Είναι ήδη γνωστό ότι η φωσφατάση παίζει καίριο ρόλο στη ρύθμιση της ποσότητα του λίπους στο ανθρώπινο σώμα. Αμερικανοί ερευνητές ανακάλυψαν ότι η απουσία του μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου, φλεγμονής και άλλων παθήσεων, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσαν στο επιστημονικό έντυπο Journal of Biological Chemistry.
«Στόχος μας είναι να κατανοήσουμε πως μπορούμε να χειραγωγήσουμε το ένζυμο αυτό. Προσπαθούμε χρόνια τώρα να δούμε πως μπορούμε να ελέγξουμε τη δραστηριότητά του, ώστε να μην είναι πολύ ενεργό και συσσωρεύεται πολύ λίπος στο σώμα, αλλά τόσο όσο να είναι το σώμα υγιές», εξηγεί ο Τζορτζ Καρμαν, καθηγητής Επιστήμης της Διατροφής στη Σχολή Περιβαλλοντικών και Βιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Rutgers.
Η φωσφατάση ανακαλύφθηκε το 1957 και ο Τζιλ-Σοο Χαν, επίκουρος καθηγητής στο Κέντρο Έρευνας Λιπιδίων του αμερικανικού πανεπιστημίου, ανακάλυψε το 2006 το γονίδιο που το κωδικοποιεί. Το ένζυμο καθορίζει αν το φωσφατικό οξύ του σώματος θα χρησιμοποιηθεί για την δημιουργία λίπους ή λιπιδίων στις κυτταρικές μεμβράνες.
Από την ανακάλυψη του γονιδίου που κωδικοποιεί το ένζυμο, η έρευνα έχει επικεντρωθεί κυρίως στη σχέση του με την παχυσαρκία, τη φλεγμονή, τον διαβήτη, τη λιποδυστροφία και άλλες παθολογικές καταστάσεις. Μόνο πρόσφατα οι αμερικανοί ερευνητές επικεντρώθηκαν στην καλύτερη κατανόηση της δομή του και της λειτουργίας του, με απώτερο στόχο τον έλεγχό του.
Οι ερευνητές μελέτησαν το ένζυμο στη μαγιά που χρησιμοποιείται για τα αρτοσκευάσματα, αφού είναι ίδιο με αυτό του ανθρώπινου οργανισμού. Ο Δρ Χαν «έσβησε» ένα γονίδιο στη μαγιά για να εξαλείψει το ένζυμο και αυτό οδήγησε στη συσσώρευση φωσφατικού οξέος, με τα κύτταρα να παράγουν πολλά περισσότερα λιπίδια από τα απαιτούμενα.
«Ανακαλύψαμε ότι ένας σημαντικότερος ρόλος του ενζύμου είναι να διασφαλίζει ότι τα κύτταρα δεν παράγουν πολλά λιπίδια στις κυτταρικές μεμβράνες. Όταν συμβαίνει αυτό, τότε υπάρχει υπερπληθώρα μεμβράνης και τα κύτταρα μπορούν να αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα, χαρακτηριστικό του καρκίνου», εξηγεί ο Δρ Καρμαν.
Και καταλήγει λέγοντας ότι «αυτό που θα πρέπει προς το παρόν να συγκρατήσουμε είναι ότι πρέπει να υπάρχει ισορροπία. Και για να πετύχουμε ισορροπία μεταξύ της αποθήκευσης λίπους και των λιπιδίων στις κυτταρικές μεμβάνες πρέπει να κάνουμε ισορροπημένη διατροφή».