Τη δυσπιστία του ΔΝΤ για τις προοπτικές ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και την κεφαλαιακή ισχύ των ελληνικών τραπεζών επιβεβαίωσαν για μία ακόμη φορά οι διοικήσεις τους στις συναντήσεις που είχαν την περασμένη εβδομάδα στην Ουάσιγκτον με τους επικεφαλής του Οργανισμού, στο πλαίσιο της ετήσιας συνόδου του.
Η γενική διευθύντρια του Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ και το… δεξί της χέρι Πόουλ Τόμσεν επισήμαναν στα μέλη της ελληνικής αποστολής ότι υπό τις υπάρχουσες συνθήκες οι προβλέψεις για την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια είναι επισφαλείς και ότι οι τράπεζες θα χρειαστούν πρόσθετα κεφάλαια για την αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την εξυγίανση των χαρτοφυλακίων τους.
Οι κίνδυνοι
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών και της Eurobank Νίκος Καραμούζης και οι CEOs των τεσσάρων συστημικών ομίλων άκουσαν ξανά τους εκπροσώπους του ΔΝΤ να προειδοποιούν για το ρίσκο η Ελλάδα να μην επιστρέψει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης. Οι εστίες κινδύνου, σύμφωνα με το Ταμείο, που μπορεί να ανακόψουν την πορεία βελτίωσης στην οποία έχει εισέλθει η χώρα, είναι οι εξής:
l Πρωτογενή πλεονάσματα. Οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ θεωρούν ότι οι στόχοι για πλεονάσματα 3,5% έως και το 2023 είναι ανέφικτοι, εκτιμώντας ότι πολύ δύσκολα η ελληνική κυβέρνηση θα καταφέρει να πετύχει αυτή την επίδοση, ακόμη και το 2018. Στο πλαίσιο αυτό, επανέλαβαν τη θέση τους για την ανάγκη μείωσης των στόχων, με ταυτόχρονη αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, ώστε να μειωθούν οι ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησής του.
l Υψηλή φορολογία. Επιπλέον, στάθηκαν ιδιαίτερα στους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, υπογραμμίζοντας ότι με το ισχύον πλαίσιο η οικονομία δεν μπορεί να πάρει ανάσα, καθώς λειτουργεί αποτρεπτικά για την υλοποίηση επενδύσεων, ξένων και εγχώριων, και την ίδια στιγμή το κράτος στερεί πολύτιμη ρευστότητα από την αγορά.
l Stress tests. Το ΔΝΤ επέμεινε στη θέση του για την ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, με ένα ποσό γύρω από τα επίπεδα των 10 δισ. ευρώ. Οι τραπεζίτες πάντως δεν πείστηκαν από τα επιχειρήματα που διατύπωσαν τα στελέχη του Ταμείου. Θεωρούν δε ότι η εκτίμηση για νέες αυξήσεις κεφαλαίου δεν στηρίζεται σε κάποια μελέτη, αλλά είναι αυθαίρετη.
l «Κόκκινα» δάνεια. Εγινε ευρεία συζήτηση για την αντιμετώπιση του ζητήματος των προβληματικών χορηγήσεων. Το ΔΝΤ έκανε λόγο για καθυστερήσεις στην υλοποίηση του πλάνου αναδιάρθρωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και επέμεινε στην άμεση αξιοποίηση του εργαλείου των πλειστηριασμών, προκειμένου να επιταχυνθεί η ανάκτηση των οφειλόμενων ποσών και να δημιουργηθεί ισχυρό αντικίνητρο στους στρατηγικούς πληρωτές για… κρυφτούλι.
l Capital controls. Προβληματισμός εκφράστηκε και για τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, λόγω των χαμηλών ρυθμών χαλάρωσής τους. Οπως ειπώθηκε, έχουν ήδη συμπληρωθεί δύο χρόνια capital controls και όσο αυτά παραμένουν, δεν αποκαθίσταται η εμπιστοσύνη, όπως καταδεικνύει και η μεταβολή των καταθετικών υπολοίπων, τα οποία από το 2015 έχουν αυξηθεί κατά μόλις 3,5 δισ. ευρώ.
Η απάντηση
Από την πλευρά τους οι τραπεζίτες απάντησαν ότι ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος διαθέτει υψηλό κεφαλαιακό απόθεμα και πως το αν χρειάζονται νέα κεφάλαια θα το αποφασίσει το αρμόδιο εποπτικό όργανο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Επεσήμαναν ότι δεν βοηθάει στην εδραίωση αισθήματος ασφάλειας στους καταθέτες, όσο βρίσκεται σε εξέλιξη, με ευθύνη του ΔΝΤ, δημόσια συζήτηση για την ανάγκης μιας τέταρτης από το 2013 ανακεφαλαιοποίησης.
Σημείωσαν επίσης ότι υπάρχει πρόοδος στο μέτωπο των «κόκκινων» δανείων, καθώς έχουν ήδη μειωθεί κατά 5 δισ. ευρώ περίπου από πέρυσι, ενώ δεσμεύτηκαν για επιτάχυνση της διαδικασίας των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, ήδη από τον ερχόμενο Δεκέμβριο.
Χαρακτήρισαν δε ενθαρρυντικό ότι έπειτα από χρόνια καθυστερήσεων στην Ελλάδα, δημιουργήθηκε πλέον το απαραίτητο νομοθετικό πλαίσιο και θεσμοθετήθηκαν ρυθμίσεις, όπως είναι η δυνατότητα πώλησης δανειακών χαρτοφυλακίων στη δευτερογενή αγορά, οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών, ο νέος πτωχευτικός κώδικας και οι αδειοδοτήσεις εταιρειών διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας οι τραπεζικές διοικήσεις εμφανίστηκαν αισιόδοξες ότι εάν κλείσει η τρίτη αξιολόγηση ως και το τέλος αυτής της χρονιάς θα υπάρξει ώθηση στην αγορά, ενώ η Ελλάδα θα γίνει πιο ασφαλής προορισμός για ξένες επενδύσεις. Παραδέχθηκαν πάντως ότι η φορολογία είναι πολύ υψηλή, εκτιμώντας ότι εάν οι ρυθμοί ανάπτυξης ισχυροποιηθούν, θα υπάρξει δημοσιονομικός χώρος για τη μείωσή της.
Οσον αφορά τη ρευστότητα, οι τραπεζίτες ανέλυσαν την πρόοδο που έχει συντελεστεί και αναφέρθηκαν, πέραν της ανόδου των καταθέσεων τους τελευταίους μήνες, στη μείωση του ELA κατά 58 δισ. ευρώ από το καλοκαίρι του 2015, στα 28 δισ. ευρώ σήμερα. Επιπλέον, τόνισαν τη σταδιακή ανάκτηση της πρόσβασης στις αγορές μέσω πράξεων repo και εκδόσεων καλυμμένων ομολόγων, μέσω των οποίων έχουν αντληθεί έως σήμερα περί τα 20 δισ. ευρώ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ