Ρόμπερτ Ντ. Κάπλαν
Η εκδίκηση της γεωγραφίας – Τι μας λέει ο χάρτης για τις επερχόμενες συγκρούσεις και τη μάχη ενάντια στο πεπρωμένο
Μετάφραση Σπύρος Κατσούλας
Εκδόσεις Μελάνι, 2017
σελ. 604, τιμή 21,20 ευρώ
Το 1989 αποτελεί ένα οριακό χρονικό σημείο, κατά τον Ρόμπερτ Κάπλαν. Οχι για το πολιτικό του βάρος ως τομής της ιστορίας του 20ού αιώνα, αλλά για τη συμβολή του στην απώλεια της επίγνωσης της σημασίας της γεωγραφίας. «Βρεθήκαμε σε έναν κόσμο όπου η διάλυση ενός τεχνητού συνόρου στη Γερμανία μάς είχε οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ήταν δυνατόν να υπερβληθούν όλες οι διαιρέσεις» γράφει στην αρχή του βιβλίου του «Η εκδίκηση της γεωγραφίας». Ομως η συνέχεια διέψευσε την ελπίδα ότι η δημοκρατία θα αναπτυχθεί φυσικά στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή ή την προσδοκία ότι η παγκοσμιοποίηση θα απέβαινε ηθικός προορισμός της Ιστορίας και αποτελεσματικό σύστημα διεθνούς ασφάλειας. Αν υφίσταται ένα δίδαγμα από αυτή την επικράτηση του ιδεαλισμού για τον Κάπλαν είναι ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική και η δυτική δημόσια σφαίρα οφείλουν να επανακάμψουν στις αξίες του πραγματισμού, να αποδεχθούν ότι στις διεθνείς σχέσεις το εφικτό συχνά εξαρτάται από τις συνθήκες, κοινωνικές και πολιτικές, που διαμορφώνει η γεωγραφία.


Γεωγραφία και γεωπολιτική
Δημοσιογράφος και δημοσιολόγος με αξιοσημείωτη επιρροή στον δημόσιο διάλογο στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο 65χρονος σήμερα Κάπλαν υπήρξε για 30 χρόνια μείζων αρθρογράφος σε προβεβλημένα έντυπα όπως τα «Atlantic», «Washington Post», «New York Times». Δίδαξε σε αμερικανικά πανεπιστήμια και στρατιωτικές σχολές, υπήρξε σύμβουλος του υπουργού Αμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς μεταξύ 2009 και 2011, συμπεριλήφθηκε το 2011 και το 2012 στη λίστα των «100 σημαντικότερων παγκόσμιων στοχαστών» του περιοδικού «Foreign Policy». Στόχος του εδώ είναι, στον απόηχο της αποτυχίας της διαχείρισης του πολέμου στο Ιράκ, να εισαγάγει εκ νέου τη γεωγραφική διάσταση και τους περιορισμούς της στον αμερικανικό δημόσιο λόγο για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και διεθνών σχέσεων.
Στηριζόμενος στον Ηρόδοτο, κορυφαίους εκφραστές της γεωπολιτικής όπως ο Βρετανός Χάλφορντ Μακίντερ και της γεωστρατηγικής όπως ο Αμερικανός Νίκολας Σπάικμαν, καινοτόμους ιστορικούς όπως ο Φερνάν Μπροντέλ, αντλεί από τις διαφορετικές μεταξύ τους οπτικές την κοινή επικέντρωση στη σημασία των χαρτών και του αναγλύφου, της εδαφικής διαμόρφωσης και της τοπογραφίας. Χαρακτηριστικά, στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου του ο Κάπλαν αποδίδει στις γραμμές θαλάσσιας επικοινωνίας, στην εύκρατη ζώνη και στο γεωγραφικό βάθος την υπεροχή της Κίνας ως χώρας έναντι της Βραζιλίας· στην έκταση των δασών, στην απουσία κατάλληλων φυσικών λιμένων, στο μικρό μήκος της ακτογραμμής και στην ύπαρξη της Σαχάρας τη φτώχεια της Αφρικής έναντι της Ευρώπης.
Σε αυτές τις γραμμές κινείται η γεωπολιτική εξέταση του κόσμου του πρώιμου 21ου αιώνα που αποτελεί το κύριο μέρος της «Εκδίκησης της γεωγραφίας». Αν θέλει κανείς, για παράδειγμα, να προδικάσει την πιθανή μελλοντική εξέλιξη της τελευταίας, θα σταθεί, σύμφωνα με τον Κάπλαν, στη διελκυστίνδα μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας: είναι η επιρροή, πολιτική και οικονομική, της μιας ή της άλλης στην Ανατολική Ευρώπη (με χαρακτηριστικό παράδειγμα, κατά τον Κάπλαν, την Ελλάδα της κρίσης, ευρισκόμενης «σε ίση απόσταση μεταξύ Βρυξελλών και Μόσχας») που θα ορίσει την επέκταση ή τη συρρίκνωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η χερσαία δύναμη της Κίνας σε σχέση με το νησιωτικό ανάγλυφο της Κινεζικής Θάλασσας και του Ειρηνικού Ωκεανού θα ορίσει την αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες ως περιφερειακός ηγεμόνας του Δυτικού Ημισφαιρίου θα επιχειρήσουν να την παρεμποδίσουν να αποκτήσει παρόμοια θέση στο Ανατολικό Ημισφαίριο. Ο χάρτης «αποτελεί τη χωρική αναπαράσταση της κατακερματισμένης ανθρωπότητας», γράφει ο Κάπλαν, και αυτή ακριβώς η έμφαση στις διαιρέσεις συνιστά για τον ίδιο το υπόβαθρο της ανάγκης προσφυγής στο ρεαλιστικό δόγμα της εξωτερικής πολιτικής. Σε αντίθεση με τον Τόμας Φρίντμαν, ο ίδιος δεν πιστεύει ότι στον 21ο αιώνα «ο κόσμος είναι επίπεδος», για να δανειστούμε τον τίτλο του πολύ γνωστού έργου του φιλελεύθερου αρθρογράφου των «New York Times». Αντίθετα, «αυτό που χρειαζόμαστε είναι να ανακτήσουμε την αντίληψή μας για τον χώρο και τον χρόνο, την οποία απωλέσαμε κάπου ανάμεσα στις εποχές των αεριωθούμενων αεροσκαφών και της πληροφορικής, οπότε και οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης άρχισαν να κινούνται μεταξύ ωκεανών και ηπείρων σε διάστημα λίγων ωρών».
Ο χάρτης και η επικράτεια
Ο Κάπλαν επισημαίνει συχνά με αστερίσκους την ανάγκη προφύλαξης από την απόλυτη πίστη στη γεωγραφία ή στον ιστορικισμό: «Ο χάρτης είναι το σημείο εκκίνησης, όχι το καταληκτικό σημείο στην προσπάθεια που καταβάλλεται για την ερμηνεία του παρελθόντος και του παρόντος. Ασφαλώς η γεωγραφία, η ιστορία και τα εθνικά χαρακτηριστικά επηρεάζουν, αλλά δεν προκαθορίζουν τα όσα πρόκειται να συμβούν» παρατηρεί στηριζόμενος σε ένα χωρίο κριτικής του βρετανού φιλοσόφου Αϊζάια Μπερλίν προς τους ιστορικούς Εντουαρντ Γκίμπον και Αρνολντ Τόινμπι. Παρόμοιες διατυπώσεις μοιάζουν να αποτελούν προτροπή και προς τον ίδιο τον συγγραφέα για αποφυγή των παγίδων της αιτιοκρατίας. Θα έλεγε κανείς ότι εδώ ο Κάπλαν επιχειρεί πράγματι να επιδοθεί σε πιο «λεπτές διακρίσεις» σε σύγκριση με τα μάλλον αμβλεία όργανα που είχε χρησιμοποιήσει τη δεκαετία του 1990 στα «Φαντάσματα των Βαλκανίων» (εκδ. Ροές) αναλύοντας το υπόβαθρο του πολέμου της Γιουγκοσλαβίας στη βάση της ανιστορικής έννοιας του «προαιώνιου μίσους». Ωστόσο, και η «Εκδίκηση της γεωγραφίας» δέχθηκε επικρίσεις για ντετερμινιστικές τάσεις: ο καθηγητής Πολιτικής Γεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ Νικ Μεγκόραν θεώρησε ότι ο Κάπλαν συγκροτεί μια «νεοκλασική γεωπολιτική» (κατά τη «νεοκλασική οικονομία» των νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων), ο καθηγητής Γεωγραφίας του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν Χαρμ ντε Μπλάι του απέδωσε «γεωγραφικό ντετερμινισμό».
Οπως όλα τα βιβλία του είδους του, το βιβλίο του Ρόμπερτ Κάπλαν οφείλει να διαβαστεί προσεκτικά –οπωσδήποτε όμως αξίζει να διαβαστεί. Επίκαιρο στον απόηχο της διένεξης Ρωσίας – Ουκρανίας και της προσάρτησης της Κριμαίας, γοητευτικό ως αφήγηση, προερχόμενο από έναν τεχνίτη της γραφής, διατυπώνει ένα ισχυρό και τεκμηριωμένο επιχείρημα. Ενστάσεις μπορούν επίσης να προβληθούν, όπως φάνηκε παραπάνω, το ίδιο ισχύει για έγκυρα αντεπιχειρήματα και συμπληρωματικές κατευθύνσεις. Γράφοντας, για παράδειγμα, μια επαινετική για το βιβλίο κριτική στους «New York Times» η Ανν-Μαρί Σλότερ, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, επεσήμανε το 2012 ότι η έννοια του εδαφικού χάρτη θα πρέπει σήμερα να συμπληρωθεί από τον χάρτη της ροής των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, μετακινήσεων και διαδράσεων. Η έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα, «η νέα επιστήμη της κοινωνιογραφίας», θα σήμαινε την εκδίκηση όχι μόνο της «φυσικής, αλλά και της ανθρώπινης γεωγραφίας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ