Επιτρέψτε μου κάποιες προσωπικές εκμυστηρεύσεις. Ξεκινούν από τα πρώτα παιδικά χρόνια όταν εκείνος, δυο χρόνια μεγαλύτερος, ανέλαβε και διατήρησε μέχρι τέλους την πρωτοβουλία του αρχηγού. Εκείνος σχεδίαζε, έπαιρνε τα ρίσκα, υπερασπιζόταν τον μικρότερο. Είχε έκτοτε τα ηγετικά προσόντα, τα οποία αυτοτροφοδοτήθηκαν και πίσω από τα οποία βολεύτηκε ο μικρότερος. Στα ομαδικά παιχνίδια είχε πάντα το πρόσταγμα. Δεν είχε φαβοριτικές προτιμήσεις και έτσι δεν προκαλούσε το αίσθημα της αδικίας. Ομως ταυτόχρονα ήταν πεισματάρης και άκαμπτος. Και όταν αποφάσιζε κάτι ή σχημάτιζε γνώμη για κάτι ήταν αδύνατον να επιτύχεις αναθεώρηση.
Ετσι, στα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής. Ετσι και μετά, στα χρόνια της εφηβείας, όταν εκείνος επέβαλε στη μητέρα του την επιλογή να γίνει εμποροπλοίαρχος, ένα επάγγελμα με πολλούς κινδύνους και στερήσεις. Με τη χήρα μητέρα σε πλήρη ανέχεια, αγωνιζόμενη για τον επιούσιο σε μια αφιλόξενη Αθήνα, όπου ήλθε η τριμελής οικογένεια από την επαρχία, χρειάστηκε να μοιρασθούν οι ρόλοι. Εκείνη σκληρά εργαζόμενη σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, εκείνος σπουδαστής στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, που έδρευε τότε στην Καστέλα, αναγκαζόταν, ελλείψει χρημάτων για τα εισιτήρια, να πηγαίνει με τα πόδια από τον Βύρωνα, όπου ζούσαμε, στον σταθμό του ηλεκτρικού στο Μοναστηράκι και αντίστροφα. Αναδείχθηκε παρά ταύτα πρώτος και αρχηγός σε όλα τα έτη μέχρι την αποφοίτηση. Ο μικρότερος, πρώτος μαθητής στο γυμνάσιο και αυτός, είχε παράλληλα επιφορτιστεί με τα ψώνια και εν μέρει τη μαγειρική της οικογένειας, αφού η μητέρα έφευγε αυγή και επέστρεφε νύχτα.
Ο τριπλός αγώνας δικαιώθηκε. Ο δόκιμος πλοίαρχος πια, από τον πρώτο του μισθό τροφοδοτούσε την οικογένεια με τα αναγκαία για ανακούφιση της μάνας και για τα δύο πρώτα ετών φοίτησης στη Νομική του μικρού. Ταυτόχρονα ο νεόκοπος πλοίαρχος έστελνε και τα αναγκαία χρήματα για να χτισθεί στέγη δύο δωματίων στην ταράτσα της ιδιόκτητης οικίας στο Παγκράτι, στην οποία όμως ο νόμος ανάλγητα προστάτευε τον μισθωτή (ενοικιοστάσιο) αφήνοντας στον δρόμο άστεγο τον ιδιοκτήτη. Ετσι στεγάστηκε η οικογένεια στοιχειωδώς, αφού προηγουμένως δοκιμάστηκε από τον ανορθολογισμό και την αναλγησία του Ελληνικού Δημοσίου.
Με τα χρόνια ο μικρός, εργαζόμενος και σπουδάζοντας ταυτόχρονα, σταδιοδρόμησε επιτυχώς, ο δε μεγάλος μη αντέχοντας την μοναξιά του Ναυτικού, νυμφεύτηκε μια ωραία Γερμανίδα που γνώρισε τυχαία στην Αγγλία. Η οικογένεια του μεγάλου πήρε τον δρόμο της, προστέθηκαν και δύο γιοι, και όλοι μαζί εγκαταστάθηκαν τελικά στην Πάτρα, όπου συνέχισε ως πλοηγός. Τα παιδιά σπούδασαν και άρχισαν να εργάζονται ο ένας στην Αθήνα και ο άλλος στη Γερμανία και έκαναν δικές τους οικογένειες. Ολοι όμως παρέμειναν δεμένοι, παρά τις αποστάσεις και τα προβλήματα που άρχισαν να δημιουργούν οι μεγάλες ηλικίες και οι αρρώστιες.
Και ξαφνικά, μετά από έναν περίπατο του υπερήλικου ζεύγους, ο ταπεινός 90τής ήρωας αυτής της καθημερινής ιστορίας, έπεσε από τα σκαλοπάτια του σπιτιού του και έτσι κόπηκε απρόσμενα το νήμα της ζωής του.
Πριν από λίγες ημέρες συνοδεύσαμε στην τελευταία κατοικία του τον μεγάλο μου αδερφό, συγκλονισμένοι από το απρόβλεπτο, αλλά και με την παρηγοριά ότι έφυγε όρθιος, όπως ο καπετάνιος στη γέφυρα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ