του Πλάμεν Τόντσεφ*
Είναι πολύ μεγάλη και δικαιολογημένη η ανησυχία για τις ολέθριες επιπτώσεις μιας επαπειλούμενης σύγκρουσης με πυρηνικά όπλα στην Χερσόνησο της Κορέας. Ταυτόχρονα, είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένες οι προβλέψεις για το ποιές θα είναι οι εξελίξεις στην περιοχή το αμέσως επόμενο διάστημα. Με κάθε επιφύλαξη, λοιπόν, την ώρα που γράφονται αυτές οι αράδες, πολλοί αναλυτές συγκλίνουν στις εξής εκτιμήσεις:
– Αυτές τις μέρες διεξάγεται μια πυρετώδης – και πολυμερής – διαπραγμάτευση, έστω και με ανορθόδοξο τρόπο σε πολλές περιπτώσεις. Ακόμη και οι εμπρηστικές δηλώσεις και πολεμικές ιαχές που ανταλλάσσουν μεταξύ τους η Βόρεια Κορέα και οι ΗΠΑ αποτελούν μέρος αυτής της διαπραγμάτευσης.
– Σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ, αντιμέτωπη με την ακραία προκλητική συμπεριφορά του Kim Jong-un, η αμερικανική ηγεσία βρίσκεται προ κρίσιμων διλημμάτων ως προς την χρήση ή μη στρατιωτικών μέσων. Αυτό που καθιστά ιδιαίτερα επισφαλείς τις εκτιμήσεις για το τί αποφάσεις θα λάβει ο Λευκός Οίκος, είναι η απειρία του Ντόναλντ Τραμπ, όπως και της νέας αμερικανικής διοίκησης στο σύνολό της. Με εκρηκτικό χαρακτήρα και εν πολλοίς αμφιλεγόμενη συμπεριφορά, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έχει δώσει ακόμη σταθερό δείγμα γραφής ως προς την εξωτερική πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει, πόσω μάλλον σε μια τόσο ακραία αντιπαράθεση στα όρια του πυρηνικού ολέθρου.
– Διαφαίνονται, μάλιστα, διαφωνίες στα ανώτατα κλιμάκια της αμερικανικής ηγεσίας, με τον Τραμπ να αρέσκεται σε εμπρηστικές δηλώσεις περί “πυρός και οργής” και, την ίδια στιγμή, τον Υπουργό Αμυνας Τζέιμς Μάτις να τονίζει πως δεν έχουν εξαντληθεί ακόμη τα διπλωματικά μέσα. Αντίθετα, η Βόρεια Κορέα έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα, στον βαθμό που είναι απόλυτα συνεκτική η επικοινωνιακή της στρατηγική, ενώ είναι εξαιρετικά περιορισμένες οι πληροφορίες για εσωτερικές εξελίξεις στην χώρα και προετοιμασίες για τα επόμενα βήματα του καθεστώτος.
– Την πολυμερή φύση της εν εξελίξει διαπραγμάτευσης επιβεβαιώνει ο διπλωματικός πυρετός, με την συμμετοχή όλων των χωρών της βορειοανατολικής Ασίας και των ΗΠΑ, αλλά και των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ όπου συζητείται πρόταση για την επιβολή ακόμη πιο αυστηρών κυρώσεων στην Βόρεια Κορέα.
– Σημαντική παράμετρος της σύνθετης εξίσωσης είναι το μπρα-ντε-φερ μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας. Οι Αμερικανοί ζητούν επίμονα από το Πεκίνο να εμπλακεί πολύ πιο ενεργά στην επίλυση της κρίσης και να “ανακαλέσει στην τάξη” το καθεστώς της Kim Jong-un. Ενώ είναι αλήθεια ότι η Κίνα είναι ο μοναδικός οικονομικός εταίρος και συνομιλητής της Βόρειας Κορέας, το Πεκίνο είναι εξαιρετικά απρόθυμο να λειτουργήσει υπό την πίεση της Ουάσινγκτον, καθώς συνυπολογίζει και πολλά άλλα ακανθώδη ζητήματα στην φορτωμένη ατζέντα των σινοαμερικανικών σχέσεων. Και, πάντως, για την Κίνα – όπως και για την Ρωσία – είναι αδιανόητες και δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην βορειοανατολική Ασία, μέρος της οποίας είναι και η Χερσόνησος της Κορέας.
Σε ό,τι δε αφορά το στρατιωτικό σκέλος της κρίσης και την χρήση όπλων, αξίζει να σημειωθούν τα εξής δεδομένα στην παρούσα φάση:
– Οι εικασίες για το πότε ενδέχεται η Βόρεια Κορέα να αποκτήσει την απαραίτητη τεχνογνωσία για μια δυνητική επίθεση στις ΗΠΑ, είτε με συμβατικούς πυραύλους είτε με πυραύλους με πυρηνική γόμωση, ποικίλλουν αρκετά και αναφέρονται σε διάστημα από λίγους μήνες έως δύο χρόνια. Δεδομένης της προόδου που έχει σημειώσει η Πιονγιάνγκ, οι τελευταίες εκτιμήσεις των ειδικών συγκλίνουν προς το διάστημα μηνών παρά ετών. Επιπλέον, αποτελεί πάγια τακτική του καθεστώτος Kim Jong-un να απειλεί την Νότιο Κορέα και την Ιαπωνία που είναι στενοί στρατιωτικοί σύμμαχοί των ΗΠΑ – συνεπώς, οποιαδήποτε επίθεση από την Πιονγιάνγκ σ’αυτές τις δύο χώρες θα ισοδυναμούσε με την κήρυξη πολέμου στις ΗΠΑ και θα καθιστούσε αναπόφευκτη την αμερικανική εμπλοκή, πριν καν τελειοποιήσει η Βόρεια Κορέα τους πυραύλους της και τα πυρηνικά της όπλα.
– Από την άλλη πλευρά, ενώ αναγνωρίζεται η ανησυχητική πρόοδος που έχει σημειώσει το τελευταίο διάστημα το καθεστώς του Kim Jong-Un στην ανάπτυξη των δύο παράλληλων προγραμμάτων – πυραυλικών συστημάτων και πυρηνικων ικανοτήτων -, θεωρείται περίπου δεδομένο ότι η Βόρεια Κορέα δεν είναι ακόμη σε θέση να καταφέρει πλήγμα στις ΗΠΑ μέσω πυραύλων, είτε σε εδάφη τους στον Ειρηνικό Ωκεανό (π.χ. στην στρατιωτική βάση του Guam) είτε στην αμερικανική στεριά.
– Επίσης, προβάλλεται από πολλούς το επιχείρημα ότι τα όπλα μαζικής καταστροφής που επιδιώκει να αναπτύξει η Πιονγιάνγκ δεν προορίζονται για επίθεση, αλλά αποβλέπουν: 1) στην απόκτηση αποτρεπτικής ισχύος, δηλ. ως ασπίδα έναντι επίθεσης από άλλα κράτη, 2) στον εξαναγκασμό της διεθνούς κοινότητας, κυρίως των ΗΠΑ, να αναγνωρίσουν το αποσυνάγωγο καθεστώς του Kim Jong-un.
Βάσει των ανωτέρω και κυρίως δεδομένου του διπλωματικού πυρετού σε πολλές πρωτεύουσες ταυτόχρονα, δεν αναμένεται το αμέσως επόμενο διάστημα να ξεσπάσει τακτικός πόλεμος – είτε με συμβατικά είτε με πυρηνικά όπλα. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μεμονωμένες συγκρούσεις ή αψιμαχίες, ως μέρος αυτής της εν εξελίξει “διαπραγμάτευσης”. Σημειώνεται ότι το 2010 η Βόρεια Κορέα βύθισε ένα πλοίο του νοτιοκορεατικού πολεμικού ναυτικού, αν και ποτέ δεν ανέλαβε επισήμως την ευθύνη γι’αυτήν την εχθρική ενέργεια. Θεωρείται δε πολύ πιθανό η Πιονγιάνγκ να συνεχίσει να προκαλεί την διεθνή κοινότητα με την εκτόξευση πυραύλων και δοκιμές με στόχο την απόκτηση πυρηνικών όπλων.
Υπενθυμίζεται για άλλη μια φορά ότι οι εξελίξεις στην Χερσόνησο της Κορέας είναι ραγδαίες και πολλές πληροφορίες παραμένουν διαβαθμισμένες για ευνόητους λόγους. Πάντως, πολλές εκτιμήσεις συντείνουν στο ότι τον πρώτο λόγο ακόμη τον έχουν οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες, ενώ οι καθαρά στρατιωτικές επιλογές παραμένουν σε δεύτερη μοίρα προς το παρόν. Τις επόμενες εβδομάδες θα φανεί κατά πόσο μπορεί να επιτευχθεί κάποια διευθέτηση ή έστω αποκλιμάκωση σε μια από τις πιο επικίνδυνες κρίσεις που αντιμετωπίζει ο πλανήτης μετά την αντιπαράθεση στον Κόλπο των Χοίρων το 1962.
Ο Τόντσεφ Πλάμεν είναι Επικεφαλής του Προγράμματος Ασιατικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ)