Οι παλαιότεροι τον θυμούνται να κυκλοφορεί με ένα μπλε κομματικό «LADA», το αυτοκίνητο-σύμβολο της σοβιετικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Ηταν η εποχή που ο Θανάσης Καρτερός ήταν ο αφοσιωμένος κομμουνιστής και το ακούραστο στέλεχος του «Ριζοσπάστη». Θεωρείται πολιτικό «παιδί» του Γρηγόρη Φαράκου, τον οποίο και διαδέχθηκε στο τιμόνι της κομματικής εφημερίδας την κρίσιμη περίοδο της βαθιάς εσωκομματικής διαπάλης για τη φυσιογνωμία και τον χαρακτήρα του ΚΚΕ, που κορυφώθηκε με τη διάσπαση του 1991 και την αποχώρηση των «ανανεωτικών», μεταξύ των οποίων και ο ίδιος, που επέλεγαν την κομματική στέγη του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου.
Σύγκρουση με το ΚΚΕ
Συνεπής στην επιλογή του εκείνη, παρέμεινε έκτοτε στην «αντίπερα όχθη» στηλιτεύοντας και κριτικάροντας τη στάση των πρώην συντρόφων του στο ΚΚΕ, οι οποίοι δεν έχουν κρύψει την πολιτική απέχθειά τους για τον κ. Καρτερό –και όσους άλλωστε τα χρόνια εκείνα των μεγάλων ανατροπών στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο επεδίωκαν την «ανανέωση» και το «άνοιγμα» του κόμματος. Αυτούς που κάποτε χαρακτήρισε ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπας «απολειφάδια του οπορτουνισμού και του ρεφορμισμού», εκνευρίζοντας τον αρθρογράφο της «Αυγής», ο οποίος του απάντησε: «Σύντροφε Κουτσούμπα, προσοχή στη λούμπα…».
Ολα αυτά τα χρόνια η πολιτική και ιδεολογική σύγκρουση του Περισσού με τον άλλοτε διευθυντή του «Ριζοσπάστη» μαινόταν αμείωτη. Εμοιαζε με έναν διαρκή «αγώνα αντοχής» στο πεδίο της πολιτικής με εμφανές μάλιστα ένα στοιχείο «ρεβάνς» και κάποιες φορές με προσωπικά χαρακτηριστικά. «Ισως θα έπρεπε να είναι κάπως πιο αναλυτικός στη διαδρομή που ακολούθησαν τα απολειφάδια» έγραφε τότε ο κ. Καρτερός, δίχως να κρύβει την ενόχλησή του για τα πικρά λόγια του κ. Κουτσούμπα. Και ανταποδίδοντας τα πυρά, σημείωνε: «Να αναφερθεί, βρε αδελφέ, στο γεγονός ότι οι περισσότεροι από αυτούς δοκίμασαν το μαστίγιο της αστικής τάξης, τα στρατοδικεία της, τα κελιά της, τα ξερονήσια της, τις διώξεις της, την αγριότητά της. Ενώ ο Δημήτρης Κουτσούμπας ποτέ δεν καλλιέργησε τέτοιου είδους σχέσεις με τον εχθρό. Το χέρι της αστικής τάξης δεν άγγιξε ποτέ το μάγουλό του. Ούτε το κουρμπάτσι της χάραξε γραμμές προδοσίας στην πλάτη του. Ούτε τα κελιά της φιλοξένησαν τον καημό του».
Ο νέος ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου, ο οποίος διαδέχεται στο κρίσιμο επικοινωνιακό πόστο τού επικεφαλής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού τον Θ. Μιχόπουλο, προέρχεται από τα «σπλάχνα» της ΚΝΕ και του ΚΚΕ. Ηταν από τους ιδρυτές του κομματικού εκδοτικού οίκου Σύγχρονη Εποχή, που δημιουργήθηκε το 1972, εκδίδοντας το πρώτο βιβλίο υπό τον τίτλο «Ο Λενινισμός και η Σύγχρονη Εποχή». Ο κ. Καρτερός έδρασε και στην Κομματική Οργάνωση Πειραιά του ΚΚΕ, ενώ μετά απορροφήθηκε στον «Ριζοσπάστη». Ηταν η εποχή που διευθυντής του κομματικού εντύπου ήταν ο Φαράκος και αρχισυντάκτης ένας εξίσου έμπειρος κομμουνιστής, ο Τάκης Μαμάτσης, ο πρώτος διευθυντής του «Ριζοσπάστη» στη Μεταπολίτευση μετά τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ. Ηταν μάλιστα εκείνος που, όπως λέγεται, προέβαλλε ενστάσεις για την ανέλιξη του κ. Καρτερού στην κομματική ιεραρχία, χωρίς ωστόσο να εισακουσθεί. Οταν ο Φαράκος αναδείχθηκε το 1989 γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, διαδεχόμενος τον Χαρίλαο Φλωράκη, ο κ. Καρτερός έγινε διευθυντής του «Ριζοσπάστη».
Ο ίδιος κατηγορήθηκε ότι μετέτρεψε τον «Ριζοσπάστη» σε «άντρο φραξιονιστικής δράσης» και δέχθηκε έντονη πολεμική διότι στο 13ο Συνέδριο του 1991, το συνέδριο της διάσπασης, πρότεινε να μετατραπεί η κομματική εφημερίδα από όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ σε εφημερίδα των μελών. Η πρόταση θεωρήθηκε δείγμα «καραμπινάτου φιλελευθερισμού», που θα οδηγούσε σε εκφυλιστικά και διαλυτικά φαινόμενα την ιστορική εφημερίδα. Αλλά και μετά το 13ο Συνέδριο έγιναν προσπάθειες ώστε ο «Ριζοσπάστης» να απεμπλακεί από τον κομματικό εναγκαλισμό. Ετσι, ο κ. Καρτερός και η συντακτική επιτροπή, όπως και οι συντάκτες της εφημερίδας, διαφώνησαν με την απόφαση της ΚΕ να αναλάβει την καθοδήγησή της μέλος του Πολιτικού Γραφείου, θέλοντας να διατηρήσουν εκείνοι τον έλεγχο της πολιτικής «γραμμής» της. Ακολούθησε η αποχώρησή του από το κόμμα και η ένταξή του στον ΣΥΝ, όπου εκινείτο πολιτικά κοντά στο Αριστερό Ρεύμα των Π. Λαφαζάνη, Ν. Χουντή και άλλων συντρόφων του προερχομένων από το ΚΚΕ, ενώ ακολούθησε μια μακρά επαγγελματική πορεία σε ιδιωτικά μέσα ενημέρωσης.
«Στο Κόκκινο» και στην «Αυγή»
Οταν ο μετέπειτα ΣΥΡΙΖΑ επί ηγεσίας Αλ. Αλαβάνου αποφάσισε να οικοδομήσει τα δικά του μέσα, ο κ. Καρτερός ήταν εκ των βασικών συντελεστών στη δημιουργία του ραδιοφωνικού σταθμού «Στο Κόκκινο» και διευθυντής του από το 2006 ως το 2008, οπότε «τον «έφαγαν» οι Τσιπραίοι», όπως λέγεται, καθώς τον θεωρούσαν αρκετά… αριστερό για το προφίλ τους. Ωστόσο, σύντομα η εμπειρία του και οι ικανότητές του προτιμήθηκαν από τον κ. Τσίπρα, ο οποίος δεν δίστασε να του ζητήσει τη στήριξή του. Οι σχέσεις που οικοδομήθηκαν ήταν στενές.
Τα άρθρα του στην «Αυγή» έγιναν περίπου «άρθρα γραμμής», στηλιτεύοντας δίχως οίκτο τους αντιπάλους και νουθετώντας, όποτε χρειαζόταν, τους κυβερνώντες. Από τους παλαιότερους συντρόφους του επικρίθηκε ως «απολογητής των πεπραγμένων της κυβέρνησης και της μνημονιακής μετάλλαξής της». Οπως και να έχει, ο κ. Καρτερός βρέθηκε στον κύκλο περί τον Πρωθυπουργό να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο συμβουλεύοντάς τον και συμμετέχοντας ακόμη και στη συγγραφή των ομιλιών του, ενώ η επιλογή του ως υπευθύνου του Γραφείου Τύπου αναμένεται να εγκαινιάσει τη φάση του «σκληρού ροκ» και της αντεπίθεσης μέσω της συγκρότησης ενός ισχυρού (επικοινωνιακού) κέντρου-«ασπίδα προστασίας» του κ. Τσίπρα και της κυβέρνησης, καθώς και συντονισμού για να προλαμβάνονται τραγικές καταστάσεις, όπως με τους χειρισμούς Κουρουμπλή στην υπόθεση του ναυαγίου.
«Κι αν στηρίζουμε, δεν σημαίνει κι ότι θα σωπάσουμε»
Πολλοί χαρακτηρίζουν τον κ. Καρτερό ως έναν άριστο προπαγανδιστή και σκληρό αντίπαλο που δεν αφήνει να πέσει τίποτε κάτω. Ως κομματικό στέλεχος σε όλη τη διαδρομή του διακρίθηκε, όπως λένε αυτοί που τον γνώρισαν, τόσο για την ικανότητά του όσο και για την αυτονομία στη σκέψη και τα επιχειρήματά του, κάτι άλλωστε που τον καθιέρωσε και ως αρθρογράφο αιχμής στην «Αυγή», από τη στήλη της οποίας έχει αναλάβει την υπεράσπιση του Αλ. Τσίπρα και της κυβέρνησης, δίχως ωστόσο να διστάζει να διαφωνεί με ορισμένες επιλογές και χειρισμούς.
Ετσι εναντιώθηκε στην αποπομπή του Ν. Φίλη από την κυβέρνηση λόγω της σύγκρουσής του με την Εκκλησία. «Κι αν στηρίζουμε με χίλια τον Τσίπρα, αυτό δεν σημαίνει κι ότι θα σωπάσουμε» έγραφε τότε, ενώ διαφώνησε και με την τοποθέτηση του πατέρα του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής Ν. Παππά, Στ. Παππά, στον ΟΑΣΘ κρίνοντάς την ως λανθασμένη πολιτικά επιλογή. Αλλά και με τον υπουργό Ναυτιλίας Π. Κουρουμπλή και τα… «λογοπαίγνιά» του περί παραίτησης είχε κάτι να πει: «Πλάκα μας κάνεις;», διερωτάτο ο αρθρογράφος, ο οποίος όταν χρειάστηκε «τα έβαλε» και με βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, όπως στην περίπτωση όσων διαφώνησαν με την πρόταση του κ. Τσίπρα για τον Β. Πολύδωρα ως πρόεδρο του ΕΣΡ θεωρώντας την εξευτελιστική, κατηγορώντας τους ότι ξεφτιλίζουν την κριτική και τον διάλογο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ