Η διαμόρφωση του μετεκλογικού σκηνικού στη Γερμανία έχει βαρύνουσα σημασία για τα μελλοντικά βήματα μεταρρυθμίσεων στη διακυβέρνηση της ΕΕ και ιδιαίτερα για την αρχιτεκτονική της ευρωζώνης. Οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών έχουν προσδώσει νέα πνοή στη σχετική συζήτηση, ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει πει ότι στις 26 Σεπτεμβρίου, δύο ημέρες μετά τις γερμανικές κάλπες, θα παρουσιάσει λεπτομέρειες επί των ιδεών του, ενώ ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ μίλησε επί του «Μέλλοντος της Ευρώπης» την περασμένη Τετάρτη ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Αν και εξακολουθεί να υπάρχει σκεπτικισμός στη γερμανική πολιτική και οικονομική ελίτ περί των γαλλικών προθέσεων, η κυρία Μέρκελ φρόντισε, κατά τη διάρκεια της ετήσιας θερινής συνέντευξης Τύπου στα τέλη Αυγούστου, «να κλείσει το μάτι» προς το Παρίσι σε θέματα όπως ένας προϋπολογισμός της ευρωζώνης, ενώ τάχθηκε υπέρ της μετατροπής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο (EMF) –μια ιδέα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που όπως φαίνεται θα διατηρήσει το χαρτοφυλάκιο του υπουργού Οικονομικών. Πηγές από το Βερολίνο τονίζουν ότι, ανεξαρτήτως συνασπισμού, η κυρία Μέρκελ θα διατηρήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων επί των ευρωπαϊκών εξελίξεων, υποβαθμίζοντας τον ανασχετικό ρόλο που θα μπορούσε πιθανώς να παίξει το FDP.
«Το FDP είχε παλαιότερα την ευκαιρία να πράξει κάτι ανάλογο, αλλά δεν το έπραξε» υπογραμμίζει στο «Βήμα» γερμανός αξιωματούχος. Η γερμανική κοινή γνώμη είναι επιφυλακτική στη μεταβίβαση κυριαρχίας από το εθνικό στο υπερεθνικό επίπεδο, σημειώνει ο Γιόζεφ Τζάνινγκ του European Council for Foreign Relations (ECFR), αλλά την ίδια στιγμή έχει αρχίσει να διαμορφώνεται στο πολιτικό σύστημα η άποψη ότι πρέπει να αναζητηθούν «ευέλικτες λύσεις» σε ευρωπαϊκό επίπεδο ώστε η ολοκλήρωση να προχωρήσει, έστω με διαφορετικές «ταχύτητες».
Ο συγκερασμός των απόψεων Βερολίνου και Παρισιού θα κρίνει, ίσως, τα πάντα. Ο Εμανουέλ Μακρόν δείχνει ότι θέλει να κινηθεί δυναμικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, συνδυάζοντας τα τεκταινόμενα εκεί με τις μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της χώρας του. Ελπίζει ότι έτσι θα πείσει τη γερμανίδα συνομιλήτριά του να προσυπογράψει ιδέες όπως ο προϋπολογισμός της ευρωζώνης ή η θέσπιση θέσης ευρωπαίου υπουργού Οικονομικών. Το γερμανικό σκεπτικό όμως, όπως εύστοχα το περιγράφει ο κ. Γουόκερ, κινείται με βάση το ερώτημα: ποιο είναι το πρόβλημα της ευρωζώνης σήμερα. Και στο σημείο αυτό, οι απόψεις Βερολίνου και Παρισιού να μην ταυτίζονται απαραίτητα. Η κυρία Μέρκελ ενδέχεται να συνδυάσει τη δημιουργία προϋπολογισμού της ευρωζώνης με την ανάληψη δεσμεύσεων από τα κράτη-μέλη για υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, ενώ η γαλλική πλευρά βλέπει έναν τέτοιο προϋπολογισμό ως μηχανισμό απορρόφησης ασύμμετρων σοκ από την οικονομική ύφεση.
Διαφοροποίηση υπάρχει και στο ζήτημα του ρόλου ενός «ευρωπαϊκού ΔΝΤ». Ο κ. Σόιμπλε ίσως να έβλεπε κάτι τέτοιο ως μια οιονεί «κυβέρνηση της ευρωζώνης» που θα επέτρεπε σε ένα διακυβερνητικό όργανο να ελέγχει τη δημοσιονομική πολιτική των κρατών-μελών. Ο δε κ. Μακρόν, κάτι που φάνηκε και από την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα, θεωρεί ότι οι αρμοδιότητες του σημερινού ESM δεν πρέπει ουσιαστικά να μεταβληθούν. Ισως αυτό το χάσμα απόψεων να ευνοήσει τελικώς την πρόοδο σε τομείς όπως η ασφάλεια και η άμυνα, κάτι που φαίνεται ότι είναι και η εκτίμηση κύκλων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Για όλα αυτά όμως το ρολόι θα αρχίσει να χτυπά μετά τις 24 Σεπτεμβρίου ή, ορθότερα, μετά την οριστικοποίηση της μορφής της νέας γερμανικής κυβέρνησης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ