Δυσερμήνευτο είναι για τους περισσοτέρους το αποτέλεσμα των πρόσφατων γερμανικών εκλογών.
Και δικαιολογημένα, αφού η Γερμανία διάγει την καλύτερη περίοδό της μετά τον Πόλεμο.
Η οικονομία της ευημερεί πραγματικά, τα ακριβά βιομηχανικά προϊόντα της έχουν κατακτήσει τις αγορές όλου του κόσμου, η ανεργία προσεγγίζει μόλις το 5,6%, δηλαδή σχεδόν στα όρια της ανεργίας τριβής, και, το σημαντικότερο, είναι πλέον εθνικά ολοκληρωμένη, έχει κερδίσει ξανά τη θέση που της αρμόζει στον κόσμο, σβήνοντας τις συνέπειες του μεγάλου πολέμου.
Παρά ταύτα, η ευημερούσα και ηγεμονεύουσα στην Ευρώπη Γερμανία αμφισβήτησε, για να μην πούμε αποδοκίμασε, τις πολιτικές δυνάμεις που συνέβαλαν τα μέγιστα στην πρόοδο της χώρας και του λαού της.
Καταβύθισε τους Σοσιαλδημοκράτες του SPD, αφαίρεσε σημαντικές δυνάμεις από τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ και επιβράβευσε αντιθέτως το ξενοφοβικό, ακροδεξιό (για πολλούς νεοναζιστικό) AFD, που διεκδικεί εθνική περιχαράκωση, επιστροφή στο μάρκο και αναίρεση επί της ουσίας των συνθηκών που εξασφάλισαν την παρούσα περίοπτη θέση της Γερμανίας στον κόσμο.
Ορισμένοι απέδωσαν τις επιλογές των γερμανών πολιτών στις διευρυνόμενες ανισότητες και άλλοι στο κλίμα ρατσισμού, μισαλλοδοξίας και καλλιέργειας φόβου που προκάλεσαν τόσο το κύμα προσφύγων από τον πόλεμο της Συρίας όσο και τα τρομοκρατικά χτυπήματα των τζιχαντιστών.
Οι προαναφερόμενες αιτίες δεν επαρκούν για να εξηγήσουν τη συμπεριφορά των γερμανών εκλογέων. Ούτε επίσης υπάρχουν ευθείες αναλογίες με την άνοδο των ναζί στα χρόνια του Μεσοπολέμου, στη διάρκεια των οποίων η Γερμανία ασφυκτιούσε υπό το βάρος των συνεπειών του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και βίωνε μοναδική οικονομική κρίση. Οπως και δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην κάμψη του ευρωπαϊκού οράματος η αμφισβήτηση των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων της Γερμανίας.
Κάτι άλλο βαθύτερο συμβαίνει προφανώς και οδηγεί τους εκλογείς σε συμπεριφορές εν πολλοίς ανορθολογικές και δυσεξήγητες.
Και τούτο δεν αφορά μόνο τη Γερμανία, αλλά όλη την Ευρώπη, ή καλύτερα ολόκληρο τον κόσμο και εμάς εδώ βεβαίως, παρότι συγκροτούμε ειδική, ξεχωριστή περίπτωση λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών της μεγάλης ύφεσης και της γενικευμένης κρίσης.
Είναι ο κυνισμός εν τέλει που τείνει να κυριαρχήσει παντού, η γενικότερη καχυποψία που επικρατεί στις κοινωνίες για το διεθνές οικονομικό σύστημα, η αμφισβήτηση των ιδεολογιών, το βαρύ κατηγορώ που συνοδεύει τις ηγεσίες και τις ελίτ παντού στον κόσμο, η απουσία ηγετικών προσωπικοτήτων και σύγχρονων παραδειγμάτων ικανών να μεταδώσουν πανανθρώπινα οράματα και να επιβάλουν συστράτευση σε ευγενικούς σκοπούς. είναι ακόμη η απομάκρυνση των κοινωνιών από βασικές αρχές και αξίες, η έλλειψη εμπιστοσύνης που εύκολα πλέον μεταδίδεται και αναμεταδιδόμενη μετατρέπεται σε κοινή συνείδηση διά των social media, διαβρώνοντας και υπονομεύοντας τα πάντα, ακόμη και τις πιο καλές και αγαθές πολιτικές.
Είναι κι άλλα πολλά που θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει. Ωστόσο ας είμαστε ρεαλιστές. Ο κόσμος δεν είναι αγγελικά πλασμένος, ούτε πρόκειται να εξελιχθεί σε παράδεισο. Ομως μπορεί να αλλάξει αν βελτιωθεί η σχέση πολιτικής και πολιτών, αν αντιμετωπιστούν τα κρισιμότερα και σημαντικότερα, υπό τον όρο βεβαίως ότι θα πάψουν τα ψέματα και οι συνεχείς αναιρέσεις.
Οι θέσεις που προέβαλε προσφάτως ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας για την Ευρώπη του μέλλοντος μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την οικοδόμηση της νέας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτικής και πολιτών.
Περισσότερη ενοποίηση με κοινό προϋπολογισμό, αλλά και κατανομή ευκαιριών, υποχρεώσεων και ρίσκου, κοινή επίσης άμυνα και ασφάλεια, κοινές πολιτικές για τους μετανάστες, τις φυσικές καταστροφές, το περιβάλλον, την επιστήμη και την εκπαίδευση, γενικώς ένα πλαίσιο αναγέννησης του ευρωπαϊκού οράματος χρειάζεται η Γηραιά Ηπειρος.
Μια νέα αστική επανάσταση χρειάζεται η Ευρώπη και η Ελλάδα βεβαίως, συστατικό στοιχείο της οποίας δεν μπορεί παρά να είναι ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο τιμής και εμπιστοσύνης, που θα δημιουργεί ασφάλεια και θα προσφέρει ελευθερία στους πολίτες.
Είναι καιρός πλέον να αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους.



ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ