Οι νυχτερίδες και τα φίδια προκαλούν φόβο αλλά και αηδία σε πολλά άτομα –ακόμη και σε κατοίκους των μεγαλουπόλεων του ανεπτυγμένου κόσμου όπου σπανίως έως καθόλου βλέπει κάποιος αράχνες και πολύ περισσότερο φίδια και δη δηλητηριώδη που θα μπορούσαν να απειλήσουν τη ζωή του. Εκτιμάται ότι στις ανεπτυγμένες χώρες ποσοστό της τάξεως του 1%-5% του πληθυσμού εμφανίζει πραγματική φοβία για τέτοιου είδους όντα. Μέχρι σήμερα υπήρχε μια μεγάλη επιστημονική «διαμάχη» σχετικά με το αν αυτή η αποστροφή είναι έμφυτη ή επίκτητη. Πρόσφατα ερευνητές ανακάλυψαν ότι τελικώς ο φόβος για τις αράχνες και τα φίδια είναι κληρονομικός: ακόμη και τα μωρά αισθάνονται στρες όταν τα βλέπουν όπως «μαρτυρούν» οι κόρες των ματιών τους, πολύ προτού διδαχθούν τη συγκεκριμένη αντίδραση.
Τα ερευνητικά «εμπόδια»
Εμπόδιο επί μακρόν στο να καταλήξουν οι επιστήμονες αν η αραχνοφοβία και η… φιδοφοβία πολλών είναι έμφυτη ή όχι ήταν το ότι οι περισσότερες μελέτες επί του θέματος είχαν διεξαχθεί σε ενηλίκους ή σε μεγαλύτερα σε ηλικία παιδιά, γεγονός που καθιστά άκρως δύσκολο να διαχωριστεί αν μια συμπεριφορά είναι επίκτητη ή όχι. Αυτού του είδους οι μελέτες σε παιδιά εξέταζαν μόνο αν οι μικροί εθελοντές εντόπιζαν αράχνες και φίδια ταχύτερα σε σύγκριση με αβλαβή ζώα ή αντικείμενα, όχι όμως αν τα παιδιά εμφάνιζαν μια άμεση φοβική αντίδραση.
Πρόσφατα όμως ερευνητές του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για τις Ανθρώπινες Γνωστικές Επιστήμες και τις Επιστήμες του Εγκεφάλου (MPI CBS) στη Λειψία και του Πανεπιστημίου της Ουψάλα στη Σουηδία έκαναν μια παρατήρηση ζωτικής σημασίας: ανακάλυψαν ότι ακόμη και τα βρέφη έχουν μια αντίδραση που δηλώνει στρες όταν βλέπουν αράχνη ή φίδι. Και αυτό συμβαίνει ήδη από την ηλικία των έξι μηνών, όταν ακόμη είναι κατά βάση «ακίνητα» και δεν έχουν ακόμη διδαχθεί ότι αυτά τα ζώα μπορεί να είναι επικίνδυνα.
Διαστολή της κόρης των ματιών
«Οταν δείξαμε εικόνες ενός φιδιού ή μιας αράχνης στα μωρά αντί για εικόνες με λουλούδια ή με ψάρια του ίδιου μεγέθους και χρώματος, η αντίδρασή τους ήταν η διαστολή της κόρης των ματιών τους» αναφέρει η Στέφανι Χόελ, κύρια ερευνήτρια της μελέτης, νευροεπιστήμονας στο MPI CBS και στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης: «Σε σταθερές συνθήκες φωτός αυτή η αλλαγή στο μέγεθος της κόρης των ματιών αποτελεί σημαντικό σημάδι ενεργοποίησης του νοραδρενεργικού συστήματος του εγκεφάλου, το οποίο είναι υπεύθυνο για τις αντιδράσεις στο στρες. Αποδείχθηκε ότι ακόμη και τα πιο μικρά σε ηλικία μωρά στρεσάρονται όταν βλέπουν τέτοια ζώα».
Η ερευνήτρια συνεχίζει σημειώνοντας ότι με βάση αυτή την παρατήρηση «συμπεραίνουμε ότι ο φόβος για τα φίδια και τις αράχνες έχει εξελικτική ρίζα. Μηχανισμοί στον εγκέφαλό μας μάς επιτρέπουν να ταυτοποιούμε αντικείμενα ως «αράχνη» ή «φίδι» και να αντιδρούμε σε αυτά ταχύτατα». Η συγκεκριμένη, προφανώς κληρονομική, απόκριση στο στρες στη συνέχεια μάς προδιαθέτει να μαθαίνουμε ότι αυτά τα ζώα είναι επικίνδυνα ή αηδιαστικά. Οταν σε όλα αυτά συμβάλλουν και άλλοι παράγοντες μπορεί η αποστροφή μας να μετατραπεί σε αληθινό φόβο ή και σε φοβία. «Μια ισχυρή εκδήλωση πανικού από τους γονείς απέναντι σε φίδια ή αράχνες ή μια γενετική προδιάθεση για υπερδραστήρια αμυγδαλή, την περιοχή εκείνη του εγκεφάλου που εμπλέκεται στην εκτίμηση των κινδύνων, μπορεί να μετατρέψει την αυξημένη προσοχή απέναντι σε τέτοια όντα σε αγχώδη διαταραχή».
Εξελικτικώς «εγκατεστημένη» η αντίδραση στον εγκέφαλο
Είναι ενδιαφέρον ότι άλλες μελέτες έχουν δείξει πως τα μωρά δεν συνδέουν φωτογραφίες ρινόκερων, αρκούδων ή άλλων θεωρητικώς επικίνδυνων ζώων με φόβο. «Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η συγκεκριμένη αγχώδης αντίδραση στη θέα των αραχνών και των φιδιών οφείλεται στη συνύπαρξη αυτών των εν δυνάμει επικίνδυνων ζώων με τους ανθρώπους και τους προγόνους τους για περισσότερα από 40 με 60 εκατομμύρια χρόνια –το διάστημα αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο της συνύπαρξης του ανθρώπου με τα σημερινά επικίνδυνα θηλαστικά. Ετσι η αντίδραση του φόβου από τη γέννηση πιθανότατα είναι «εγκατεστημένη» στον εγκέφαλο για ένα μεγάλο εξελικτικώς χρονικό διάστημα» λέει η δρ Χόελ.
Η ερευνήτρια υπογραμμίζει πως σε ό,τι αφορά τους… πολύ σύγχρονους κινδύνους όπως τα μαχαίρια, οι πρίζες και οι σύριγγες φαίνεται να ισχύει ακριβώς το ίδιο. Από εξελικτικής απόψεως υπάρχουν για ένα πολύ σύντομο διάστημα με αποτέλεσμα να μην έχουν δημιουργηθεί μηχανισμοί αντίδρασης στον εγκέφαλο από τη γέννηση. «Οι γονείς γνωρίζουν πόσο δύσκολο είναι να διδάξουν στα παιδιά τους το πώς να αποφεύγουν καθημερινούς κινδύνους, όπως για παράδειγμα το πώς να μη βάζουν συνεχώς τα χέρια τους στις πρίζες» καταλήγει γελώντας η δρ Χόελ.
HeliosPlus