Σε αύξηση του ρίσκου για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων και των ελληνικών, στις νέες χρηματοδοτήσεις, προχωρεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) μέσω κατευθυντήριων οδηγιών που έδωσε στη δημοσιότητα, αναφορικά με τους κανονισμούς που τίθενται σε εφαρμογή τον ερχόμενο Ιανουάριο.
Μπορεί η νέα πολιτική να θωρακίζει τους τραπεζικούς ισολογισμούς, σε περίπτωση μεγάλης αύξησης των «κόκκινων» δανείων, ωστόσο αυξάνει σημαντικά το κίνδυνο ζημιών για τράπεζες, με αποτέλεσμα η προσφορά χρήματος να μειώνεται και να γίνεται ακριβότερη λόγω των αυστηρότερων πιστοληπτικών κριτηρίων που θα θεσπιστούν.
Κι αυτό διότι υποχρεώνει τα πιστωτικά ιδρύματα να καλύπτουν μέσα σε μία διετία το 100% ενός ανοίγματος που καθίσταται μη εξυπηρετούμενο από τη νέα χρονιά μέσω προβλέψεων, οι οποίες έχουν άμεσο αντίκτυπο στην κερδοφορία τους.
Το γεγονός αυτό αναμένεται να καταστήσει περισσότερο επιφυλακτικές τις τράπεζες στη χορήγηση νέων δανείων, υπό τον κίνδυνο καταγραφής ζημιών, ακόμη και για πελάτες που παρουσιάζουν λίγους μήνες καθυστέρησης των δόσεων.
Επιπλέον, αναμένεται να αυξήσει το ελάχιστο ποσοστό ιδίας χρηματοδότησης από τους δανειολήπτες, ώστε να περιοριστεί όσο το δυνατόν περισσότερο η δυνητική ζημιά που μπορεί να προκληθεί για τις ίδιες. Δηλαδή, για να πάρει κάποιος δάνειο, είτε πρόκειται για επιχείρηση είτε για νοικοκυριό, θα πρέπει τα οικονομικά του δεδομένα να βρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση, να συγχρηματοδοτήσει το πλάνο του και να παράσχει ενδεχομένως και εγγυήσεις. Εκτιμάται ότι το νέο περιβάλλον θα επηρεάσει και τα επιτόκια, τα οποία μετά από αρκετά χρόνια μειώσεων είναι πιθανό να ακολουθήσουν ξανά ανοδική πορεία, σε μία περίοδο που η οικονομία χρειάζεται όσο τίποτε άλλο χαμηλό κόστος δανεισμού, για να στηριχθεί η ανάκαμψη.
Τι προτείνει η ΕΚΤ
Η ΕΚΤ δημοσίευσε προς διαβούλευση συμπλήρωμα του εγγράφου κατευθύνσεών της προς τις τράπεζες για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ). Με το συμπλήρωμα ορίζονται οι προσδοκίες των εποπτικών αρχών όσον αφορά τα ελάχιστα επίπεδα προληπτικών προβλέψεων για νέα ΜΕΔ.
Η περίοδος διαβούλευσης, η οποία ξεκινά σήμερα και θα διαρκέσει έως τις 8 Δεκεμβρίου 2017, περιλαμβάνει δημόσια συζήτηση στις 30 Νοεμβρίου 2017. Στόχος της ΕΚΤ είναι να ενισχύσει τις κατευθύνσεις όσον αφορά την προώθηση πρακτικών έγκαιρου σχηματισμού προβλέψεων και διαγραφών. Το σχέδιο προσδιορίζει τις προσδοκίες ποσοτικού χαρακτήρα των εποπτικών αρχών σχετικά με τα ελάχιστα επίπεδα προληπτικών προβλέψεων για νέα ΜΕΔ. Οι προσδοκίες για τις προληπτικές προβλέψεις, οι οποίες θα ισχύουν για όλα τα ανοίγματα που ταξινομούνται ως μη εξυπηρετούμενα σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) από την 1η Ιανουαρίου 2018 και μετά, λαμβάνουν υπόψη το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ένα δάνειο έχει ταξινομηθεί ως μη εξυπηρετούμενο, καθώς και τον βαθμό κάλυψης και την αποτίμηση αξίας της εξασφάλισης.
Πιο συγκεκριμένα, οι τράπεζες υποχρεούνται να παρέχουν πλήρη κάλυψη για το ανεξασφάλιστο μέρος των νέων ΜΕΔ έπειτα από 2 έτη το αργότερο και για το εξασφαλισμένο μέρος έπειτα από 7 έτη το αργότερο. Επιπλέον, οι τράπεζες θα πρέπει να αιτιολογούν στις εποπτικές αρχές τυχόν απόκλιση από τις κατευθύνσεις. Με βάση τις αιτιολογήσεις των τραπεζών, η ΕΚΤ θα αξιολογεί την ανάγκη λήψης πρόσθετων εποπτικών μέτρων.
Προτείνεται το σχέδιο συμπληρώματος να ισχύει για τα νέα ΜΕΔ. Σε ό,τι αφορά τα αποθέματα ΜΕΔ, η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ ζήτησε από τις τράπεζες με υψηλά επίπεδα ΜΕΔ να υποβάλουν το α’ εξάμηνο του έτους στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένων των στόχων μείωσής.
Επιπλέον, μέχρι το τέλος του α’ τριμήνου του 2018 η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ θα παρουσιάσει τις σκέψεις της για περαιτέρω πολιτικές με σκοπό την αντιμετώπιση του υφιστάμενου αποθέματος των ΜΕΔ, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων μεταβατικών ρυθμίσεων.
HeliosPlus