Ο στρατηγός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, από τους νικητές του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου και µετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ, συνήθιζε να λέει ότι «το αγκιστρωµένο ψάρι δεν έχει πολλά περιθώρια ελιγµών».
Το 1952 ο αµερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα, ο περιβόητος Τζον Πιουριφόι, εξελίσσοντας τον λόγο του Αϊζενχάουερ, σηµείωνε χαρακτηριστικά στην προσπάθεια να εξηγήσει την υποτελή στάση των ελλήνων πολιτικών εκείνης της περιόδου ότι «το αγκιστρωµένο ψάρι δεν χρειάζεται δόλωµα».
Αποφθέγµατα µιας άλλης εποχής θα πείτε, αλλά παρά ταύτα µπορούν να εξηγήσουν τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης στην παρούσα περίοδο.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επιδίωξε, οργάνωσε και πήγε τελικά στις ΗΠΑ, σε προγραµµατισµένη συνάντηση µε τον ιδιόρρυθµο –στην καλύτερη περίπτωση –νέο αµερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραµπ.
Η επιλογή δεν έγινε αβασάνιστα. Κακά τα ψέµατα, η χώρα είναι σε προφανή δυσκολία και ο κ. Τσίπρας µε την πλάτη στον τοίχο.
Η χώρα δεν έχει απαλλαγεί από το βάρος της πραγµατοποιηθείσης –αλλά µηδέποτε επισήµως οµολογηθείσης –πτωχεύσεως, η ελληνική οικονοµία, παρά τα βήµατα σταθεροποίησης, είναι ακόµη ασταθής και για πολλούς µετέωρη, οι εταίροι και οι δανειστές διατηρούν ακέραιες τις απαιτήσεις τους, δεν δείχνουν διατεθειµένοι να ρυθµίσουν τα ελληνικά χρέη χωρίς επιπρόσθετες εγγυήσεις, και ο εθνικός περίγυρος επίσης τελεί σε διέγερση, επιτείνοντας ανησυχίες και αβεβαιότητες.
Ο κ. Τσίπρας όντας αγκιστρωµένος, γνωρίζοντας τις αµερικανικές αναζητήσεις στην περιοχή λόγω των αµφιβολιών που επικρατούν στις ΗΠΑ για τη γείτονα Τουρκία, επιζήτησε επί της ουσίας αµερικανική βοήθεια και στήριξη –µε σκοπό να αµβλύνει τις πιέσεις Ευρωπαίων και IMF για πρόσθετα µέτρα και µαζί να κερδίσει τόσο την αµερικανική υποστήριξη στο ζήτηµα της διευθέτησης του χρέους όσο και ένα σήµα επενδύσεων και άρσης των πολλών αµφιβολιών από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Οι αµερικανοί επίσηµοι γνωρίζουν την ελληνική δυσκολία και ανάγκη και προφανώς την εκµεταλλεύθηκαν.
Στο τραπέζι των συνοµιλιών έπεσαν όλα τα θέµατα ασφάλειας και κάλυψης των αµερικανικών δυνάµεων στην περιοχή.
Η Ελλάδα, κατά τους Αµερικανούς, µπορεί –µετά τις τουρκικές αναστολές και πιθανές αναθεωρήσεις –να καλύψει επιχειρησιακές και άλλες ανάγκες της υπερδύναµης στα Βαλκάνια και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Δηλαδή να υποκαταστήσει εν µέρει τουλάχιστον την Τουρκία, στον βαθµό που αυτή αναθεωρήσει το υπάρχον δόγµα και θελήσει να αυτονοµηθεί, επειδή θεωρεί ότι οι ΗΠΑ αντιστρατεύονται διά των Κούρδων την εθνική της ακεραιότητα και ασφάλεια.
Γύρω λοιπόν απ’ αυτό το πλέγµα των ελληνικών αιτηµάτων για βοήθεια και των αµερικανικών απαιτήσεων για πρόσθετες διευκολύνσεις στήθηκε το παζάρι στον Λευκό Οίκο. Το αποτέλεσµά του, βάσει των όσων έχουν µέχρι τώρα δει το φως της δηµοσιότητας, είναι ακόµη θολό και εν πολλοίς µη προσεγγίσιµο.
Λεπτοµέρειες έγιναν γνωστές µόνο για τη συµφωνία αναβάθµισης των πολεµικών αεροσκαφών F-16 και µάλιστα από τον ίδιο τον αµερικανό πρόεδρο, ο οποίος σε ένα κρεσέντο λαϊκισµού θέλησε να πείσει τους Αµερικανούς ότι αυτός δηµιουργεί θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ ακόµη και από τους πτωχούς και δύσµοιρους Ελληνες.
Ωστόσο, η οπτική των F-16 είναι απολύτως περιοριστική. Κάτι πολύ µεγαλύτερο και βαθύτερο από την αναβάθµιση των πολεµικών αεροσκαφών συζητήθηκε πίσω από τις κλειστές πόρτες του Λευκού Οίκου.
Θα το µάθουµε εν καιρώ, όταν οι επιµέρους επιτροπές αναλάβουν δράση. Το βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα κατέφυγε στον «διάβολο» Τραµπ για βοήθεια.
Ο κ. Τσίπρας είχε την ευκαιρία να αξιοποιήσει τις ανάγκες των Αµερικανών και να εκµεταλλευθεί τον αναβαθµισµένο ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή. Ωστόσο φανέρωσε ότι δεν έχει τις ικανότητες που οι περιστάσεις απαιτούν.
Το ψάρι ήταν όντως αγκιστρωµένο και δεν χρειαζόταν καν δόλωµα.
Δυστυχώς η ελληνική πολιτική δεν έχει τις δυνάµεις, ούτε τις αντοχές και την κουλτούρα να δώσει µάχες µε συνέπεια, συνέχεια και σταθερότητα, τις µόνες ικανές να εξοπλίσουν τη χώρα µε δύναµη και αξιοπιστία, ώστε να ασκήσει πραγµατικά ανεξάρτητη και περήφανη εξωτερική πολιτική προς όλες τις κατευθύνσεις.ΤΟ ΒΗΜΑ
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ