Στα 200 έφθασαν τα κρούσματα της ιλαράς στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την τοποθέτηση του προέδρου του ΚΕΕΛΠΝΟ κ. Θεόφιλου Ρόζενμπεργκ στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, «δεν βλέπουμε μια πολύ μεγάλη, εκθετική αύξηση των κρουσμάτων, αλλά μια προοδευτική, αναμενόμενη αύξηση των κρουσμάτων και αυτό από το γεγονός ότι έχουν επιδεινωθεί οι καιρικές συνθήκες, υπάρχει μεγαλύτερος συγχρωτισμός και ιδιαίτερα με την επιστροφή των παιδιών στα σχολεία. Παρά ταύτα», πρόσθεσε, «ακριβώς, βασισμένοι στο γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός του ελληνικού πληθυσμού είναι πράγματι καλυμμένος με δύο δόσεις του τριπλού εμβολίου, φαίνεται ότι η εξάπλωση της επιδημίας είναι ελεγχόμενη, την παρακολουθούμε με μεγάλη προσοχή».
Ο καθηγητής του Τομέα Υγείας του Παιδιού της ΕΣΔΥ, κ. Παναγιώτης Παναγιωτόπουλοςενημέρωσε ότι μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί περίπου 200 περιστατικά ιλαράς, το 70% – 75% αφορούν παιδιά από την κοινότητα των Ρομά, περίπου 15% είναι άτομα του γενικού πληθυσμού και 10% είναι μετανάστες, σχεδόν αποκλειστικά παλαιών κυμάτων μετανάστευσης και όχι του πρόσφατου προσφυγικού κύματος. Σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτόπουλο, παλαιότερες μελέτες που έχουν γίνει σε σχέση με την εμβολιαστική κάλυψη, κατά κάποιο τρόπο προδιέγραφαν ότι μια τέτοια επιδημία είναι δυνατή, γιατί ήδη σε μελέτες του 2006 και του 2012 είχε διαπιστωθεί μεγάλη, έλλειψη εμβολιαστικής κάλυψης στην κοινότητα των Ρομά και ανεπαρκής κάλυψη του γενικού πληθυσμού με δύο δόσεις του εμβολίου MMR. Ο κ. Παναγιωτόπουλος σημείωσε ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) θέτει σαν στόχο –για να μην εκδηλώνονται επιδημίες– τον εμβολιασμό του 95% του πληθυσμού και όλων των επιμέρους ομάδων του με δύο δόσεις εμβολίου έναντι της ιλαράς (με μονοδύναμο εμβόλιο ή MMR).
«Το ζήτημα της δημόσιας υγείας στην Ελλάδα σήμερα είναι κατ’ εμέ κυρίως ζήτημα θεσμικό – και θα ήταν σημαντικό η Βουλή των Ελλήνων να ασχοληθεί με αυτό. Δεν έχουμε επαρκείς θεσμούς δημόσιας υγείας και απαιτείται μια σημαντική αναδιοργάνωσή τους», τόνισε και πρόσθεσε: «Επειδή ακούγονται πολλά για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, νομίζω ότι τέτοια μέτρα πρέπει να τα σκεφτεί πολύ καλά κανείς, κυρίως με κριτήριο την αποτελεσματικότητα. Η πολιτεία θα πρέπει, σε ειδικές περιπτώσεις, να έχει τη δυνατότητα λήψης μέτρων επιβολής συνεπειών σε όσους δεν είναι εμβολιασμένοι (π.χ. περιορισμός στην προσέλευση στο σχολείο ή αλλού κλπ.), αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνεται ¨οριζόντια¨, αλλά μόνο με προϋποθέσεις και μετά από προσεκτική στάθμιση των επιδημιολογικών δεδομένων. Δεν νομίζω ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός θα ήταν ένα αποτελεσματικό μέτρο στη χώρα μας σήμερα, λόγω της περιορισμένης έκτασης της επιδημικής έξαρσης ιλαράς, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι σε μεγάλο βαθμό εστιάζεται σε ειδικές ομάδες του πληθυσμού».
Ξανθός: Χρειάζεται διαρκής εγρήγορση
Θέλοντας να αναδείξει τη σημασία των εμβολιασμών στην προστασία της δημόσιας υγείας, ο κ. Ξανθός ανάφερε ότι πέρυσι (2016-2017) που έγινε μια πολύ συστηματική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της εποχικής γρίπης και εμβολιάστηκαν 1,8 εκ. άνθρωποι, οι θάνατοι υποδιπλασιάστηκαν (108 θανατηφόρα κρούσματα) σε σύγκριση με πρόπερσι (2015-2016) οπότε διατέθηκαν 1,2 εκ. εμβόλια και οι θάνατοι είχαν φτάσει στους 197. Επιπλέον, την περασμένη χρονιά σχεδόν διπλασιάστηκε το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης των υγειονομικών (από 11% σε 18% στα νοσοκομεία και από 24% σε 34% στις δομές ΠΦΥ) με αποτέλεσμα να μη νοσήσουν αρκετοί γιατροί και επαγγελματίες υγείας και κατ’ επέκταση να προστατευθούν και οι ασθενείς.
Δεν υπάρχει πρόβλημα επάρκειας εμβολίων