Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, η Γερμανίδα Καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, πρόκειται να κερδίσει μία τέταρτη θητεία στις ομοσπονδιακές εκλογές. Ο αντίκτυπος του πολιτικού της αντιπάλου, Μάρτιν Σούλτς, ήταν μάλλον προσωρινός, καθώς η πλειονότητα των Γερμανών πολιτών δεν επιθυμεί αναθεώρηση των πολιτικών που έφεραν τη χώρα τους στη σημερινή ισχυρή θέση σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αν και στην πολιτική πολλά μπορούν να αλλάξουν σε δύο βδομάδες, με τα τωρινά δεδομένα παρουσιάζει περισσότερο ενδιαφέρον αν η Μέρκελ θα προτιμήσει ξανά έναν μεγάλο συνασπισμό ή αν θα συνεργαστεί με κάποιο μικρότερο κόμμα, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν με την παράταξη των Φιλελεύθερων Δημοκρατών.
Η Ελλάδα παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις εξελίξεις με το βλέμμα τόσο στα οικονομικά όσο και στην εξωτερική της πολιτική. Ξεκινώντας με τα οικονομικά, η γερμανική προσέγγιση δεν πρόκειται να αλλάξει. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να ολοκληρώσει επιτυχώς την τρίτη αξιολόγηση συμφωνώντας μόνο με την Τρόικα και χωρίς ψευδαισθήσεις πολιτικών λύσεων, και στη συνέχεια μπορεί να ελπίζει σε εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, όπως αυτά ορίστηκαν στην απόφαση του Eurogroup του Μάϊου 2016.
Όσον αφορά τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, ο Γερμανός, υπουργός οικονομικών, Βόλγφκανγκ Σόιμπλε, έχει ήδη πετύχει μια συμβιβαστική λύση, που ικανοποιεί το κόμμα του, ώστε να μη χρειάζονται νέες ψηφοφορίες στη γερμανική βουλή. Το ελληνικό ζήτημα έχει κουράσει τη Γερμανία και δύσκολα θα επανέλθει ψηλά στην πολιτική της ατζέντα.
Παράλληλα, μετά τις γερμανικές εκλογές, Βερολίνο και Παρίσι πρόκειται να εντατικοποιήσουν τις συζητήσεις τους για το μέλλον της Ευρώπης. Ο διάλογος περί ευέλικτης συνεργασίας σε διάφορα επίπεδα αποτελεί παγίδα, καθώς δεν αποκλείεται η Ελλάδα να μείνει πίσω σε ορισμένους τομείς μιας νέας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που θα καθοδηγείται από κράτη που θέλουν και μπορούν. Η Μέρκελ συμφωνεί με το νέο Γάλλο πρόεδρο, Εμμανουέλ Μακρόν, για τη δημιουργία θέσης υπουργού οικονομικών της ευρωζώνης και κοινού προϋπολογισμού. Όμως, οι λεπτομέρειες για το τι ακριβώς θα κάνει ο νέος υπουργός και ποιοι και πόσο θα πληρώνουν για τον προϋπολογισμό παραμένουν άγνωστε. Συνεπώς, είναι νωρίς για εικασίες. Πάντως, είναι θετικό – έστω και αν η πληροφορία πηγάζει από δημοσίευμα εφημερίδας – πως ο Σόιμπλε ίσως ενδιαφερθεί για μετατροπή του Μόνιμου Μηχανισμού Στήριξης σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Θεωρητικά με τον τρόπο αυτό μπορεί να τονωθούν οι επενδύσεις στις χώρες του Νότου.
Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, το αρνητικό κλίμα που διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή στη Γερμανία σχετικά με την Τουρκία, θα έχει πιθανώς αντίκτυπο στην ευρωπαϊκή προσέγγιση για πιθανή μελλοντική ένταξη της γειτονικής χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν και είναι σχεδόν αυτονόητο πως η Άγκυρα δεν πρόκειται να εισέλθει ως πλήρες μέλος, οι Βρυξέλλες αποφεύγουν να λάβουν σχετικές αποφάσεις. Η Ελλάδα ευνοείται από αυτή τη διστακτικότητα, καθώς η συνεργασία Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας – ακόμα και υπό τις σημερινές συνθήκες – αποτελεί μοχλό πίεσης προς τον Τούρκο Πρόεδρο, Ταγίπ Ερντογάν.
Χρειάζεται, ωστόσο, ετοιμότητα από την ελληνική πλευρά, ώστε, αν το Βερολίνο εμποδίσει οριστικά τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Άγκυρας μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές, να προχωρήσει άμεσα σε αναθεώρηση της στρατηγικής των τελευταίων δύο περίπου δεκαετιών. Λόγω της συνεχιζόμενης προσφυγικής κρίσης και της άριστης οικονομικής συνεργασίας Γερμανίας-Τουρκίας αναμένεται αυτοσυγκράτηση στο σχετικό ευρωπαϊκό συμβούλιο του Οκτωβρίου. Παρόλα αυτά, αν συνεχίσουν να συλλαμβάνονται Γερμανοί πολίτες στην Τουρκία, δεν αποκλείεται να φτάσουν τα πράγματα στα άκρα.
*Ο Δρ. Γιώργος Ν. Τζογόπουλος είναι Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ και Senior Research Fellow στο Centre International de Formation Europeenne (CIFE).