Κάθε χρόνο τέτοια εποχή παρακολουθούμε το ίδιο περίπου έργο με πρωταγωνιστές από τη μια τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς τους και από την άλλη την ηγεσία της αντιπολίτευσης. Μήλο της έριδος η οικονομία και οι διαρκώς διαψευδόμενες – ως τώρα τουλάχιστον – προσδοκίες για ανάκαμψη.
Η παροχολογία και οι ανέξοδες υποσχέσεις που αποτελούσαν κάποτε το καθιερωμένο μενού στις κυβερνητικές εξαγγελίες στη ΔΕΘ ,δεν προσφέρονται πλέον ούτε καν ως αντίδωρο, αφού οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί απέναντι στους δανειστές δεν επιτρέπουν λαθροχειρίες. Έτσι ο κ. Τσίπρας ανακάλυψε την αξία της επιχειρηματικότητας και σπεύδει σε παλαιές και νεοπαγείς επιχειρήσεις για να αποδείξει ότι έχει ξεπεράσει πλέον τις παλιές ιδεοληψίες του και εμπιστεύεται το παραγωγικό δυναμικό της χώρας.
Από την άλλη μεριά και ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, συνεχίζει τις επαφές του με τους παραγωγικούς φορείς της χώρας, για να υποστηρίξει το δικό του αφήγημα για την έξοδο από την κρίση και φυσικά να κατηγορήσει την κυβέρνηση για την αναποτελεσματικότητα και την έλλειψη συγκροτημένου σχεδίου για την ανασυγκρότηση της οικονομίας.
Θεμιτή και αναμενόμενη η πολιτική αντιπαράθεση, αρκεί να μην εξαντλείται σε ευκαιριακές περιοδείες και σε υποσχέσεις που μετά από λίγο θα ξεχαστούν. Η οικονομία και συνολικά ο παραγωγικός ιστός της χώρας έχουν πληγεί βαρύτατα αυτά τα χρόνια της κρίσης, από την ατολμία και τα ελλείμματα κατανόησης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν, από την πολιτική ηγεσία της χώρας. Ιδιαίτερα οι ευθύνες της σημερινής κυβέρνησης είναι βαρύτατες, καθώς όχι μόνο έχασε πολύτιμο χρόνο, όχι μόνο οδήγησε τη χώρα σε ένα νέο μνημόνιο, αλλά υπονόμευσε με τη στάση των στελεχών της ,κάθε σχεδόν προσπάθεια για σοβαρές επενδύσεις.
Ακόμα και αυτές που η ίδια αποδέχθηκε και προώθησε ,καρκινοβατούν οι περισσότερες στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και της πολιτικής αδιαφορίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα για να συνέλθει χρειάζεται ένα επενδυτικό σοκ και μια πολιτική ηγεσία αποφασισμένη όχι μόνο να το αποδεχθεί αλλά και να το προωθήσει.
Ευτυχώς παρά τα όσα έχουμε υποστεί όλα αυτά τα χρόνια, διαθέτουμε ακόμα σε αρκετούς τομείς συγκριτικά πλεονεκτήματα και έχουμε ένα σημαντικό κεφάλαιο αναξιοποίητου παραγωγικού δυναμικού, που αν του δοθούν οι δυνατότητες και τα κίνητρα, μπορεί να αποτελέσει το μοχλό της ανάπτυξης. Αλλά για αυτό χρειάζονται συγκεκριμένα έργα, σχέδιο, αξιοποίηση όλων των ευκαιριών που μας προσφέρονται και όχι εύκολα λόγια χωρίς αντίκρισμα…
ΤΟ ΒΗΜΑ