Βασίλης Θεοχαράκης: «Ενα τσουβάλι κάρβουνα δεν είναι έργο τέχνης»

Φέτος συμπληρώνεται μία δεκαετία από τη στιγμή που το Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη άρχισε να λειτουργεί στην καρδιά της Αθήνας, απέναντι από τη Βουλή, δείχνοντας στο αθηναϊκό κοινό το γοητευτικό έργο του ζωγράφου Σπύρου Παπαλουκά.

Φέτος συμπληρώνεται μία δεκαετία από τη στιγμή που το Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη άρχισε να λειτουργεί στην καρδιά της Αθήνας, απέναντι από τη Βουλή, δείχνοντας στο αθηναϊκό κοινό το γοητευτικό έργο του ζωγράφου Σπύρου Παπαλουκά. Με αυτά τα λαμπρά εγκαίνια και με πλήθος προσκεκλημένων, το Ιδρυμα τίμησε συγχρόνως και τον ζωγράφο που υπήρξε και δάσκαλος του Βασίλη Θεοχαράκη και αυτή ήταν η πρώτη ευτυχής συγκυρία που άνοιξε τον δρόμο σε μια σειρά εκδηλώσεων, θεμελιωμένων σε ένα σκεπτικό που αφορούσε την καλλιέργεια της γνώσης και της αισθητικής των επισκεπτών του. Ετσι, το Ιδρυμα, εγκαταστημένο σε ένα κτίριο που χτίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920, στο εκλεκτικιστικό ύφος της εποχής του Μεσοπολέμου, και που φέρει τη σφραγίδα της χαμένης αρχιτεκτονικής ομορφιάς της πόλης μας, έγινε πάρα πολύ σύντομα πόλος έλξης καλλιτεχνών και κοινού, πόλος επικεντρωμένος στις εικαστικές τέχνες και στη μουσική με κύριο άξονα την εμφάνιση και εξέλιξη του μοντέρνου στον 20ό και 21ο αιώνα.
Το εύρος και η ποιότητα των εκδηλώσεών του, απόρροια της σοβαρής μελέτης των υπευθύνων του Ιδρύματος και του ζεύγους Θεοχαράκη, πιστοποιείται τόσο από τον αριθμό των 3.000 πραγματοποιηθεισών εκθέσεων, διαλέξεων, συναυλιών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων μέσα σε αυτήν τη δεκαετία, όσο και από την πλούσια θεματολογία. Η ανάδειξη σημαντικών ελλήνων καλλιτεχνών και οι μετακλήσεις μεγάλων ξένων, τα δάνεια έργων τέχνης από σπουδαία ιδρύματα του εξωτερικού, όπως τα «Αριστουργήματα από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης» και «Οι καινοτόμοι του Μοντερνισμού Πάμπλο Πικάσο και Ζαν Κοκτό» άφησαν εποχή.
Στο τιμόνι, ο ιδρυτής Βασίλης Θεοχαράκης, μια πολυσύνθετη προσωπικότητα που ηγείται ενός ομίλου επιχειρήσεων μεγάλης εμβέλειας: από την αυτοκινητική βιομηχανία, τις τραπεζικές εργασίες, την κατασκευή και την υγειονομική περίθαλψη, στα καλλυντικά, στα ψηφιακά συστήματα και στη ναυτιλία. Επιχειρηματίας και ζωγράφος, λοιπόν, με τις πρώτες εκθέσεις του να τις πραγματοποιεί, το 1957, στο Διεθνές Φεστιβάλ Νέων στη Μόσχα και στην 5η Πανελλήνια Εκθεση στο Ζάππειο. Από τότε έχει κάνει 14 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα, σε χώρες της Ευρώπης και στη Νέα Υόρκη και του έχουν απονεμηθεί οι τίτλοι «Ιππότης του Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής» της Γαλλικής Δημοκρατίας και «Αρχων Χαρτουλάριος» από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ ανήκει και στο ιαπωνικό Τάγμα του Ανατέλλοντος Ηλίου.
Κύριε Θεοχαράκη, έχετε έναν πλούτο δραστηριοτήτων, αλλά αναρωτιέμαι αν το Ιδρυμα σας έχει αλλάξει τη ζωή… «Κατά ένα μεγάλο μέρος, ναι. Είχα μάθει αλλιώς. Να πηγαινοέρχομαι από τη Nissan στο σπίτι και στο ατελιέ μου. Στο Ιδρυμα δεν βρίσκομαι συχνά, αλλά είναι η γυναίκα μου, Μαρίνα, ο γενικός διευθυντής του Ιδρύματος, Φώτης Παπαθανασίου, και ο διευθυντής εικαστικών εκδηλώσεων, Τάκης Μαυρωτάς, οι οποίοι ασχολούνται. Εμένα με απασχολεί πώς να το στηρίζω συνέχεια οικονομικά, επειδή δεν είναι κερδοσκοπικός οργανισμός, ούτε το κράτος βοηθά. Κάνουμε αγώνα δρόμου και όσα χρειάζεται τα δίνω εγώ».
Ενα Ιδρυμα απαθανατίζει πάντα τον ιδρυτή του. Νιώθετε ότι γράφετε ιστορία στον πολιτισμό του τόπου; «Δεν είμαι υπερφίαλος, αλλά, ναι, το νιώθω. Και έχω αγάπη για το Ιδρυμα, γιατί και όνομα μου έχει δώσει. Μα, θα μου πείτε, δεν είχα όνομα; Βέβαια είχα, αλλά ο πολιτισμός προχωράει με το πόσα πετραδάκια βάζει ο καθένας μας στο χτίσιμό του· και νομίζω ότι έχω βάλει αρκετά».
Το Ιδρυμα βοηθά τους νέους καλλιτέχνες; «Στην αρχή, κάναμε προσπάθειες για τη στήριξή τους, αλλά, δυστυχώς, με την κρίση, αναγκαστήκαμε να περιορίσουμε τις φιλοδοξίες μας».
Πώς βλέπετε τις δουλειές τους; «Παλιά, στην τέχνη υπήρχε μια τάξη. Τώρα, οι μορφές της καλλιτεχνικής έκφρασης έχουν πολλαπλασιαστεί, οι ζωγράφοι λέγονται εικαστικοί και χρησιμοποιούν διάφορα υλικά, χωρίς να εξαιρούν ούτε τα σκουπίδια. Γιατί αυτά να μου αρέσουν, όταν μου έχει βγει η Παναγία να γίνω ζωγράφος της προκοπής, αναγνωρίσιμος, και τα έργα μου να ευχαριστούν τον κόσμο; Γιατί να δέχομαι ότι ένα τσουβάλι κάρβουνα που μας δείχνει ο Κουνέλλης μπορεί να είναι έργο τέχνης; Δεν είχα πάει ούτε στην έκθεσή του. Το έργο τέχνης πρέπει να ομορφαίνει τον χώρο. Η εγγονή μου κάνει περφόρμανς· αυτό δεν έχει σχέση με ζωγραφική, είναι άλλο πράγμα».
Εσείς πώς ξεκινήσατε να ζωγραφίζετε; «Ηταν άρρωστη η αδελφή μου και της είχαμε δώσει ένα ταμπλουδάκι να ζωγραφίζει και έφτιαξε ένα εκκλησάκι με ένα δρομάκι, και της είπα: «Αλεξία, να το αποτελειώσω εγώ;». Κι έτσι ξεκίνησα. Μετά, βέβαια, παράλληλα με τη Νομική Σχολή όπου σπούδασα, μαθήτευσα για πέντε χρόνια δίπλα στον Σπύρο Παπαλουκά. Μου άρεσε η τέχνη. Θυμάμαι που την περίοδο της Κατοχής έφτιαχνα ανθρωπάκια, παίρνοντας χώμα σαν πηλό από κάποιον λόφο που, στα ριζά του, έκρυβε ένα καταφύγιο».
Πουλάτε έργα σας; «Πολλοί ζητάνε, αλλά δεν θέλω να τα ευτελίσω πουλώντας τα. Αλλωστε, δεν είναι το επάγγελμά μου η ζωγραφική, ασχέτως αν ζωγραφίζω 100% επαγγελματικά. Τα δίνω στα παιδιά και στα εγγόνια μου. Είχα πουλήσει, όμως, ελάχιστα από τη σειρά του Αγίου Ορους και από τα υποθαλάσσια τοπία σε κάποιους πολύ μεγάλους συλλέκτες. Ο Μηνάς Ευφραίμογλου είχε ζαλιστεί με την ποιότητα των έργων μου. Τα λάτρευε. Και είναι η μοναδική παραγγελία που έχω δεχτεί, γιατί ήθελε έργο σε ορισμένες διαστάσεις. Και ο Αχιλλέας Καραμανλής ήθελε να πάρει από το Παρίσι, αλλά του τα χάρισα, γιατί ήταν φίλος μου. Στην Εθνική Πινακοθήκη έχω δωρίσει τέσσερις πίνακες και θα δωρίσω και άλλους, γιατί εκεί θα μείνουν. Και στο Τελλόγλειο Ιδρυμα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου έχω χαρίσει. Εχει και η Βουλή· νομίζετε, όμως, ότι μου έδωσε λεφτά;».

Πώς οργανώθηκαν οι εκθέσεις σας στο εξωτερικό; «Στην Ιταλία, με πρόσκληση του Παλάτσο Βενέτσια της Ρώμης. Είχα πολύ καλές κριτικές, την έκθεση προλόγισε ο υφυπουργός Πολιτισμού Βιτόριο Σκάρμπι και ο διευθυντής του περιπτέρου της Ιταλίας στην Μπιενάλε της Βενετίας, ο οποίος με αποθέωσε. Το ίδιο και ο Κλαούντιο Στρινάτι, γενικός διευθυντής όλων των μουσείων της Ρώμης. Μετά, με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριάρχη, η έκθεση μεταφέρθηκε στο Σισμανόγλειο Μέγαρο της Κωνσταντινούπολης. Η άλλη έκθεση έγινε στο Παρίσι, πάλι κατόπιν προσκλήσεως, όπως και στο Palais de l’Europe στο Στρασβούργο, αλλά έγιναν και στην Ελλάδα, αρκετές…».

Αγαπάτε και τις άλλες τέχνες; «Φυσικά. Και δεν ξέρω αν έχετε υπόψη σας ότι είμαι και τενόρος. Ο Θεούλης με έκανε, δεν πήγα στο Ωδείο. Μου είχε πει ο μαέστρος Θέμης Σερμιέ: «Αν ήσουν μικρότερος, θα σου έκανα μαθήματα –ήμουν τότε γύρω στα 50 -,
τώρα είναι αργά». Αλλά από μικρός βοηθούσα τους ψαλτάδες στην Αγια-Σωτήρα, στην Καλλιθέα. Και για μια δεκαπενταετία τραγουδούσαμε με μια χορωδία στη Λυρική Σκηνή, κάθε μήνα».
Γύρω μου βλέπω θαυμάσιους πίνακες του δασκάλου σας, Σπύρου Παπαλουκά. Είστε συλλέκτης; «Εχω πολλά έργα ζωγραφικής αλλά είμαι συλλέκτης έργων της Ανατολής. Συλλέγω βάζα, γλυπτά και διάφορα αντικείμενα από ζαντ, ελεφαντόδοντο, φτιαγμένα σε αυτές τις χώρες. Εχω έναν Χριστό από ελεφαντόδοντο, που με συγκινεί ιδιαίτερα. Είμαι πολυταξιδεμένος, αλλά πιο πολλές φορές έχω επισκεφθεί την Ιαπωνία, εξαιτίας της Nissan».
Ποιες άλλες χώρες σάς έχουν συγκινήσει; «Οι τόποι με ιστορία. Η Κίνα. Στη Σανγκάη –Σανχάη τη λένε κανονικά –έχουν ναυπηγηθεί κάποια πλοία μας. Σήμερα, είναι γεμάτη ουρανοξύστες. Οποιος, όμως, είχε απολαύσει τις χαρές της παλιάς εποχής, τους ανθρώπους στο πεζοδρόμιο να τρώνε το ρύζι με τα ξυλάκια τους, δεν τις ξεχνά… Ομορφιές εξωτικές… Επίσης, με συγκινεί η Νότια Αμερική. Και η Αφρική και η τέχνη της. «Οι δεσποινίδες την Αβινιόν» που ζωγράφισε ο Πικάσο είναι εμπνευσμένες από αφρικανικά είδωλα. Αντιθέτως, δεν βρίσκω τίποτε το ελκυστικό στο Σικάγο ή στη Νέα Υόρκη».
Κύριε Θεοχαράκη, ποιες είναι οι επιπτώσεις της κρίσης στην αγορά έργων τέχνης; «Εχει κατακρημνισθεί. Οταν κάποτε πουλιόντουσαν 300.000 αυτοκίνητα ετησίως και τώρα έχουν πέσει στις 30.000, γιατί τα έργα να μη χάσουν την αξία τους;».
Στις δημοπρασίες, τα έργα των ελλήνων καλλιτεχνών χτυπάνε υψηλές τιμές. Πρόσφατα, ένας μικρός Τσαρούχης, ούτε λίγο ούτε πολύ έφτασε τις 48.000 ευρώ. «Στις δημοπρασίες υπάρχει ανταγωνισμός. Ποιος έχει πιο πολλά λεφτά στην τσέπη; Πώς θα το αποδείξει; Χτυπώντας την τιμή».

Πώς φτάσαμε στην καταστροφή; «Δεν κλέβανε οι πολιτικοί –όχι ότι δεν υπήρξαν και τέτοιες περιπτώσεις. Πώς να πω, όμως, ότι ο Σημίτης είχε βάλει στην τσέπη του λεφτά; Ο άνθρωπος φτωχός ήταν και φτωχός είναι, χωρίς να εξετάζω αν ήταν καλός πολιτικός ή όχι. Αλλά το κύριο σώμα των πολιτικών έφταιξε εμμέσως, παίρνοντας δανεικά από το εξωτερικό και δίνοντάς τα στους ψηφοφόρους τους για να τους ξαναψηφίσουν. Εχετε δει, για παράδειγμα, τις βίλες με τις πισίνες έξω από τη Θεσσαλονίκη; Πού τα βρήκαν τόσοι άνθρωποι τα λεφτά και τις έφτιαξαν; Δεν τα έκλεψαν, τους τα έδιναν οι πολιτικοί. Μπορεί να μην είναι ποινικώς κολάσιμο, αλλά δεν είναι και «καθαρά χέρια»».
Εχετε και δύο κόρες και έξι εγγόνια. «Η κόρη μου, η Ντένη, είναι ζωγράφος. Και η εγγονή μου, η Μαρινούλα, είναι ζωγράφος και έχει σπουδάσει στην Αμερική. Η άλλη εγγονή μου εργάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία μου, την Τeo Shipping. Τώρα, με την παγκόσμια κρίση ναυτιλίας, έχουμε πολλά προβλήματα. Ανάλογα με τους κυματισμούς της θάλασσας και οι εταιρείες που ασχολούνται με αυτήν τη μία πάνε πάνω, την άλλη κάτω. Ενώ οι αλλαγές στις στεριανές εταιρείες είναι απαλές».
Εχετε δουλέψει πολύ στη ζωή σας; «Από τα 14 μου, δούλευα στον πατέρα μου, που είχε εταιρεία ανταλλακτικών αυτοκινήτου, τη Νικ. Ι. Θεοχαράκης, με δύο καταστήματα, στην Αθήνα και στον Πειραιά».
Η οικογένειά σας πρέπει να στάθηκε πολύ στο πλευρό σας. «Κυρίως η γυναίκα μου, με την υπομονή της και με τη γνώση που έχει αποκτήσει, ζώντας μαζί μου. Και για τα έργα μου, πάντα τη ρωτάω: «Μαρίνα, σου αρέσει αυτό που ζωγράφισα;». Και ακούω τη γνώμη της».
Είστε ευτυχισμένος; «Βεβαιότατα, είμαι. Δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε τσακωθεί ποτέ, αλλά φροντίζω οι τσακωμοί μας να είναι σύντομοι, ώστε να μη μας χαλάνε τη ζωή. Και είμαι και ικανοποιημένος από όσα γενικότερα έχω κάνει».
Υπάρχει κάτι που δεν έχετε κάνει από όσα ονειρευόσασταν κάποτε; «Τα περισσότερα έχουν υλοποιηθεί. Φανταζόμουν ότι θα γίνω καλός ζωγράφος; Επειτα, ήθελα και θέλω πάντα να προσφέρω. Και η δουλειά μου, προσφορά στον πολιτισμό είναι. Μα, θα μου πείτε, πουλάς αυτοκίνητα, πολιτισμός είναι; Είναι, γιατί προσπαθώ να μην κάνω το αφεντικό, αλλά να πείσω τον άλλον να δουλέψει σωστά, με αγάπη, με την αγάπη που του δείχνω κι εγώ. Ξέρετε πόσοι θα είχαν απολυθεί αν δεν επενέβαινα; Γιατί κάθε διευθυντής θέλει να ξεμπερδεύει. Εγώ, όμως, πολλούς υπό απόλυση τους κράτησα και είμαι ευχαριστημένος που το έκανα».
Είστε συναισθηματικός άνθρωπος; «Εχω αρκετά συναισθηματική δόση, χωρίς να τη βγάζω στα έργα μου. Αν δω ένα παιδάκι στον δρόμο, θέλω να του πιάσω το κεφαλάκι και η γυναίκα μου φωνάζει. Μα εγώ από αυτό τρέφομαι. Ή όταν βλέπω ζωάκια. Προ μηνός, μέσα από τα κάγκελα ενός σπιτιού ήταν ένας μεγάλος σκύλος και έβαλα το χέρι μου και τον χάιδευα. Και αυτός με έγλειφε. Ηρθε και μια τεράστια γάτα κι έκατσε πάνω του, και χάιδευα και αυτήν. Θα ξαναπεράσω από εκεί, γιατί μου άρεσε…».
Σας ευχαριστώ, κύριε Θεοχαράκη, για τον χρόνο που μου διαθέσατε. «Κι εγώ σας ευχαριστώ, γιατί τα είπαμε ωραία…». l
Από τις 3 Νοεμβρίου, στο Ιδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη (Βασ. Σοφίας 9 & Μέρλιν) θα φιλοξενείται η έκθεση «Οταν το φως χορεύει, μιλάω δίκαια. Ο Γιώργος Σεφέρης και η ποίησή του μέσα από τη ζωγραφική και τις φωτογραφίες», σε επιμέλεια Τάκη Μαυρωτά.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.