Για τα σημερινά «κορίτσια» της Generation Χ (χονδρικά από 40 έως 55 ετών), αυτής της ασκεπούς, μαλθακής, βαριεστημένης και ολίγον κυνικής γενιάς, η επιβίωση είναι δύσκολη. Ως τελευταίες εκπρόσωποι της αναλογικής εποχής, νοσταλγούν π.χ. τα χρόνια της αθωότητας, όταν μπορούσες να γράψεις το επεισόδιο της «Δυναστείας» ή του «Τwin Peaks» σε βιντεοκασέτα. Την ίδια στιγμή, τα έχουν ψιλοκαταφέρει να πλασάρονται και ως media gurus της ψηφιακής εποχής (μέχρι, βέβαια, να αρχίσει το ακατάσχετο τρολάρισμα από κάποια «κωλοπετσωμένη» millennial ή, ακόμη χειρότερα, από τη 14χρονη κόρη τους).
Είναι ενδεχομένως η γενιά που απομυθοποίησε και τον γάμο και το διαζύγιο (υπό την έννοια ότι υπάρχει ζωή χωρίς ή και μετά από αυτά). Είναι επίσης η πρώτη που βιώνει την ώριμη μητρότητα (γνωρίζω 49χρονη που δεν προλαβαίνει να νιώσει τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης γιατί έχει δύο νήπια να της διαλύουν το σπίτι), την υπερεντατική γονεϊκότητα και βεβαίως την παντοκρατορία των παιδιών. Κάντε ένα μικρό γκάλοπ. Αν τυγχάνει να ανήκετε στη Γενιά Χ, ρωτήστε τη μαμά σας αν όταν έβγαινε έξω να διασκεδάσει συζητούσε για το κίνημα του αντιεμβολιασμού ή για το διαγώνισμα γερμανικών που έχει το παιδί τη Δευτέρα. Θα σας κοιτάξει με απορία και αποτροπιασμό.
Οσον αφορά την Ελλάδα, είναι η «καλοζωισμένη» γενιά που ενώ μεγάλωσε με long weekends στο Λονδίνο, βρέθηκε στα 40 και κάτι να ψάχνει να βρει μια δουλειά και έναν μισθό της προκοπής. Η ανασφάλεια και το στρες (της κακοπληρωμένης υπερεντατικής εργασίας ή της ανεργίας) είναι αχαρτογράφητα νερά για εκείνες και για εκείνους που, όπως το αποτύπωνε μεγάλη έρευνα του 1990 (των Ντέιβιντ Γκρος και Σοφρόνια Σκοτ), έτρεμαν σαν τον διάολο «το ρίσκο, τον πόνο και τις απότομες αλλαγές». Είναι ενδεχομένως και η πρώτη γενιά που βιώνει τόσο έντονα τον ψυχαναγκασμό της «αθνητότητας» (amortality) –διότι τα 60 είναι τα νέα 40 και άλλα τέτοια μεγαλόθυμα μότο της παγκόσμιας βιομηχανίας ομορφιάς -, που ξέρει καλά ότι για να επιβιώσει πρέπει να έχει κάποια σχέση με ένα ή περισσότερα από αυτά: πιλάτες, mindfulness, μεσοθεραπείες, γκότζι μπέρι, υαλουρονικό οξύ, εξοπλισμός running, σεμινάρια για την πρόληψη της οστεοπόρωσης, σύσφιγξη με ραδιοσυχνότητες κ.ο.κ. Είναι επίσης ίσως οι πρώτες που υφίστανται ασφυκτικές πιέσεις (πρακτικές και συναισθηματικές) και από προγόνους και από απογόνους. Αποτέλεσμα; Την ίδια εποχή που τρέχεις να βρεις παιδικό σταθμό για τον γιο (που απέκτησες με άπειρες εξωσωματικές στα 43 σου), βρίσκεσαι συστηματικά να παραμελείς τους υπέργηρους γονείς σου (αν βέβαια δεν τους αγγαρεύεις νυχθημερόν για μαγείρεμα και babysitting).
Την ίδια ώρα, η μέση εκπρόσωπος της Γενιάς Χ ζει συντροφιά με μια μυθοποιημένη εφηβεία (που αναζωπυρώνουν τα «πιασάρικα» αφιερώματα στα άλλοτε κατάπτυστα 80s) και βέβαια βιώνει πανηγυρικές απώλειες (το 2016 ήταν το annus horribilis για αγαπημένα είδωλα –Μπάουι, Prince, Τζορτζ Μάικλ κ.ο.κ. –που άρχισαν να εναγκαλίζονται, με ρυθμούς Super Nτόμινο, τον Πορθμέα του Αδη). Και η μαύρη αλήθεια είναι ότι μέσα από αυτό το τριπ της παρατεταμένης ανωριμότητας είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμφιλιωθείς με την ταμπέλα «μεσήλικος». «Ερχεσαι σε αυτό το μέρος που λέγεται μέση ηλικία» έγραφε η βρετανή συγγραφέας Χίλαρι Μαντέλ. «Δεν ξέρεις πώς έφτασες εκεί, αλλά ξαφνικά αντικρίζεις κατάματα τα 50. Οταν γυρνάς και κοιτάζεις πίσω τα χρόνια που πέρασαν, χαζεύεις στα πεταχτά τα φαντάσματα των ζωών που θα μπορούσες να είχες ζήσει». Αν δε είσαι «Gen Xer» και ζεις και αναπνέεις στη σημερινή Ελλάδα, οι ματαιώσεις και οι διαψεύσεις σε συνθλίβουν.
Mέσα σε όλα αυτά, τα ώριμα «κορίτσια» της Γενιάς Χ παλεύουν να αντεπεξέλθουν στις νέες προκλήσεις. Αλλοτε τα καταφέρνουν, άλλοτε όχι. Το βέβαιο είναι ότι παραμένουν μαχήτριες. Στο κάτω-κάτω, ποιες ξεμπρόστιασαν τον Γουάινσταϊν και τα συναφή λιγούρια της Ευρώπης; Ποιος ξεκίνησε τη #MeToo καμπάνια; (Θυμίζω ενδεικτικά κάποιες ηλικίες: Αλίσα Μιλάνο 44, Μίρα Σορβίνο 50, Κέιτ Γουίνσλετ 42, Γκουίνεθ Πάλτροου 45, Μπγιορκ 51 κ.ο.κ.) Οι «ανώριμες» μεγαλοκοπέλες τώρα δικαιώνονται!
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ