«Ο πάππος μου Ανδρέας είχε εγκατασταθεί εις την παραδουνάβειον πόλιν της Ρουμανίας Βραΐλαν. Ητο πλοιοκτήτης μεγάλων ιστιοφόρων και ησχολείτο με το εμπόριον του σίτου. Ο πατήρ μου καθώς και οι αδελφοί του, αφού έκαμαν τας πρώτας σχολικάς σπουδάς των εν Ανδρω, εγκατεστάθησαν και αυτοί, εις νεαράν ηλικίαν, μετά της μητρός των εις την Ρουμανίαν […]. Ολίγα έτη μετά τον θάνατο του πάππου μου, ο πατήρ μου και οι θείοι μου επώλησαν τα ιστιοφόρα του πατρός των, και ηγόρασαν τα πρώτα φορτηγά ατμόπλοια της οικογένειας […] συμπήξαντες τον αδελφικόν συνεταιρισμόν «Embiricos Brothers» […]. Το πρώτον εκ των τριών ατμοπλοίων ηγοράσθη το 1898, η δε πρώτη έδρα των αδελφικών επιχειρήσεων υπήρξε η Βραΐλα, της οποίας η μεγάλη ελληνική παροικία ήκμαζε τότε. Το 1900 ο πατήρ μου εγνώρισε εις την Σεβαστούπολιν της Κριμαίας, μίαν νεαράν και ωραίαν ελληνορωσσίδα κόρην, την Στεφανίαν, θυγατέρα του εν Ρωσία εγκατεστημένου Λεωνίδα Κυδωνιέως, όστις κατήγετο από την Ανδρον […] Το ίδιον έτος ο πατήρ μου ενυμφεύθη την Στεφανίαν. Εξ αυτής απέκτησε πέντε υιούς […] Εγώ εγεννήθην εις την Βραΐλαν το 1901».
Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από λήμμα της Προσωπικής Εγκυκλοπαίδειας του Ανδρέα Εμπειρίκου και αφορά τον πατέρα του Λεωνίδα, γνωστό εφοπλιστή και αρχικά (τουλάχιστον) φίλο, συνεργάτη και υπουργό του Ελευθέριου Βενιζέλου. Η οικογένεια του Εμπειρίκου φεύγει από τη Βραΐλα, όταν ο ποιητής είναι μόλις τεσσάρων μηνών, και εγκαθίσταται στη Σύρο. Συγγενείς του όμως παραμένουν τόσο στη Βραΐλα όσο και στην Κριμαία. Ετσι ο μικρός Εμπειρίκος κάθε χρόνο επισκέπτεται αυτά τα μέρη ως το 1914. Πριν από λίγες ημέρες ο Εμπειρίκος επανήλθε στη γενέθλια πόλη, στο «Νicapetre Cultural Center» του Μουσείου της Βραΐλας, παλαιό αρχοντικό των Εμπειρίκων. Την πρωτοβουλία του εγχειρήματος είχε ο κ. Tudor Dinu, καθηγητής της Ιστορίας, Λογοτεχνίας και νεοελληνιστής στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου. Αυτός είναι που ήρθε σε συνεννόηση με τους υπευθύνους του Μουσείου της Βραΐλας, ενώ την οικονομική υποστήριξη είχε, και έχει, ο δραστήριος ελληνικός πολιτιστικός σύλλογος «Πρωταγόρας». Δεν γνωρίζω σε τι βοήθησε η ελληνική κυβέρνηση, πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι τα προχθεσινά εγκαίνια του Μουσείου Εμπειρίκου τίμησε με την παρουσία του και ο έλληνας πρέσβης στη Ρουμανία.
Δεν έχουμε τον χώρο και τον χρόνο να μιλήσουμε, όπως πρέπει, για τους Ελληνες της Ρουμανίας. Να θυμίσουμε όμως ότι από τις παραδουνάβιες περιοχές ξεκίνησε η Επανάσταση των Ελλήνων το 1821. Αυτές λοιπόν οι πρωτοβουλίες και των Ρουμάνων και των Ελλήνων να επαναφέρουν τον Εμπειρίκο στη Βραΐλα, όχι μόνο συνεχίζουν μια αγαθή παράδοση –μοιάζουν να έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τη χρόνια πολιτιστική ραθυμία και αντίδραση των καθ’ ημάς υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού. Χρόνια τώρα η ελληνική πολιτεία φαίνεται να αντιμετωπίζει, αν όχι με εχθρότητα, με εμφανή, πάντως, αδιαφορία και απαξίωση τους έλληνες συγγραφείς, τη λογοτεχνία και τα γράμματα γενικότερα. Τελευταία φάνηκε και η εχθρότητά της προς το βιβλίο. Θυμίζουμε ότι οι υπηρεσίες για την παραγωγή του βιβλίου στην Ελλάδα υπόκεινται σε ΦΠΑ 23%!
Ευτυχώς, όμως, που απέναντι σε αυτά τα δεινά, φάροι ελπίδας εξακολουθούν και παραμένουν οι παλαιοί και οι νέοι συγγραφείς μας. Και είναι μέγα ευτύχημα που μπορούν και ανθούν τα γράμματά μας και στο εξωτερικό. Μακάρι, λοιπόν, να τιμούνται οι έλληνες συγγραφείς στα ξένα, όπως έγινε με τον Εμπειρίκο, έναν πρωτοπόρο συγγραφέα μας, ο οποίος εδώ στη χώρα του όχι μόνο αγνοήθηκε, αλλά και λοιδορήθηκε. Ουδέποτε αυτός ο γενναίος και πρωτοπόρος συγγραφέας έλαβε έστω μια μικρή διάκριση από την ελληνική πολιτεία. Η τιμή του ήρθε από τη γενέτειρα Βραΐλα. Λίγο δεν είναι. «Η πολίχνη της ρουμανικής πεδιάδος θα ακμάση» γράφει το 1935 στη λαμπερή Υψικάμινο. «Μια μέρα θα φυτρώσουν στα μέγαρά της πλατανοφόρα δέντρα που θα κρατούν στα χέρια τους ρομφαίες ή λόγχες πεπυρακτωμένες». Από μια άποψη, ο ποιητής είδε το μέλλον.
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ