«Η φτώχεια συναντάται πλέον και στους εργαζόμενους, ενώ σε παλαιότερες μελέτες βρισκόταν μόνο στους ανέργους».
Η χαρακτηριστική αυτή δήλωση του προέδρους της ΓΣΕΕ κ. Γ. Παναγόπουλου κατά την παρουσίαση της ενδιάμεσης μελέτης του Ινστιτούτου Εργασίας της οργάνωσης για την ελληνική οικονομία, δείχνει την κατακόρυφη πτώση των μισθών – από το 2010 και εντεύθεν – που οδήγησε τη χώρα μας σε αμοιβές …Βουλγαρίας και Ρουμανίας.
Όμως πως φθάσαμε ως εδώ: Το 2012 με το δεύτερο μνημόνιο οι δανειστές επέβαλαν μειώσεις στον κατώτατο μισθό ύψους 22% (από 751 σε 583 ευρώ) και κατά 32% του μισθού για τους νέους κάτω των 25 ετών (511 ευρώ), ενώ ταυτόχρονα κατήργησαν την πυραμίδα των συμβάσεων, πάνω στην οποία είχε οικοδομηθεί το σύστημα των αμοιβών.
Τότε η τρόικα στα κείμενά της ζητούσε «να …ευθυγραμμισθούν οι αμοιβές της χώρας μας με τις ανταγωνιστικές χώρες», υπονοώντας τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία (μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Σήμερα – πέντε χρόνια μετά – οι μειώσεις των αμοιβών, σε συνδυασμό με την πλήρης κυριαρχία στην αγορά της ευέλικτης απασχόλησης (μερική και εκ περιτροπής εργασία), δημιούργησαν και στη χώρα μας τη γενιά των αμειβόμενων με …Βαλκανικούς μισθούς.
Οι εργαζόμενοι με ευέλικτες μορφές απασχόλησης, σε χαμηλά αμειβόμενες θέσεις, αποτελούν την πλειονότητα των προσφερόμενων θέσεων κάθε μήνα (μερική απασχόληση 47,86% και εκ περιτροπής εργασία 13,81%), σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ το πρώτο εξάμηνο του 2017.
Αποτέλεσμα αυτού είναι ο μέσος μισθός των νεοπροσλαμβανόμενων νέων να είναι κάτω από τα 400 ευρώ, και συγκεκριμένα στα 397,67 ευρώ όπως τον προσδιορίζει η ενδιάμεση έκθεση για την οικονομία του Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ. Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου το 34,7% των εργαζόμενων με πλήρη απασχόληση και το 42,13% των εργαζομένών με μερική απασχόληση λαμβάνουν μισθό χαμηλότερο του κατώτατου.
«Η εξέλιξη αυτή λειτουργεί ουσιαστικά ως κρυφός μηχανισμός λιτότητας», σημειώνει το Ινστιτούτο διαπιστώνοντας ότι ένας αυξανόμενος αριθμός εργαζομένών κινείται γύρω ή και κάτω από το όριο της φτώχειας. Στα στοιχεία αυτά στηρίζεται η δήλωση του προέδρου της ΓΣΕΕ για τους «φτωχούς υποαπασχολούμενους και υπο-αμειβόμενους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα».
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΓΣΕΕ συνολικά 343.760 εργαζόμενοι (περίπου το 10% των απασχολούμενων), αμείβονται με μηνιαίους μισθούς από 100 έως και 400 ευρώ μεικτά, ενώ 126.956 εργαζόμενοι αμείβονται με μεικτό μηνιαίο μισθό έως 100 ευρώ. Να ληφθεί υπόψη ότι οι κατώτατες αμοιβές σε Ρουμανία και Βουλγαρία το 2016 ήταν 276 ευρώ και 215 ευρώ αντίστοιχα.
Εξετάζοντας τις μειώσεις μισθών ανά κλάδο παραγωγής η έκθεση διαπιστώνει τα εξής:
1. Όλοι οι κλάδοι εμφανίζουν μειώσεις οι οποίες κατά μέσο όρο φτάνουν στο 18,1%. Συνεπώς, η οικονομική κρίση και η ασκούμενη οικονομική πολιτική, είχε ως αποτέλεσμα την οριζόντια μείωση των εισοδημάτων που επηρέασε τη συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών.
2. Οι κλάδοι στους οποίους εμφανίζονται οι μεγαλύτερες μειώσεις είναι της εκπαίδευσης, της διασκέδασης και του τουρισμού. Αντίθετα, οι κλάδοι με τις μικρότερες μειώσεις είναι της διαχείρισης ακίνητης περιουσίας, μεταφοράς και αποθήκευσης, και των ορυχείών.
3. Οι κλάδοι εντάσεως εργασίας εμφανίζουν μεγάλες μειώσεις στους μισθούς. Ο μέσος μισθός στη μεταποίηση μειώνεται κατά 17,8%, στις κατασκευές κατά 19,8% και στο εμπόριο κατά 19,9%.
Τέλος, η έκθεση καταγράφει – και επισήμως – το αυτονόητο εύρημα πως η μείωση των μισθών συσχετίζεται με την απορύθμιση των εργασιακών σχέσεών. Οι κλάδοι στους οποίους σημειώνεται η μεγαλύτερη χρήση της μερικής απασχόλησης είναι των κατασκευών, των τεχνών, του τουρισμού, των διοικητικών υπηρεσιών, των λοιπών δραστηριοτήτών παροχής υπηρεσιών, της εκπαίδευσης και του εμπορίου.
Οι κλάδοι με τις μεγαλύτερες μειώσεις στον μέσο μισθό είναι της εκπαίδευσης, των τεχνών, του τουρισμού, του εμπορίου και των κατασκευών.
Με λίγα λόγια οι κλάδοι που εμφανίζουν ταυτόχρονα τη μεγαλύτερη αύξηση μερικής απασχόλησης, παρουσιάζουν και τις μεγαλύτερες μειώσεις μισθών.