Στην εξίσωση των αντικειμενικών αξιών με τις εμπορικές, την επανεξέταση του τρόπου υπολογισμού της παλαιότητας των κτισμάτων, αλλά και γενικότερα του νόμου για τον ΕΝΦΙΑ αναμένεται να προχωρήσει το υπουργείο Οικονομικών σύμφωνα με δήλωση της Υφυπουργού Οικονομικών κ. Κατερίνας Παπανάτσιου στη Βουλή.
Όπως τόνισε η ίδια με αφορμή ερώτηση που της ετέθη από τον βουλευτή του Σύριζα κ. Ηλία Καματερό, «βρισκόμαστε σε μια διαδικασία εξίσωσης των αντικειμενικών και εμπορικών αξιών, με σκοπό να θεσμοθετήσουμε ένα νέο νόμο φορολογίας κατοχής ακινήτων, πιο δίκαιο, πιο αντιπροσωπευτικό, διορθώνοντας στρεβλώσεις που υπάρχουν και προβλήματα που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή του ΕΝΦΙΑ και αποκαθιστώντας την κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα».
Σύμφωνα με την κυρία Παπανάτσιου, «ο νόμος του ΕΝΦΙΑ ψηφίστηκε το 2013 και η χώρα μας, στο πλαίσιο της δημοσιονομικής πολιτικής, έχει δεσμευθεί για συγκεκριμένο ποσό εισπράξεων ανά έτος από τον φόρο αυτό. Το γεγονός αυτό καθορίζει το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούμε να κινηθούμε για την άσκηση της οικονομικής και κοινωνικής μας πολιτικής».
Από τη μεριά του ο Βουλευτής του Σύριζα κ. Καματερός επισήμανε μία αδικία του ΕΝΦΙΑ που έχει να κάνει με το έτος κατασκευής των οικοδομών που πρέπει να αναγραφεί στο έντυπο Ε9 και βάσει αυτού να υπολογιστεί ο φόρος. Ενώ αναφέρεται στο νόμο πώς επιβάλλεται ο φόρος και αναφέρει σε οικοδομές που έχουν χτιστεί, έχουν οικοδομηθεί, σε διαφορετικές οικονομικές περιόδους, υπάρχει η στήλη 14, στην οποία αναγκάζεται κανείς, όπως λέει, σε περιπτώσεις που υπάρχουν τμήματα κτίσματος με διαφορετική παλαιότητα αναγράφεται το κτίσμα σε μία γραμμή και ως έτος κατασκευής το έτος της νεότερης οικοδομικής άδειας.
Έτσι, παρουσιάζεται η αδικία σύμφωνα με τον Βουλευτή του Σύριζα, μία οικοδομή -που μπορεί να είναι και τα περισσότερα τετραγωνικά της πολύ παλαιότερης δόμησης – να φορολογείται σαν νεότερη, επειδή έτυχε να έχει κάνει πρόσφατα μία μικρή προσθήκη. Αυτό επιτείνεται και στην περίπτωση των αυθαίρετων.
H υφυπουργός Οικονομικών απαντώντας σε αυτό το ζήτημα παραδέχεται ότι υπάρχει στρέβλωση και μάλιστα δεν δηλώνει ότι δεν είναι και η μοναδική.
Σύμφωνα με τα ισχύοντα, η παλαιότητα του κτίσματος προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του έτους φορολογίας και του έτους έκδοσης της νεότερης οικοδομικής άδειας. Αν δεν υπάρχει οικοδομική άδεια, ως έτος έκδοσης λαμβάνεται το έτος κατασκευής, το οποίο προκύπτει από δημόσιο έγγραφο, που μπορεί να είναι προγενέστερος τίτλος κτήσης,
βεβαίως η έναρξη ηλεκτροδότησης από τη ΔΕΗ ή η νομιμοποίηση αυθαιρέτου.
Αν το έτος κατασκευής δεν προκύπτει από δημόσιο έγγραφο ή από τη δήλωση στοιχείων ακινήτων, ως έτος έκδοσης της άδειας λαμβάνεται το έτος κατά το οποίο δηλώθηκε το κτίσμα με την υποβολή του Ε9. Άδεια αλλαγής χρήσης του κτηρίου ή άδειες μη ουσιώδους ανακαίνισης, που δεν θίγουν τον φέροντα οργανισμό του κτηρίου, όπως για παράδειγμα είναι η άδεια ελαιοχρωματισμού, άδεια επισκευής πατωμάτων, άδεια πέργκολας κ.λπ. δεν λαμβάνονται υπόψη.
Σε περιπτώσεις που υπάρχουν τμήματα κτίσματος με διαφορετική παλαιότητα για οποιονδήποτε λόγο, δηλαδή εξαιτίας νεότερης οικοδομικής άδειας για επέκταση ή μεταγενέστερης τακτοποίησης ή νομιμοποίησης τμήματος του ακινήτου, το κτίσμα γράφεται ενιαία σε μία γραμμή του Ε9 και σαν έτος κατασκευής αναγράφεται το έτος της νεότερης οικοδομικής άδειας ή το έτος στο οποίο συντελέστηκε η τακτοποίηση ή νομιμοποίηση του αυθαιρέτου κτίσματος.
Έτσι, εάν το έτος κατασκευής δεν προκύπτει από δημόσιο έγγραφο ή από τη δήλωση στοιχείων ακινήτων, σαν έτος κατασκευής λαμβάνεται το έτος κατά το οποίο δηλώθηκε το κτίσμα με την υποβολή της δήλωσης του Ε9. Στις αυθαίρετες κατασκευές οι προσθήκες, οι οποίες νομιμοποιήθηκαν ή τακτοποιήθηκαν σαν έτος κατασκευής λαμβάνεται το έτος κατασκευής, όπως αυτό αναγράφεται στην έκθεση του μηχανικού, στα έγγραφα της τακτοποίησης.
Εάν ο μηχανικός αναγράφει εύρος ετών στην έκθεσή του, όπως για παράδειγμα μπορεί να αναφέρει από το 2008 έως το 2011, τότε σαν έτος κατασκευής λαμβάνεται η πιο πρόσφατη χρονολογία και σε περίπτωση που δεν αναγράφεται έτος κατασκευής στην έκθεση του μηχανικού σαν έτος κατασκευής λαμβάνεται αυτό της τακτοποίησης, το οποίο δεν μπορεί να είναι μεταγενέστερο του 2011, δεδομένου ότι δεν επιτρέπεται τακτοποίηση κτισμάτων μεταγενέστερης κατασκευής.