Σταύρος Κρητιώτης
Δολοφόνος ο κύριος Ροΐδης;
Φιλολογική νουβέλα
The Athens Review of Books
σελ. 101, τιμή 7,00 ευρώ
Ως πεζογράφος ο Σταύρος Κρητιώτης εκπροσωπεί το απόλυτο λογοτεχνικό παιχνίδι: παιχνίδι με τις πηγές (λογοτεχνικές, φιλολογικοκριτικές και δημοσιογραφικές), παιχνίδι με τα κείμενα (σε μια ατέλειωτη ανακύκλησή τους), παιχνίδι όμως και με το πρόσωπό του ως συγγραφέα, που είτε δανείζει το όνομά του στους ήρωες των βιβλίων του είτε φροντίζει να υιοθετήσει ο ίδιος ψευδώνυμη ταυτότητα μέχρι να επικρατήσει η πλήρης αδιαφάνεια ως προς το ποιος έχει γράψει τι. Η παλαιά ιδέα του Ρολάν Μπαρτ για το ότι ο συγγραφέας έχει πεθάνει, βρίσκει καινούργιο αποκούμπι στα κείμενα του Κρητιώτη: η λογοτεχνία δεν είναι τα πρόσωπα που την παράγουν αλλά η ανώνυμη, σχεδόν αυτοφυής διαδικασία της γραφής. Με το όνομά του (αν πιστέψουμε ότι είναι πραγματικό) ο Κρητιώτης έχει δημοσιεύσει τρία μυθιστορήματα: τις Σελίδες σκόπιμα λευκές (2001), Το μηνολόγιο ενός απόντος (2005) και τις Εικονικές αντιγραφές (συνυπογράφεται από την παγκοσμίως άγνωστη Ειρήνη Ελευθερίου, 2010).
Τα τρία βιβλία λειτουργούν σαν επάλληλοι κύκλοι ενώ επικοινωνούν και με τη μελέτη Τα συρτάρια της γνώμης του (2009), που καταγίνεται, όπως μας πληροφορεί ο υπότιτλος, με τις «άγνωστες παραθεματικές τεχνικές του Ροΐδη». Αυτό στο κριτικό ιδίωμα του Κρητιώτη σημαίνει μια σειρά από «στρεβλωμένα παραθέματα, παραποιημένες παραπομπές, αμφίσημα λάθη, αναγραμματισμούς και λογοκλοπές» που φτιάχνουν έναν δεύτερο Ροΐδη, αρκετά διαφορετικό από αυτόν τον οποίο ξέρουμε, χωρίς πάντως να θίγουν ούτε κατ’ ελάχιστον την ανατρεπτική του εικόνα –την οποία και μάλλον ενισχύουν.
Με το Δολοφόνος ο κύριος Ροΐδης; ο Κρητιώτης θα επανέλθει στα ροΐδεια γραπτά (το προσωπείο του αυτή τη φορά είναι ένας ακάματος ερευνητής της Ακαδημίας Αθηνών), ξεκινώντας από την αντίθεση την οποία υποθέτει ότι εμφιλοχωρούσε ανάμεσα στον συγγραφέα της Πάπισσας Ιωάννας (δημοσιεύτηκε το 1866) και στον επτανήσιο δημοσιογράφο και λόγιο Παναγιώτη Πανά. Τι είναι πιθανόν να χώριζε τους δυο τους; Μα, πριν και πάνω απ’ όλα, η μετάφραση από τον Πανά (εν έτει 1895) ενός ιταλικού μυθιστορήματος για την Πάπισσα Ιωάννα, του Papessa Giovanna του Ernesto Mezzabotta (κυκλοφόρησε στα ιταλικά το 1885), που πρέπει να επηρέασε αρνητικά την εμβέλεια και την επιτυχία του έργου του Ροΐδη. Σημαντικές υπήρξαν ενδεχομένως και οι πολιτικές διαφορές Πανά και Ροΐδη: ο πρώτος ήταν σοσιαλιστής, ο δεύτερος δεν θεωρούσε τον σοσιαλισμό κάτι παραπάνω μια φρούδα έμπνευση.
Με βάση αυτές και άλλες ευλογοφανείς υποψίες, ο Κρητιώτης-ακάματος ερευνητής θα επιδοθεί σε έναν μαραθώνιο εικοτολογίας περί κλεψιτυπικών δραστηριοτήτων του Πανά ή περί δολοφονικών προθέσεων του Ροΐδη εις βάρος του Πανά. Την εικοτολογία συμπληρώνει ένας κυκεώνας από δημοσιεύματα του Ροΐδη και από ειδήσεις του Τύπου της εποχής. Η οιονεί αστυνομική πλοκή και οι αλλεπάλληλες αυτοδιαψεύσεις και αυτοανατροπές του ήρωα-αφηγητή δεν θα καταλήξουν σε οποιοδήποτε συμπέρασμα και δεν θα αποκαλύψουν την οποιαδήποτε αλήθεια. Θα κινηθούν ωστόσο πάνω σε ένα απολαυστικό κειμενικό σκηνικό («μεσαιωνική μελέτη» ονόμασε την Πάπισσα Ιωάννα ο Ροΐδης, «φιλολογική νουβέλα» χαρακτηρίζει το δικό του πόνημα ο Κρητιώτης), όπου καμία ερμηνεία δεν ευσταθεί και κανένας λόγος δεν μπορεί να θεωρηθεί έγκυρος. Απομένει η δαιμονική παρωδία των πάντων: του σοβαρού και του αστείου, του πραγματικού και του ψεύτικου, του καλλιτεχνικού και του εξωκαλλιτεχνικού ενόσω χάνονται ηδυπαθώς στο εσωτερικό ενός απέραντου κενού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ