Σε «κατάρα» για το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων εξελίσσεται στο διάβα των αιώνων η ακίνητη περιουσία που διαθέτει στην Αγία Γη. Οι μοναχοί της αγιοταφιτικής αδελφότητας, απόγονοι του «Τάγματος των Σπουδαίων» από τον 4 μ.Χ., κατάφεραν και συγκέντρωσαν μια ακίνητη περιουσία που κατατάσσει το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων στον κατάλογο με τους μεγαλύτερους γαιοκτήμονες του Ισραήλ και της Παλαιστινιακής Αρχής. Ξενοδοχεία, μέγαρα, μουσεία, πάρκα αναψυχής, σχολεία και πολυτελείς κατοικίες στη Δυτική, στην Ανατολική και στην παλαιά Πόλη της Ιερουσαλήμ, στη Βηθλεέμ και στο Αμμάν της Ιορδανίας, έχουν χτιστεί σε εδάφη του Πατριαρχείου. Ενός Πατριαρχείου που τους τελευταίους δύο μήνες ζει στους ρυθμούς ενός ακόμη «σκανδάλου» πώλησης ακινήτων.

Δεκάδες στρέμματα «αιτία πολέμου»
Δύο υποθέσεις φαίνεται ότι βρίσκονται στο επίκεντρο των Ισραηλινών, των Παλαιστινιακών και των Ιορδανικών Αρχών.
Η πρώτη αφορά την πώληση οικοπέδων στη Δυτική Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για δεκάδες στρέμματα σε περιοχές που ανήκουν στην κυριαρχία του Ισραήλ. Τα συγκεκριμένα είχαν εκμισθωθεί για 99 χρόνια από τους Πατριάρχες Ιεροσολύμων Τιμόθεο και Βενέδικτο στις δεκαετίες του ’40 και του ’50. Στα σχεδόν εβδομήντα χρόνια που μεσολάβησαν, τα ως τότε αμπέλια και χωράφια μετατράπηκαν σε χώρους αναψυχής, πολυτελείς κατοικίες, ενώ σε κομμάτι αυτής της περιοχής βρίσκεται ακόμη και τμήμα του εβραϊκού μουσείου.
Στις αρχές του καλοκαιριού οι ισραηλινοί κάτοικοι της περιοχής ξεσηκώθηκαν κατά του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και του Πατριάρχη Θεοφίλου καθώς από τις δηλώσεις στον Δήμο των Ιεροσολύμων προέκυψε ότι η αγιοταφιτική αδελφότητα προχώρησε στην ολοκληρωτική πώληση της έκτασης. Το γεγονός προκάλεσε τεράστια αναστάτωση, καθώς τα προηγούμενα συμβόλαια εκμίσθωσης έληγαν το 2050. Οι ενοικιαστές των ακινήτων διέθεταν συμβόλαια για άλλα τριάντα χρόνια. Ακόμη και η «ιδιοκτήτρια» εταιρεία άλλαξε και πλέον δεν είχαν να διαπραγματεύονται με το Jewish National Fund (JNF), αλλά με καινούργιες εταιρείες οι οποίες εμφανίζονται να εκπροσωπούνται από δύο γνωστά νομικά γραφεία της Ιερουσαλήμ που ανήκουν στους Noam Ben David και Ephraim Abramson. Οι οριστικές πωλήσεις, που φαίνεται ότι έγιναν το 2011 και το καλοκαίρι του 2016, βλέπουν σήμερα το φως της δημοσιότητας μέσω της δήλωσης στον Δήμο και του φόρου που επιβλήθηκε για τα ακίνητα.
Οι κάτοικοι ξεσηκώθηκαν και, όπως εκτιμάται, πρόκειται για Ισραηλινούς με υψηλές προσβάσεις στην κυβέρνηση και στο κοινοβούλιο, οι οποίοι διεκδικούν να παραμείνουν στα ακίνητά τους καθώς φοβούνται ταυτόχρονα την αύξηση των τιμημάτων και το ενδεχόμενο εξώσεων. Ισχυρές είναι και οι δικαστικές και πολιτικές παρεμβάσεις του JNF, που ιδρύθηκε το 1901, με στόχο την αγορά και την ανάπτυξη στην περιοχή –που τότε ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και αργότερα πέρασε στη βρετανική κυριαρχία προκειμένου να εγκατασταθούν εβραϊκοί πληθυσμοί της Ευρώπης. Είναι χαρακτηριστικό ότι η συγκεκριμένη εταιρεία –όπως και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και το ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής –αποτέλεσε έναν από τους βασικούς πυλώνες συνεδρίων της Κοινωνίας των Εθνών (ΚΤΕ), προπομπού του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ).

Δικαίωση για την παλαιά Πόλη
Την ίδια ώρα, μια άλλη υπόθεση που προέρχεται από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έρχεται εκ νέου να ταράξει τον βίο των μοναχών της αγιοταφιτικής αδελφότητας. Συγκεκριμένα, στα τέλη Ιουλίου εκδόθηκε η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου της Ιερουσαλήμ στο οποίο είχε προσφύγει το Πατριαρχείο κατά της μακροχρόνιας εκμίσθωσης των δύο ξενοδοχείων Ιμπίριαλ και Πέτρα στην παλαιά Πόλη των Ιεροσολύμων, στις οποίες είχε προχωρήσει ο Πατριάρχης Ειρηναίος. Η εκμίσθωση για 99 χρόνια σε εταιρεία συμφερόντων της οργάνωσης Ateret Cohanim, που φέρεται ότι ανήκει σε ορθόδοξους εβραίους των Ηνωμένων Πολιτειών και στοχεύει στη δημιουργία status quo στην παλαιά Πόλη των Ιεροσολύμων –που δεν έχει αποφασισθεί από την παγκόσμια κοινότητα –υπήρξε η θρυαλλίδα για την πτώση του Πατριάρχη Ειρηναίου και την επαναφορά του στις τάξεις των μοναχών.
Η απόφαση του δικαστηρίου ορίζει ότι αυτές οι μακροχρόνιες ενοικιάσεις είναι έγκυρες και απορρίπτει το αίτημα του Πατριάρχη Θεοφίλου και της Ιεράς Συνόδου για την ακύρωση των συμβολαίων. Η έκδοση της απόφασης προκάλεσε «συναγερμό» στο Πατριαρχείο και ο κ. Θεόφιλος συγκάλεσε σε ειδική συνεδρίαση τους εκπροσώπους όλων των χριστιανικών εκκλησιών, ομολογιών και κοινοτήτων στην Αγία Γη για να δοθεί απάντηση. Μια συνάντηση που έγινε λίγα 24ωρα προτού επισκεφτεί την Ιορδανία και την πρωτεύουσα Αμμάν, καθώς το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων αποτελεί Ιορδανικό Καθίδρυμα από την εποχή της Υπεριορδανίας και οι εκάστοτε υποψήφιοι πατριάρχες φέρουν την ιορδανική υπηκοότητα. Και επί ιορδανικού εδάφους ο κ. Θεόφιλος ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει ακόμη και στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ προκειμένου να δικαιωθεί το Πατριαρχείο. Επιπλέον, ζήτησε και έλαβε ακόμη και τη στήριξη του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών.
Αναζητώντας την πολιτικώς ορθόδοξη ισορροπία
Η Ιορδανία δείχνει να κρατά ίσες αποστάσεις, παρά τις πιέσεις που φέρεται ότι δέχεται εναντίον του Πατριάρχη Ιεροσολύμων από ομάδα βουλευτών παλαιστινιακής καταγωγής που μετέχουν στο κοινοβούλιο του Αμμάν. Ο πρίγκιπας Γάζι, ξάδελφος του βασιλιά Αμπντάλα, επιφορτισμένος με τις θρησκευτικές υποθέσεις του Χασεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας, παρακολουθεί βήμα-βήμα τα ζητήματα που έχουν ανακύψει. Ο 43ος απόγονος του Μωάμεθ, βασιλιάς Αμπντάλα, προέρχεται από την οικογένεια του άραβα φυλάρχου Κιουράις, ο οποίος με τη σειρά του έλκει την καταγωγή του από τον προφήτη Ισμαήλ. Διατηρεί όμως στενές σχέσεις με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και το πορτρέτο του κοσμεί μαζί με τον πατέρα του βασιλιά Χουσεΐν την αίθουσα του θρόνου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων που βρίσκεται στο κέντρο της παλαιάς Πόλης των Ιεροσολύμων και ίσως είναι το μόνο που απέμεινε από την εποχή της Υπεριορδανίας και τον πόλεμο των 6 ημερών όπου κυριάρχησε ο Ισραηλινός στρατός. Ενώ οι χριστιανοί ορθόδοξοι Ιορδανοί αποτελούν σημαντικό στοιχείο της χώρας.
Η ισραηλινή κυβέρνηση δείχνει να πιέζεται από τους κατοίκους των περιοχών που άλλαξαν χέρια, τους επιχειρηματίες που εμπλέκονται, τις οργανώσεις αλλά και ομάδα βουλευτών. Και πολλοί στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων εκτιμούν ότι πίσω από τις αντιδράσεις βρίσκονται και άλλες διεκδικήσεις.
Η Παλαιστινιακή Αρχή, από την πλευρά της, εκφράζει τις διαμαρτυρίες της για τις πωλήσεις. Με παραστάσεις και διαμαρτυρίες που εκφράζονται κυρίως από χριστιανούς ορθοδόξους. Οπως όμως επισημαίνουν στενοί συνεργάτες του κ. Θεοφίλου, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, αποτελεί τον μεγαλύτερο ιδιοκτήτη γης των παλαιστινιακών εδαφών, έχει παραχωρήσει και σε αυτές τις περιοχές εκτάσεις για τις ανάγκες των χριστιανών ορθοδόξων. Και έχει χτίσει σχολεία και φιλανθρωπικά ιδρύματα.
Το γεγονός πάντως ότι το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο ιδιοκτήτη γης στα ισραηλινά εδάφη στα οποία έχουν χτιστεί ακόμη και το Ισραηλινό κοινοβούλιο, η αρχιραβινία και το ξενοδοχείο Κινγκ Ντέιβιντ, που αποτελεί σημείο αναφοράς για τη χώρα, θα αποτελεί πάντα ζήτημα τριβής, αντιπαραθέσεων και αφορμή για ενδοεκκλησιαστικές αντιπαραθέσεις. Και παρά το γεγονός ότι για πολλούς το διεθνές καθεστώς της Δυτικής Ιερουσαλήμ έχει κριθεί, η παλαιά Πόλη βρίσκεται εκεί –ο «ακλόνητος φρουρός» που περικλείει τον Ναό της Αναστάσεως, το Τέμενος του Ομάρ και τη γη της «Επαγγελίας για τους Ιουδαίους» -, με τη διεθνή κοινότητα ακόμη να μην επιλύει το ζήτημα της εθνικής της κυριαρχίας, ο «μεγάλος ιδιοκτήτης» της ζει ακόμη μία φορά στη δίνη των διεκδικήσεων και της διαχείρισης της περιουσίας που του κληροδότησαν η Ιστορία και οι αγιοταφίτες, ελληνικής καταγωγής, κληρικοί μέσω των αιώνων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ