Tετράδια ονείρων
Εκδόσεις Καστανιώτη
σελ. 224, τιμή 15,90 ευρώ
Στο μυθιστόρημα της Ζυράννας Ζατέλη Το πάθος χιλιάδες φορές (2009), δεύτερο μέρος της ανολοκλήρωτης ακόμη τριλογίας της «Με το παράξενο όνομα Ραμάνθις Ερέβους», αλλά και σε άλλα βιβλία της, όπως στο Ο θάνατος ήρθε τελευταίος (2002), το πρώτο μέρος της τριλογίας, ή στο εμβληματικό Και με το φως του λύκου επανέρχονται (1993), οι ήρωες θρηνούν συνεχώς για όσους έχουν φύγει από τη ζωή: όχι μόνο για τους αδικοχαμένους της οικογένειάς τους, αλλά και για κάθε αθώο πλάσμα επί της γης, από τον λύκο και το ελάφι μέχρι τον γυμνοσάλιαγκα και το μυρμήγκι ή το ποντίκι. Ο διαρκής αυτός θρήνος αποκτά κάποτε και μιαν άλλη όψη, αφού οι ζωντανοί καταφέρνουν να οραματιστούν τους νεκρούς τους μέσα σε έναν καταιγισμό ονειρικών αστραπών και να δουν άφοβα τα φαντάσματα να περπατούν ανάμεσά τους. Οσο για τα νεκροταφεία, θα μετατραπούν ξαφνικά σε φαντασίωση ερωτικού παραδείσου ή σε τόπο σεβάσμιας γιορτής, όπου ο καθένας πρέπει να φορέσει τα καλά του. Ο κόσμος δεν έχει πάψει να είναι θανάσιμος, μπορεί ωστόσο να υπερασπιστεί ακόμη (όσο κι αν φαίνεται παράδοξο) την ερωτική αίγλη και την ομορφιά του.
Τα Τετράδια ονείρων αποτελούν ένα είδος φασματικού ημερολογίου το οποίο η συγγραφέας άρχισε να κρατάει από το 1997, περιλαμβάνοντας στην ανά χείρας έκδοση εγγραφές που φτάνουν μέχρι το 2001. Πέρα από τα θολά περιγράμματα, τα πορώδη σχήματα και τα αλλόκοτα φωτισμένα σκηνικά που εμφανίζονται στα όνειρα όλων μας, εκείνο που κυριαρχεί στις ονειρικές καταγραφές της Ζατέλη είναι η συνεύρεση νεκρών και ζωντανών σε ενιαίο χώρο και χρόνο. Οι νεκροί, όπως και στις μυθιστορηματικές της συνθέσεις, δεν έρχονται να κατοικήσουν στη μνήμη, αλλά να παρακαθήσουν σε κοινό τραπέζι με τους ζωντανούς: σ’ έναν νεκρόδειπνο όπου, όπως συμβαίνει κατά κανόνα στα όνειρα, τα πάντα είναι πιθανά. Κυρίαρχη μορφή στην αποδελτίωση αυτής της ονειρικής δραστηριότητας, που έχει εύλογα αυτοβιογραφική βάση, είναι η μητέρα, την οποία η Ζυράννα θα συναντήσει κάτω από τις πιο διαφορετικές περιστάσεις για να μοιραστεί το φάσμα της μαζί με τα αδέλφια της, όπως και με πλήθος εικόνες από την παιδική της ηλικία στον Σοχό της Θεσσαλονίκης. Σημαντικό βεβαίως ρόλο θα αναλάβει και η φιγούρα του πατέρα, καθώς θα διεκδικήσει τη δική του θέση στο κάδρο των οικογενειακών συνευρέσεων.
Είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε τη μαγευτική χαρμολύπη που αποπνέουν τα Τετράδια ονείρων (από αυτή την άποψη η αυτοβιογραφική τους καταγωγή έχει πολύ μικρή σημασία) από τη μαγεία την οποία ασκεί η υπόλοιπη λογοτεχνία της Ζατέλη όταν επικεντρώνεται στον αρχαϊκό κύκλο «γέννηση – έρωτας – θάνατος». Και δεν πρόκειται μόνο για τα σαγηνευτικά δώρα της μαγείας. Οπως το έχω γράψει και παλαιότερα, καταφεύγοντας στο φανταστικό, το παραμυθητικό και το υπερβατικό, η Ζατέλη δεν επιδιώκει να μιλήσει για έναν υπερκείμενο και μη περατό κόσμο. Σκιές, φαντάσματα και σύμβολα (αν μπορούμε όντως να μιλήσουμε για σύμβολα) απομακρύνουν από την πρώτη στιγμή (το βλέπουμε τώρα πεντακάθαρα στα Τετράδια ονείρων) κάθε αφαιρετική ή αλληγορική χροιά τους: μοιάζουν περισσότερο με σήματα της γραφής και του λόγου, που εικονογραφούν την πραγματικότητα όχι για να της προσδώσουν θεϊκή ή μεταφυσική υπόσταση αλλά για να τη βγάλουν από τη ρεαλιστική αδιαφάνεια και ακατανοησία της, διευρύνοντας τα όριά της.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ