Για τους φίλους του λυρικού θεάτρου, και όχι μόνο, η Δάφνη Ευαγγελάτου δεν χρειάζεται ασφαλώς συστάσεις. Γεννημένη σε μία από τις γνωστότερες καλλιτεχνικές οικογένειες –κόρη του συνθέτη και μαέστρου Αντίοχου Ευαγγελάτου και της αρπίστριας Ξένης Μπουρεξάκη, αδελφή του σκηνοθέτη Σπύρου Ευαγγελάτου – διέπρεψε διεθνώς ως μεσόφωνος αλλά και ως δασκάλα. Εν προκειμένω αναλαμβάνει ένα ενδιαφέρον όσο και γοητευτικό εγχείρημα: θα αναλύσει δραματουργικά τη «Μεγαλοψυχία του Τίτου», την τελευταία όπερα που έγραψε ο Μότσαρτ το 1991, έργο με το οποίο έχει συνδέσει και η ίδια το όνομά της ερμηνευτικά με μεγάλη επιτυχία. Ταυτόχρονα, υπό τη διδασκαλία της, ταλαντούχοι νέοι λυρικοί καλλιτέχνες θα ερμηνεύσουν τα κυριότερα μουσικά σύνολα και τις άριες του έργου. Ολα αυτά στο πλαίσιο του λυρικού εργαστηρίου που διοργανώνει εντός των εκπαιδευτικών του δράσεων το Σωματείο Υποτροφίες Μαρία Κάλλας σε συνεργασία με τον Σύλλογο Οι Φίλοι της Μουσικής την Πέμπτη 19 Οκτωβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Η εκδήλωση εντάσσεται στα 40 χρόνια μνήμης της Κάλλας, στην οποία άλλωστε είναι αφιερωμένες και όλες οι δράσεις του σωματείου που φέρει το όνομά της έχοντας ιδρυθεί από την ίδια…
«Η ιδέα ήταν να διοργανωθεί ένα είδος masterclass ανοιχτού στο κοινό. Μια εκδήλωση μεγαλύτερη και πιο εξωστρεφής. Ωστόσο, αντί να παρουσιαστούν σκόρπιες άριες, αποφασίσαμε να επικεντρωθούμε σε μια συγκεκριμένη όπερα» εξηγεί η Δάφνη Ευαγγελάτου και συνεχίζει: «Το έργο αυτό έχει τρομερή πλοκή, είναι σαν ταινία του Χίτσκοκ. Ολοι οι χαρακτήρες είναι πολύ ενδιαφέροντες». Η λαμπρή ερμηνευτική διαδρομή της Δάφνης Ευαγγελάτου περιλαμβάνει εμφανίσεις σε όλα τα μεγάλα μουσικά κέντρα της Ευρώπης, καθώς και στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία, αλλά και σε διεθνή φεστιβάλ όπως του Σάλτσμπουργκ, του Εδιμβούργου, της Εξ Εν Προβάνς κ.ά., ενώ έχει επίσης εμφανιστεί επανειλημμένως στο ελληνικό κοινό. Σε ό,τι αφορά την εκπαιδευτική της δραστηριότητα, το 1993 εξελέγη τακτική καθηγήτρια στην Ανωτάτη Μουσική Ακαδημία του Μονάχου, της οποίας διετέλεσε επίσης αντιπρύτανης το διάστημα 2002-2010, ενώ μεταξύ 2003 και 2008 δίδαξε ως επισκέπτρια καθηγήτρια στη Βασιλική Ακαδημία Μουσικής της Κοπεγχάγης. Παράλληλα, μετέχει συχνά στην κριτική επιτροπή διεθνών διαγωνισμών λυρικού τραγουδιού και από το 2004 είναι μέλος της κριτικής επιτροπής των καλλιτεχνικών βραβείων του υπουργείου Πολιτισμού της Βαυαρίας και γνωμοδοτική σύμβουλος του περίφημου Πανεπιστημίου Mozarteum του Σάλτσμπουργκ.
Πόσο διαφορετική είναι άραγε η δουλειά του ερμηνευτή από αυτήν του δασκάλου; «Πρόκειται, πράγματι, για δύο διαφορετικές δουλειές» απαντά η Δάφνη Ευαγγελάτου. «Ως ερμηνευτής είσαι πιο συγκεντρωμένος στον εαυτό σου. Οταν διδάσκεις, αντίθετα, οφείλεις να βάλεις τον εαυτό σου σε δεύτερη μοίρα και να δεις τι είναι αυτό που χρειάζεται ο νέος άνθρωπος, τι εφόδια μπορείς να του προσφέρεις ώστε να αντιμετωπίσει αυτήν την πολύ δύσκολη, ομολογουμένως, δουλειά… Ας μην ξεχνάμε ότι κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο κάποιοι πολύ καλοί τραγουδιστές να είναι ταυτόχρονα κακοί δάσκαλοι. Ισως γιατί δεν μπορούν να βάλουν τον εαυτό τους σε δεύτερη μοίρα».
Μιλάει για τις δυσκολίες του επαγγέλματος του τραγουδιστή της όπερας: «Το ταλέντο του λυρικού τραγουδιστή δεν είναι η φωνή… Η φωνή είναι θείο δώρο, όπως η ομορφιά, ας πούμε. Το ταλέντο είναι η ικανότητά σου να φτιάξεις ένα όργανο από αυτό το δώρο που σου έχει προσφερθεί. Το ένστικτο και το μυαλό να αφομοιώσεις ό,τι σου δίνει ο καλύτερος δάσκαλος. Ας μην ξεχνάμε ότι εμείς οι τραγουδιστές δεν μπορούμε να δούμε το όργανο όπως, π.χ., ο πιανίστας, ο οποίος βλέπει το πιάνο, μπορείς να του δείξεις τεχνική και κινήσεις… Σ’ εμάς το όργανο βρίσκεται μέσα στο σώμα μας».
Σε σύγκριση με την εποχή που ξεκινούσε η ίδια, θεωρεί ότι σήμερα είναι πιο εύκολο ή πιο δύσκολο για έναν νέο καλλιτέχνη να κάνει καριέρα στον χώρο; «Στην εποχή μας γίνεται όλο και πιο δύσκολο» απαντά. «Ο κόσμος ολόκληρος έχει «ανοίξει» πολύ… Παλαιότερα, μέχρι να «ανοίξει» το Ανατολικό Μπλοκ, ήταν πολύ λίγοι οι τραγουδιστές που έρχονταν από ‘κεί στην Κεντρική Ευρώπη. Τώρα είναι πλέον πάρα πολλοί. Για να μη μιλήσω για το άνοιγμα προς την Ασία: τους Κορεάτες, κυρίως, αλλά και τους Κινέζους, οι οποίοι έχουν μια φοβερή θέληση. Τώρα ο κόσμος είναι μεγάλος, αλλά όλοι, λίγο-πολύ, στην Κεντρική Ευρώπη συγκεντρώνονται».
Τη ρωτώ για τις σύντομες καριέρες που παρατηρούνται συχνά στην εποχή μας. Για τους τραγουδιστές που ξεχωρίζουν, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή για ένα μικρό διάστημα και κατόπιν μένουν πίσω ή ακόμα και εξαφανίζονται. «Ακριβώς επειδή υπάρχει αυτή η υπερπροσφορά, οι καριέρες δεν κρατούν πολύ» εξηγεί η Δάφνη Ευαγγελάτου. «Μερικές φορές μιλούμε πράγματι για κομήτες: ξεπετιούνται από διεθνείς διαγωνισμούς, κάνουν μια σύντομη καριέρα, και μετά τα θέατρα θέλουν όλο και καινούργια ονόματα, όλο και πιο νέους ή ακόμα επιλέγουν τις διανομές βάσει της εξωτερικής εμφάνισης, η οποία, βέβαια, είναι και αυτή πολύ σημαντική… Γι’ αυτό βλέπουμε να υπάρχουν σήμερα πολύ καλοί τραγουδιστές αλλά όχι οι κορυφές του παρελθόντος. Και αυτό γιατί δεν αφήνονται να εξελιχθούν».
Μέσα από αυτό το πρίσμα είναι εύκολο άραγε για έναν νέο τραγουδιστή να πει «όχι»; «Εύκολο δεν είναι, αλλά καμιά φορά είναι σωστό και σημαντικό. Σίγουρα, όταν κανείς έχει «ζήτηση», δεν είναι εύκολο το ένα ή το άλλο «όχι»… Σκέφτεσαι το κόστος. Ωστόσο, πρέπει να το ζυγίσει κανείς».
Θεωρεί ότι σε μια εποχή ταραγμένη όπως η σημερινή η τέχνη μπορεί να παίξει έναν ουσιαστικό ρόλο, να επηρεάσει τα πράγματα; «Να βοηθήσει η τέχνη σε συγκεκριμένα πολιτικά ή κοινωνικά ζητήματα με τρόπο ριζοσπαστικό δεν μπορεί, όχι… Το ζητούμενο είναι να προσφέρει κανείς στο κοινό μια ευρύτερη καλλιέργεια και κουλτούρα, μέσω της οποίας θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι καλύτερο. Αυτός είναι ο ρόλος της».
Η Δάφνη Ευαγγελάτου πιστεύει πως στην εποχή μας η όπερα δεν υποφέρει από πλευράς έλλειψης κοινού. Στην εποχή μας, μέσω του Διαδικτύου, μπορεί να έρθει σε επαφή με το είδος πολύ περισσότερο κοινό. Θεωρεί πως ο κόσμος δείχνει όντως ενδιαφέρον τόσο σε διεθνές επίπεδο όσο και σε εγχώριο. «Είναι κρίμα που δεν υπάρχουν όπερες σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, είναι λάθος να το αντιμετωπίζουμε ως πολυτέλεια. Εχουμε σπουδαίους νέους καλλιτέχνες, με λαμπρές σπουδές και ταλέντο, οι οποίοι φυτοζωούν… Το εξωτερικό δεν είναι επιλογή για όλους. Προσπαθούν βέβαια, όπως μπορούν, αλλά αν υπήρχαν όπερες και σε άλλες πόλεις, όπως γίνεται και στις υπόλοιπες χώρες, τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα. Είναι βέβαια σημαντική η νέα όπερα της Αθήνας, αλλά θα έπρεπε να υπάρχουν και αλλού. Δεν χρειάζεται να είναι αντίστοιχα πολυτελή τα κτίρια. Υπάρχουν ήδη υποδομές, θέατρα, και ας μην είναι τα καλύτερα. Το σημαντικότερο είναι το έμψυχο δυναμικό».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ