Η «ελβετική παγίδα» ανησυχεί το Λονδίνο

Στην αναζήτησή τους για ένα μοντέλο εμπορικών σχέσεων με την ΕΕ μετά τo Brexit, οι βρετανοί ευρωσκεπτικιστές

Στην αναζήτησή τους για ένα μοντέλο εμπορικών σχέσεων με την ΕΕ μετά τo Brexit, οι βρετανοί ευρωσκεπτικιστές φοβούνται μην πέσουν στη λεγόμενη «ελβετική παγίδα».
Για μερικούς στη βρετανική κυβέρνηση το ελβετικό μοντέλο –και το υψηλό επίπεδο πρόσβασης στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά που προσφέρει –θα ήταν το πιο ελκυστικό, αν δεν υπήρχε ένα πρόβλημα που ενοχλεί ακόμη και τους πιο ήπιους ευρωσκεπτικιστές: εάν οι Ελβετοί σπάσουν έστω και μια ρήτρα σε οποιαδήποτε από τις πολυάριθμες διμερείς συμφωνίες που αποτελούν την εμπορική τους σύνδεση με τις Βρυξέλλες, καταρρέει όλη η οικονομική σχέση με την ενωμένη Ευρώπη.
Αυτή η «ρήτρα της γκιλοτίνας» υποχρεώνει την Ελβετία να αποδεχθεί ένα μεγάλο και εξελισσόμενο μέρος της νομοθεσίας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, χωρίς να μπορεί να απομακρυνθεί δίχως να διακινδυνεύσει τεράστιες οικονομικές ζημιές.
Οι βρετανοί διαπραγματευτές και κορυφαίοι υπουργοί στο Λονδίνο προσπαθούν τώρα να βρουν έναν τρόπο για να αποφύγουν αυτή την «ελβετική παγίδα», διατηρώντας ταυτόχρονα το ίδιο επίπεδο πρόσβασης στην ευρωπαϊκή ενιαία αγορά που απολαμβάνουν οι Ελβετοί.
Στα αφτιά των Βρυξελλών αυτό ακούγεται σαν το σενάριο που προσπαθούν πάση θυσία να αποφύγουν, στο οποίο η Βρετανία θα επιλέξει α λα καρτ ποια μέρη της ένταξης στην ΕΕ θέλει να διατηρήσει.
Αλλά οι βρετανοί διαπραγματευτές παίρνουν σοβαρά το μοντέλο. Στον πυρήνα του είναι μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, όπως η συμφωνία που υπεγράφη πρόσφατα από την ΕΕ και τον Καναδά, αλλά η οποία αρχίζει με τις ρυθμίσεις και στις δύο πλευρές να είναι ακριβώς ευθυγραμμισμένες, κάτι που οι αξιωματούχοι της Βρετανίας πιστεύουν ότι καθιστά πολιτικά εφικτή την πρόσβαση στο πρότυπο του ελβετικού μοντέλου.
Οι διαπραγματεύσεις θα γίνονταν «κεφάλαιο ανά κεφάλαιο», όπως όλες οι σύγχρονες συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, καλύπτοντας διάφορους τομείς της οικονομίας, χωρίς τον φόβο ότι εάν το Ηνωμένο Βασίλειο ή η ΕΕ παραβιάσουν ένα από αυτά τα κεφάλαια σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή αυτό θα σήμαινε την πλήρη κατάρρευση της συμφωνίας.
Αυτό είναι το μοντέλο «Swiss plus» που συζητείται τώρα στα υψηλότερα επίπεδα της διαπραγματευτικής ομάδας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η σχέση της Ελβετίας με την ΕΕ είναι μια ελαφρώς αποδυναμωμένη εκδοχή της ένταξης στην ενιαία αγορά, την οποία οι ελβετοί ψηφοφόροι απέρριψαν σε δημοψήφισμα για ένταξη στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο το 1992.
Πρόκειται για το πλησιέστερο μοντέλο σε σχέση με αυτό που παρουσίασε η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι στην ομιλία της στη Φλωρεντία τον περασμένο μήνα, όπου απέρριψε το νορβηγικό μοντέλο ένταξης στον ΕΟΧ ως υπερβολικά περιοριστικό, επιμένοντας επίσης ότι το μοντέλο ελεύθερου εμπορίου του Καναδά δεν προσφέρει αρκετή πρόσβαση στην οικονομία της Βρετανίας.
Η «Ελβετία χωρίς την παγίδα» είναι ο τρίτος δρόμος εξόδου από το δίλημμα, σύμφωνα με βρετανούς αξιωματούχους και υπουργούς που ευνοούν αυτό το μοντέλο.
Η σχέση της Ελβετίας με την ΕΕ διέπεται από περίπου 100 διμερείς συμφωνίες, οι οποίες καλύπτουν τα πάντα, από τις μεταφορές έως τη γεωργία και τις δημόσιες συμβάσεις. Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, η Ελβετία υποχρεούται να «ακολουθεί τη σχετική κοινοτική νομοθεσία» σε όλους τους τομείς της οικονομίας της που καλύπτονται από τις εν λόγω συμφωνίες, περιλαμβανομένης της ελεύθερης κυκλοφορίας, χωρίς να έχει λόγο στη διαμόρφωση αυτών των κανόνων.
Αυτές οι συμφωνίες εποπτεύονται από περισσότερες από 15 κοινές επιτροπές, και όχι από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο –αλλά αν παραβιαστεί οποιαδήποτε ρήτρα, ολόκληρη η συμφωνία καταρρέει. Η αυστηρότητα αυτής της ποινής –και η επίδρασή της στην ελβετική οικονομία –σημαίνει ότι στην πράξη η χώρα πρέπει να συμμορφώνεται με ό,τι αποφασίζεται στις Βρυξέλλες, εάν σχετίζεται με οποιονδήποτε από τους τομείς της οικονομίας της όπου συναλλάσσεται με την ΕΕ.
Οι Ελβετοί συνεισφέρουν επίσης στα οικονομικά της ΕΕ –με περίπου 12 ευρώ ανά άτομο ανά έτος, σημαντικά χαμηλότερο ποσό από τους Βρετανούς που πληρώνουν 79 ευρώ το χρόνο για πλήρη ένταξη στην ΕΕ, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία.
Η σχέση του Καναδά με την ΕΕ διέπεται από τη CETA, τη συνολική συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών που υπέγραψε με τις Βρυξέλλες. Ο Καναδάς δεν συμβάλλει στον προϋπολογισμό της ΕΕ, δεν δέχεται την ελεύθερη κυκλοφορία, ούτε αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Αλλά η πρόσβασή του στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά είναι πολύ πιο περιορισμένη από της Ελβετίας, η οποία έχει σχεδόν πλήρη, ανοικτή πρόσβαση.
Στις Βρυξέλλες ο κίνδυνος είναι ότι κάθε μοντέλο «Swiss-plus» θα θεωρηθεί ως απώτερη απειλή για την ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς.
Οι διαπραγματευτικές κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που δίνουν στον επικεφαλής διαπραγματευτή Μισέλ Μπαρνιέ και στην ομάδα του εντολή για τις συνομιλίες αποκλείουν ρητά μια συμφωνία που θα ασχολείται ανεξάρτητα με τον κάθε τομέα.
«Φυσικά, αν το Ηνωμένο Βασίλειο ήθελε να προχωρήσει πέρα από το είδος συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου που μόλις υπογράψαμε με τον Καναδά, υπάρχουν και άλλα μοντέλα στο τραπέζι» δήλωσε ο Μπαρνιέ τον Σεπτέμβριο. «Για παράδειγμα, η Νορβηγία και η Ισλανδία επέλεξαν να είναι στην ενιαία αγορά, να αποδεχθούν τους κανόνες και να συμβάλλουν οικονομικά στην πολιτική συνοχής.
Αλλά ένα πράγμα είναι σίγουρο: Δεν είναι –και δεν θα είναι –δυνατόν μια τρίτη χώρα να έχει τα ίδια οφέλη με το νορβηγικό μοντέλο αλλά τις περιορισμένες υποχρεώσεις του καναδικού» τόνισε ο ευρωπαίος διαπραγματευτής.

HeliosPlus

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.