Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ
Η Λευκή Φρουρά
Μετάφραση Ελένη Μπακοπούλου
Εκδόσεις Ερατώ, 2017
σελ. 540, τιμή 20,14 ευρώ
«Δεν μπορώ να απαιτήσω από έναν συγγραφέα να είναι κομμουνιστής και να ακολουθεί τη γραμμή του κόμματος. Η λογοτεχνία χρειάζεται άλλα μέτρα –επαναστατικά και μη επαναστατικά, σοβιετικά και αντισοβιετικά, προλεταριακά και μη προλεταριακά. Αλλά δεν μπορείτε να απαιτείτε από τη λογοτεχνία να είναι κομμουνιστική… Ο κίνδυνος από τη δεξιά και την αριστερή πλευρά είναι καθαρά υπόθεση του κόμματος… Εχει να κάνει σε τίποτε η λογοτεχνία με το κόμμα; Φυσικά και δεν έχει, η λογοτεχνία είναι κάτι πολύ ευρύτερο από το κόμμα, πολύ πιο γενικό. Αν απαιτείτε από τη λογοτεχνία και τον συγγραφέα να ακολουθούν την άποψη του κόμματος, τότε πρέπει να απορρίψετε όλους όσοι δεν είναι μέλη του κόμματος…».
Δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτά, ανάμεσα σε πολλά άλλα συναφή, ειπώθηκαν σε σύνοδο των ουκρανών συγγραφέων στις 12 Φεβρουαρίου 1929 και ότι εκείνος που τα είπε ήταν ο Στάλιν. Το χειρόγραφο κείμενο εκείνης της ομιλίας βρέθηκε στο προσωπικό του αρχείο με σημειώσεις στο περιθώριο. Ο Στάλιν στα μέσα της δεκαετίας του 1940 είχε σκεφθεί να το συμπεριλάβει στα Απαντά του, αλλά αργότερα απέρριψε την ιδέα. Εκείνη την ημέρα όμως οι παριστάμενοι ήταν «σταλινικότεροι» του Στάλιν, ο οποίος μεγάλο μέρος της ομιλίας του το αφιέρωσε στην υπεράσπιση του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ και του θεατρικού του έργου Μέρες των Τουρμπίν, βασισμένου στο μυθιστόρημά του Η Λευκή Φρουρά. Τη θεατρική παράσταση μάλιστα ο «πατερούλης» την παρακολούθησε στη Μόσχα 14 φορές!
Αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα
Η Λευκή Φρουρά είναι το δεύτερο σημαντικότερο μυθιστόρημα του συγγραφέα μετά το Ο Μετρ και η Μαργαρίτα. Εργο αυτοβιογραφικό εν πολλοίς, στο οποίο ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ως πρότυπα μέλη του στενού οικογενειακού του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου. Οποιος επίσης ταξιδέψει στο Κίεβο έχοντας διαβάσει το μυθιστόρημα και επισκεφθεί το σπίτι του Μπουλγκάκοφ στον αριθμό 13 της Αντρέγεφσκι σπουκ, το οποίο τώρα λειτουργεί ως μουσείο, δεν θα δυσκολευθεί να αναγνωρίσει το περιβάλλον που περιγράφεται στο βιβλίο.
Βρισκόμαστε στο 1918 στην Ουκρανία, η οποία, προτού προλάβει να συνέλθει από τις καταστροφές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, βυθίζεται στο χάος του εμφυλίου πολέμου, σε ένα όργιο βιαιοπραγιών και αίματος. Λευκοί, μπολσεβίκοι, οπαδοί του τσαρικού καθεστώτος, ουκρανοί εθνικιστές αλλά και δωσίλογοι, εγκάθετοι των Γερμανών, διεφθαρμένοι αξιωματικοί και άλλοι παλιάνθρωποι δίνουν τη λυσσώδη μάχη τους για την απόκτηση της εξουσίας.
Υπάρχουν σκηνές βίας που σου κόβουν την ανάσα, όπως η παρακάτω: «Ο αιμόφυρτος όμως δεν απαντούσε στον μαινόμενο επικεφαλής αταμάνο. Ο επικεφαλής αταμάνος έτρεξε τότε μπροστά, και οι λεβέντες πήδηξαν στην άκρη, για να αποφύγουν την υψωμένη μεταλλική ράβδο που γυάλιζε. Ο επικεφαλής αταμάνος δεν υπολόγισε σωστά και του κατέβασε αστραπιαία τον εμβολέα στο κεφάλι. Το κεφάλι έτριξε και ο μελαχρινός δεν είπε πια ωχ» (σ.σ.: αταμάνος ή χάτμανος λεγόταν ο αρχηγός κάθε κοζάκικου οικισμού, ενώ ο εμβολέας εδώ είναι η μεταλλική ή ξύλινη ράβδος για το γέμισμα των εμπροσθογεμών πυροβόλων όπλων). Εχουμε και άλλες παρόμοιες περιγραφές.
Στη Λευκή Φρουρά πρωταγωνιστεί η οικογένεια των Τουρμπίν, η οποία διαπιστώνει πως οι αξίες που πρέπει να συγκροτούν μια κοινωνία, όπως η αξιοπρέπεια και η τιμή, έχουν χαθεί σε μια χώρα που περιδινείται μέσα στο χάος των συγκρούσεων και της βίας. Είναι μια οικογένεια μορφωμένων ανθρώπων –οικογένεια Μπουλγκάκοφ, βέβαια. Και μαζί τους γνωστά ιστορικά πρόσωπα, που θέλουν να θέσουν το Κίεβο υπό την κατοχή τους μέσα σε ένα όργιο βίας και αίματος.
Η δύναμη των μπολσεβίκων
Τι προκάλεσε τον θαυμασμό του Στάλιν για αυτό το έργο; Δεν ήταν μόνο ένα, αλλά τρία γνωρίσματα: Πρώτον, ο ιδιοφυής συνδυασμός ιστορίας και μυθοπλασίας. Ο Στάλιν, όπως προκύπτει από τα σχετικά αρχεία, είχε εμμονή με την ακριβή αναπαράσταση των ιστορικών περιστατικών και των αντίστοιχων προσώπων, εφόσον φυσικά συμφωνούσε με το τελικό συμπέρασμα. Δεύτερον, η εξαιρετική παρουσίαση της φθοράς, της ανηθικότητας και της στρατιωτικής κατάρρευσης των Λευκών. Τρίτον –και σημαντικότερο -, το τελικό συμπέρασμα που προέκυπτε, τότε τουλάχιστον: ότι από τον Βορρά ερχόταν μια νέα δύναμη με ασύγκριτα, σε σχέση με όλους τους άλλους, ηθικά πλεονεκτήματα: οι μπολσεβίκοι. (Αλλά βεβαίως βρισκόμασταν ακόμη στα 1918-1919.) «Οι Τουρμπίν», λέει ο Στάλιν, «είναι άτομα αξιοπρεπή και ειλικρινή, που τα αποβάλλει το κοινωνικό τους περιβάλλον, το οποίο έχει διαφθαρεί. Οι Τουρμπίν δεν μπορούν να κάνουν τίποτε εναντίον των μπολσεβίκων. Οι Μέρες των Τουρμπίν (η Λευκή Φρουρά) είναι μια έξοχη παρουσίαση της συντριπτικής δύναμης των μπολσεβίκων».
Αποκάλυψη και πάθος
Το συμπέρασμα αυτού του εξαίρετου μυθιστορήματος δεν αφορά μόνο το ποιος θα είναι ο νικητής και ποιος έχει το ηθικό πλεονέκτημα αλλά και το πώς διαλύεται ο κοινωνικός ιστός, πώς καταστρέφεται μια οικογένεια, πώς ένας λαός ζει με τον καθημερινό φόβο, πώς τελικά όλα αυτά παίρνουν τον χαρακτήρα μιας φοβερής αποκάλυψης, όπως διαβάζουμε στην προτελευταία παράγραφο: «Πάνω από τον Δνείπερο με την αμαρτωλή και ματωμένη και χιονισμένη γη υψωνόταν στον μαύρο, βλοσυρό θόλο ο μεσονύχτιος σταυρός του Βλαντίμιρ. Από μακριά έδειχνε σαν το εγκάρσιο δοκάρι να είχε εξαφανιστεί, είχε γίνει ένα με το κάθετο, και ως εκ τούτου ο σταυρός είχε μετατραπεί σε απειλητικό μυτερό ξίφος».
Ο Μπουλγκάκοφ όμως δεν θέλει να τελειώσει έτσι το μυθιστόρημά του, γι’ αυτό και καταλήγει με ρομαντικό πάθος: «Ολα θα παρέλθουν. Τα βάσανα, τα μαρτύρια, το αίμα, η πείνα και ο εφιάλτης. Το ξίφος θα εξαφανιστεί, ενώ τα αστέρια θα παραμείνουν, όταν και οι σκιές των σωμάτων και των έργων μας δεν θα υπάρχουν πια στη γη. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην το γνωρίζει αυτό. Γιατί λοιπόν δεν θέλουμε να στρέψουμε το βλέμμα μας στα άστρα; Γιατί;».
Η Λευκή Φρουρά πρωτομεταφράστηκε στη δεκαετία του 1970 από τον Αντρέα Φραγκιά. Η νέα μετάφραση της καλής και έμπειρης μεταφράστριας από τα ρωσικά Ελένης Μπακοπούλου συνοδεύεται από το διαφωτιστικό δοκίμιο του Ιγκάρ Μπέλζα Ενας πραγματικά ρομαντικός δημιουργός και αναλυτικό χρονολόγιο της ζωής του Μπουλγκάκοφ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ