αλήθεια είναι πως η φοροεπιβάρυνση είναι μεγάλη για τους έντιμους και συνεπείς φορολογούμενους, τους επαγγελματίες –ήταν απόφαση που συνειδητά πήρε η κυβέρνηση για να στηρίξει τους πιο αδύναμους». Και διευκρίνισε ότι «ένας προϋπολογισμός δεν μπορεί να συντηρηθεί με μια τέτοια υψηλή φορολογία», εξηγώντας ότι μετά το 2019 δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος για μείωση φορολογίας.