Στο μικροσκόπιο των διωκτικών αρχών έχουν μπει οι καταθέσεις τόσο του απαχθέντος Μιχάλη Λεμπιδάκη όσο και των εμπλεκομένων στην υπόθεση, οι οποίες προσπαθούν να συνθέσουν το παζλ της υπόθεσης και να βρουν ίχνη που θα τους οδηγήσουν στον εντοπισμό και στη σύλληψη και άλλων μελών της ίδιας εγκληματικής ομάδας που σχεδίασε, οργάνωσε και εκτέλεσε την απαγωγή του επιχειρηματία.
Ο Μιχάλης Λεμπιδάκης περιέγραψε με λεπτομέρειες τι συνέβη όλο το διάστημα που παρέμεινε στα χέρια των απαγωγέων του και ένα από τα σημεία που εξετάζεται από τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. είναι αυτό που αναφέρεται στα άτομα με τα οποία ήρθε σε επαφή: «Θέλω να ξέρετε ότι όλον αυτόν τον καιρό εγώ ήρθα σε επαφή συνολικά με πάνω από είκοσι άτομα. Ετσι πιστεύω. Βέβαια εκείνοι που με κρατούσαν μου έλεγαν ότι αυτά τα άτομα είναι μερικά μόνο από το σύνολο της οργάνωσης που σχεδίασε την απαγωγή μου. Οσο καιρό ήμουν φυλακισμένος της ομάδας, αποκόμισα την εντύπωση ότι ήταν μια πολύ καλά οργανωμένη ομάδα, με πειθαρχία, τα μέλη της οποίας ακολουθούσαν πιστά κάποιους κανόνες και πρωτόκολλα.Επίσης, μου είπαν ότι κατά το παρελθόν είχαν προσπαθήσει πάλι να με απαγάγουν, όμως δεν τα κατάφεραν. Επιπλέον μου έλεγαν ότι η ενέδρα για την απαγωγή μου είχε στηθεί από καιρό και ότι, αν δεν κατάφερναν να απαγάγουν εμένα, θα απήγαγαν κάποιον άλλον από την οικογένειά μου».
Φρουροί των €100.000
Στις καταθέσεις τους οι εμπλεκόμενοι άλλοι παραδέχονται τη συμμετοχή τους, άλλοι –τουλάχιστον δύο –την αρνούνται και άλλοι επιρρίπτουν ευθύνες ο ένας στον άλλον, ενώ ο φόβος, πιθανόν για τις αντιδράσεις των ασύλληπτων μελών, κρατάει ακόμη κλειστά στόματα. Ενδεικτικό είναι πως δεν έχουν αποκαλύψει πού βρίσκονται όπλα όπως ένα Καλάσνικοφ, ούτε τα άλλα κρησφύγετα στα οποία κρατούσαν φυλακισμένο τον επιχειρηματία, ενώ προκύπτει ότι η «αμοιβή» για τη φύλαξή του ανερχόταν στα 100.000 ευρώ.
Εστελναν εισιτήρια
Μάλιστα ένας από τους φρουρούς του, με βάση την κατάθεσή του, αφίχθη στην Κρήτη στις 18 Σεπτεμβρίου και επρόκειτο να αναλάβει τη φύλαξη του Μ. Λεμπιδάκη για 20 ημέρες, ενώ άλλα μέλη είχαν αναλάβει να του στείλουν τα αεροπορικά εισιτήρια και να τον παραλάβουν από το αεροδρόμιο Ηρακλείου από όπου και τον μετέφεραν στο κρησφύγετο.
Ενας 45χρονος αγρότης, ο οποίος εκτελούσε χρέη φρουρού στα κρησφύγετα στα οποία κρατούσαν τον Λεμπιδάκη, υποστήριξε, μεταξύ άλλων, στην κατάθεσή του: «Στην απαγωγή δεν μπήκα από την αρχή αλλά δεκαπέντε με είκοσι ημέρες μετά. Τότε ένας γνωστός μου άνδρας ρωσικής καταγωγής, τον οποίο εγώ έλεγα με το όνομα Γιάννη και είχε δουλέψει για μένα στο παρελθόν ως εργάτης, με προσέγγισε λέγοντάς μου ότι μπορώ να κάνω μια δουλειά για κάποιον άλλο φίλο του Ρώσο και να βγάλω χρήματα. Εγώ δελεάστηκα από την πρότασή του και τη δέχθηκα. Τότε κάποιο βράδυ ήρθε από το σπίτι μου αυτός ο Γιάννης από κοινού με το άλλο άτομο, πιθανόν από τη Ρωσία, και μου πρόσφερε 100.000 ευρώ για να προσέχω τον Λεμπιδάκη».
Ο ίδιος αναφέρει επίσης: «Ο κ. Μιχάλης ήταν δεμένος με κάποια αλυσίδα, εγώ τον έβρισκα πάντα έτσι… Δεν ήταν πάντα καλά ψυχολογικά και εγώ καθόμουν και τον άκουγα να μου λέει τα παράπονά του, για να ξεσπάει, γιατί με τον καιρό τον συμπόνεσα…Τις φορές που κουβεντιάζαμε με τον κ. Μιχάλη με έλεγε «παππού»».
Ο μεσίτης με τα χρέη
Μία από τις καταθέσεις που είδε το φως της δημοσιότητας και είναι αποκαλυπτική προέρχεται από μεσίτη, από το Ρέθυμνο. Αλλο μέλος της εγκληματικής ομάδας τού πρότεινε να συμμετάσχει σε δεύτερη ομάδα-πυρήνα που συγκροτούνταν και θα αναλάμβανε τη διαχείριση της απαγωγής, καθ’ όσον τα μέλη της αρχικής ομάδας είχαν στοχοποιηθεί από την Αστυνομία.
Ο μεσίτης είναι μέλος του Συλλόγου Αλληλοβοήθειας Οφειλετών Ρεθύμνου, «που έχει σαν αντικείμενο τη βοήθεια οφειλετών για δάνεια και αναστέλλουμε τους πλειστηριασμούς σπιτιών», όπως είπε. Υποστήριξε πως η οικονομική του κατάσταση ήταν πάρα πολύ άσχημη, καθώς χρωστάει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, περίπου 1.500.000 ευρώ, από δάνεια που έχει πάρει από τράπεζες, και εξέφρασε τη λύπη του που ενέπλεξε τη 17χρονη κόρη του στην υπόθεση χωρίς να φταίει, λέγοντας ότι έχει μετανιώσει για όλα όσα έχει κάνει.
Στην κατάθεσή του κάνει λόγο για ύπαρξη δύο ομάδων και για τον ρόλο του στην υπόθεση λέγοντας ότι «μου πρότεινε να αναλάβω εγώ τις διαπραγματεύσεις με την οικογένεια του απαχθέντος και για αυτό θα έπαιρνα100.000 ευρώαπό τον […], όταν τελείωνε η απαγωγή και έπαιρναν τα λύτρα που ζητούσαν».
Αναφέρθηκε και στην εμπλοκή της ανήλικης κόρης του δίνοντας λεπτομέρειες για τις οδηγίες που της είχε δώσει και τις κινήσεις της, ενώ μίλησε και για το ταξίδι που έκανε στην Αθήνα για να παραπλανηθούν οι αστυνομικοί. Κάποιες από τις κινήσεις του ήταν να στείλει μήνυμα στην οικογένεια του απαχθέντος από το νεκροταφείο του Βύρωνα και να αφήσει έναν φάκελο σε ιατρείο στην Κηφισιά με παραλήπτη συγγενικό πρόσωπο του επιχειρηματία, ενώ τα δικά του κινητά τηλέφωνα τα είχε αφήσει στα Χανιά ώστε εάν παρακολουθούνταν να δείχνουν πως βρίσκεται στην Κρήτη.
«Δεν μου πήγε καν στο μυαλό ότι κάνω παρανομία»
Αίσθηση από την πρώτη στιγμή έκανε η αναφορά για εμπλοκή ανήλικης στην υπόθεση. Η 17χρονη κόρη του μεσίτη αρνήθηκε εξ αρχής ότι γνώριζε για την απαγωγή λέγοντας στους αστυνομικούς «θέλω να σας πω ότι εγώ δεν φταίω για αυτά που με κατηγορείτε, ότι δηλαδή εγώ μαζί με τον πατέρα μου και με άλλα άτομα είχα συμμετοχή στην απαγωγή του Μιχάλη Λεμπιδάκη. Για την απαγωγή αυτή εγώ έμαθα από την τηλεόραση. Δεν έχω καμία σχέση με αυτή».
Η κοπέλα μίλησε στους αστυνομικούς για όσα της είχε ζητήσει να κάνει ο πατέρας της σχετικά με την αποστολή φακέλου στις 28 Αυγούστου λέγοντας «μάλιστα, μου είπε να είμαι πολύ προσεκτική με τον φάκελο και να μην τον ακουμπήσω καθόλου. Μου είπε να πιάσω μόνο τη χρυσαφί τσάντα και να αφήσω τον φάκελο να πέσει στον πάγκο, χωρίς να τον πιάσω». Και αναφέρθηκε και σε ένα ακόμη περιστατικό που σχετιζόταν με την αγορά καρτών ανανέωσης χρόνου ομιλίας και στην προτροπή του πατέρα της «να μην αγοράσω την κάρτα αν δω ότι στο μαγαζί είχε κάμερες».
Η 17χρονη έκανε και αυτή λόγο για την άσχημη οικονομική κατάσταση της οικογένειάς της σημειώνοντας ότι ο πατέρας της χρωστάει δάνεια χωρίς να γνωρίζει το ποσό και πρόσθεσε ότι «εκτός από αυτό, για τα δάνεια αυτά έχουν δεσμεύσει τους λογαριασμούς της μαμάς μου και μπορεί και τον δικό μου…Εγώ ειλικρινά σας λέω δεν είχα την παραμικρή ιδέα ότι αυτά που έκανα ήταν κάτι παράνομο ή ότι μπορεί να είχαν σχέση με κάτι κακό. Δεν μου πήγε καν στο μυαλό ότι κάνω κάποια παρανομία, αλλιώς δεν πρόκειται να τα είχα κάνει. Καμία στιγμή δεν κατάλαβα ότι είναι μπλεγμένος σε κάτι άσχημο, απλά μου έκανε εντύπωση η συμπεριφορά του πάνω σε κάποια πράγματα που μου έλεγε, τα οποία σας εξήγησα».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ