Παρακολουθώ ως απλός πολίτης την πολύμηνη και πολυσυζητημένη προσπάθεια να συσταθεί/συγκροτηθεί ένας νέος πολιτικός «φορέας» με πρόσημο κεντροαριστερό-οτιδήποτε μπορεί να σημαίνει αυτό. Είδα και την πρόσφατη τηλεμαχία (μου αρέσει περισσότερο η «Τηλεμάχεια», αλλά τέλος πάντων) των υποψήφιων αρχηγών, άκουσα τα χρονομετρημένα λογίδρια τους, ένα είδος μαθητικών εκθέσεων, και είπα να περιμένω τη συνέχεια. Αλλά η συνέχεια ήρθε κιόλας την επομένη. Η κυρία Φώφη Γεννηματά, πρόεδρος του ΠαΣοΚ και υποψήφια πρόεδρος του νέου «φορέα», προηγείται στις δημοσκοπήσεις με ποσοστό 25%. Δεύτερος με ποσοστό 11% ο κ. Νίκος Ανδρουλάκης, χαρτογραφημένο και προβεβλημένο μέλος του ΠαΣοΚ επίσης και εκλεγμένος ευρωβουλευτής του ίδιου κόμματος (2014). Ο κ. Γιάννης Μανιάτης, και αυτός από το ΠαΣοΚ, λαμβάνει 6%, και ο άλλοτε ισχυρός πασοκικός παράγων κ. Γιάννης Ραγκούσης πιστώνεται με 3%. Με μια μπακαλίστικη πρόσθεση, οι προερχόμενοι από το ΠαΣοΚ υποψήφιοι πρόεδροι του νέου «φορέα» συγκεντρώνουν ένα αεράτο 45%. Οι μη πασοκογενείς κ.κ. Στ. Θεοδωράκης και Γ. Καμίνης μαζεύουν 10,5% και 9% αντιστοίχως…
Θα πει κάποιος ότι στην πολιτική οι πράξεις της πρόσθεσης και της αφαίρεσης δεν ακολουθούν τη λογική της αριθμητικής. Ούτε μπορεί να προεξοφληθεί το αποτέλεσμα της πρώτης (ή, αν χρειαστεί, της δεύτερης) αναμέτρησης των πολλών υποψηφίων. Όμως είναι επίσης πάρα πολύ δύσκολο να παραμερισθεί το «μπλοκ» των πασοκογενών υποψηφιών, οι οποίοι υπερτερούν σημαντικά. Το λογικότερο, λοιπόν, αποτέλεσμα πασοκογενές δείχνει. Εκτός και αν ξάφνου ο παλαιόθεν πασοκικός ψηφοφόρος ακούσει τη φωνή μιας ανενωτικής κεντροαριστεράς και ανανήψει ως άλλος Σαούλ στον δρόμο προς τους Εμμαούς! Δεν το πιστεύω, αλλά ποτέ δεν ξέρεις.
Ποια είναι, λοιπόν, σύμφωνα με τα ώς τώρα δεδομένα, τα μέλλοντα να συμβούν αναφορικά με τη «νέα» κίνηση κ.λπ; Στην καλύτερη περίπτωση κατά την οποία οι ψηφοφόροι της 5ης Νοεμβρίου κάνουν τη μεγάλη υπέρβαση και στραφούν υπέρ ενός από τους μη πασοκικούς υποψηφίους, δηλ. υπέρ του κ. Θεοδωράκη ή του κ. Καμίνη, η πασοκική πίεση θα είναι ιδιαιτέρως ισχυρή. Άλλωστε εκφράζεται από την υπάρχουσα κοινοβουλευτική δύναμη του ΠΑΣΟΚ. Στην περίπτωση αυτή κανείς δεν μπορεί να προδικάσει το πολιτικό μέλλον αυτού του νέου «φορέα».
Στη χειρότερη (και μάλλον πιθανότερη) περίπτωση κατά την οποία εκλεγεί κ. η Γεννηματά, ή κάποιος άλλος πασοκογενής υποψήφιος, η πολιτική ατμόσφαιρα δεν θα γίνει λαμπρότερη ή καθαρότερη. Ούτε και θα μεταβληθούν δραματικά τα εκλογικά ποσοστά (σε ενδεχόμενες εκλογές) προς το καλύτερο. Το 45% που συγκεντρώνει (για την ώρα) το άτυπο, αλλα υπαρκτό πασοκογενές μέτωπο δεν πρόκειται να ξεπηδήσει και μέσα από τις κάλπες των βουλευτικών εκλογών. Το ζεσταμένο και ξαναζεσταμένο «κίνημα», που ονομάζεται ακόμη ΠαΣοΚ, στην καλύτερη περίπτωση, στα ποσοστά του θα μείνει.
Καταλήγουμε, επομένως, στο απλό ερώτημα: Πώς γεννιούνται τα κινήματα, τα κόμματα, οι επαναστάσεις; Από μια ξαναζεσταμένη καθοδηγητική φωνή άνωθεν ή από μια υποβόσκουσα αλλά παλλόμενη και γενναία λαϊκή απαίτηση για ουσιαστικές αλλαγές; Όλα τα μεγάλα πολιτικά κινήματα που διαμορφώθηκαν και παγιώθηκαν ως κόμματα, από την εποχή του Ελευθέριου Βενιζέλου ώς τον Ανδρέα Παπανδρέου (η παράθεση αφορά στη διαδικασια, όχι στην πολιτική γραμμή ή ηθική των δύο κομματικών κινημάτων), βλάστησαν αρχικά μέσα στην κοινωνία και μέσα από αυτήν αναπτύχθηκαν. Όχι το αντίθετο. Εκτός και ξαναγεννηθεί στις 5 Νοεμβρίου 2017 «η φύση των πραμάτων» του Βιτσέντζου.