Patricia Highsmith
Η κραυγή της κουκουβάγιας
Μετάφραση Ανδρέας Αποστολίδης
Εκδόσεις Αγρα, 2017
σελ. 400, τιμή 15,90 ευρώ
Σε αρκετά μυθιστορήματα της Πατρίσια Χάισμιθ, της κυρίας των ψυχολογικών θρίλερ και του σασπένς, πρωταγωνιστούν δύο άντρες, οι οποίοι βρίσκονται σε αντιπαλότητα για ποικίλους λόγους –συνήθως εξαιτίας μιας γυναίκας -, και συγκρούονται με αιματηρό τρόπο. Αυτό συμβαίνει τόσο στο Ξένοι στο τρένο όσο και στο O ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ, τα γνωστότερα έργα της, κάτι που ισχύει και για Τα δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου. Δύο άντρες συγκρούονται επίσης στο Η κραυγή της κουκουβάγιας, όπου μια γυναίκα διεκδικείται από δύο άντρες, τον μνηστήρα της και εκείνον που εμφανίζεται ξαφνικά στη ζωή της. Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Ρόμπερτ Φόρεστερ, ένας άντρας με καλή δουλειά και καλλιτεχνικά ταλέντα που ζει σε μια πόλη στην Πενσιλβάνια. Είναι χωρισμένος και συχνά παρακολουθεί μια άγνωστη κοπέλα που συνδέεται με έναν άντρα και ετοιμάζονται να παντρευτούν, στημένος έξω από το σπίτι της. Ο φόβος μην πιαστεί ως ύποπτος ματάκιας τον βασανίζει, μα δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό, γιατί νιώθει την επιτακτική ανάγκη να τη βλέπει. Μαθαίνουμε πως εξαιτίας του διαλυμένου γάμου του έπαθε κατάθλιψη –τον χτύπησε στην εφηβεία του μετά τον δεύτερο γάμο της μητέρας του -, και επισκεπτόταν ψυχοθεραπευτή, ενώ η μετακόμισή του από τη Νέα Υόρκη στην επαρχία τού έκανε καλό.
Θυμίζουμε πως συχνά οι συγκρούσεις των χαρακτήρων στα μυθιστορήματα της Χάισμιθ συνδέονται με έναν προβληματικό γάμο. Πουθενά στο έργο της δεν υπάρχει «συνεκτική οικογένεια», έχει σημειώσει ο Ανδρέας Αποστολίδης, μεταφραστής και μελετητής της. Γενικά, έχει προσθέσει, σε αυτά δεν υπάρχουν ευτυχισμένα ζευγάρια και πολύ σπάνια αυτά τα ζευγάρια «κάνουν παιδιά». Ασφαλώς, όλα αυτά οφείλονται στα δύσκολα παιδικά χρόνια της Χάισμιθ, η οποία έζησε με ποικίλα τραύματα που ίσως αυτά την οδήγησαν στη λογοτεχνία. Τις κάθε είδους εμπειρίες της η συγγραφέας τις μεταφέρει παραλλαγμένες στις ιστορίες που αφηγείται, όπως αυτήν εδώ. Η ιδέα για το ξεκίνημα του παρόντος μυθιστορήματος της δόθηκε από μια δική της εμπειρία –την εξομολογείται στο ημερολόγιό της: άρχισε να κατασκοπεύει μια γυναίκα που της άρεσε, την Κάθλιν Σιν. Ετσι τη θέση της πήρε ο Ρόμπερτ που ανέλαβε όπως εκείνη τους πιθανούς κινδύνους.
Κάποια στιγμή, όπως είναι αναμενόμενο, ο Ρόμπερτ γίνεται αντιληπτός από την κοπέλα. Τη λένε Τζένι, διαβάζει τους Δαιμονισμένους του Ντοστογέφσκι και φοβάται τον θάνατο –έχει ψύχωση με την ιδέα του θανάτου. Γνωρίζονται, ανταλλάσσουν γνώμες και εκείνη τον ερωτεύεται, μάλιστα διαλύει τη σχέση με τον μνηστήρα της, τον Γκρεγκ, οπότε επέρχεται η αναπόφευκτη σύγκρουση μεταξύ των δύο ανδρών. Οταν ο μνηστήρας πέφτει στο νερό και εξαφανίζεται, οι υποψίες πως δολοφονήθηκε πέφτουν στον Ρόμπερτ και αυτός πρέπει να αποδείξει την αθωότητά του, ακόμα και σε εκείνους που τον αγαπούν, καθώς η πρώην σύζυγός του διαδίδει πως ο άντρας της είναι ψυχοπαθής.
Κοινό σημείο στις περιπτώσεις που αναφέραμε, μα και σε άλλες, είναι το ότι οι άντρες-πρωταγωνιστές της Χάισμιθ διέπονται από αντιφατικά αισθήματα, κυρίως ενοχές, και ένα είδος ηθικής βάσει των οποίων πορεύονται. Ο Ρόμπερτ, αθώος και μάλλον άτολμος, σχεδόν αφήνεται στο έλεος του αντιπάλου του, ανίκανος να υπερασπίσει τον εαυτό του στις κατηγορίες που του απευθύνει ο κοινωνικός του περίγυρος. Θα τα καταφέρει να επιβιώσει στο κύμα θανάτων –η κουκουβάγια του τίτλου είναι σύμβολο θανάτου –που ακολουθεί;
Σε κάθε περίπτωση, η συγγραφέας, όπως αναφέρει σε μια συνέντευξή της, δεν θέλει να μεταφέρει στον αναγνώστη κανένα ηθικό ή άλλο δίδαγμα, απλώς επιθυμεί «να του χαρίσει λίγες στιγμές διασκέδασης και ίσως έναν νέο τρόπο να βλέπει τα πράγματα». Η «διασκέδαση» της Χάισμιθ συνίσταται στις μικρές δόσεις αγωνίας που προσφέρει στον αναγνώστη, περιγράφοντας τις κινήσεις των ηρώων της προς τον φόνο και την καταστροφή. Τους ψυχογραφεί με ενάργεια, όπως κάνει ο Ζορζ Σιμενόν με τους δικούς τους ήρωες, σημειώνει ο Ανδρέας Αποστολίδης, τονίζοντας στο ψυχογράφημά της τη μοχθηρία και την εκδικητικότητα των ανθρώπων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ