Η πορεία των ευρωτουρκικών σχέσεων προβληματίζει έντονα την Αθήνα τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς διαφαίνεται μια έντονη ψύχρανση, ιδιαίτερα μεταξύ Βερολίνου και Αγκυρας. Οπως παραδέχονται στο «Βήμα» ανώτεροι διπλωματικοί και κυβερνητικοί παράγοντες, καθώς και υψηλόβαθμες κοινοτικές πηγές, το σκηνικό θα ξεκαθαρίσει μετά την ολοκλήρωση των εκλογικών αναμετρήσεων στη Γερμανία (24 Σεπτεμβρίου) και στην Αυστρία (στις αρχές Οκτωβρίου). Οι προοπτικές όμως δεν μοιάζουν, σε αυτή τη φάση, ευοίωνες καθώς ιδιαίτερα στο Βερολίνο έχουν αρχίσει και κερδίζουν έδαφος οι φωνές που θεωρούν ότι πρέπει πλέον να σταματήσει η ανοχή απέναντι στις συνεχείς προκλήσεις του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Ο ρόλος της Μέρκελ
Μια σκλήρυνση και μια χειροτέρευση των ευρωτουρκικών σχέσεων θα επηρέαζε καίρια την ισορροπία Αθηνών – Αγκυρας. Δεν είναι μυστικό άλλωστε ότι ο «ευρωπαϊκός πυλώνας» είναι κρίσιμος στην άσκηση πιέσεων προς την τουρκική πλευρά. Ο ρόλος της Ανγκελα Μέρκελ υπήρξε την τελευταία διετία βαρύνων στο πεδίο αυτό, με βασική αιτία την προσφυγική κρίση, αλλά εφόσον η γερμανίδα καγκελάριος, που αναμένεται να επανεκλεγεί, δει ότι πιέζεται στο εσωτερικό της χώρας της και ότι δεν υπάρχουν πλέον γέφυρες επικοινωνίας με τον πρόεδρο Ερντογάν, δεν αποκλείεται να πάψει να λειτουργεί ως «μοχλός πραγματισμού». Δεν απαιτείται ιδιαίτερη σκέψη για να καταλάβει κανείς ότι η Ελλάδα, που αποτελεί μετωπική χώρα έναντι της Τουρκίας, θα μπορούσε να βρεθεί ενώπιον σοβαρών γεωπολιτικών προκλήσεων που δεν περιορίζονται στο Προσφυγικό.

Πολύπλευρα μέτωπα
Τα διμερή ζητήματα στο Αιγαίο παραμένουν ανοικτά. Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Κυπριακό δεν βοήθησαν, και το πολιτικό πρόβλημα στο νησί σίγουρα θα επηρεαστεί από τα ευρωτουρκικά. Τα πολύπλευρα μέτωπα που έχει η Τουρκία στο νοτιοανατολικό υπογάστριό της (βασικά εξαιτίας του Κουρδικού) θα μπορούσαν να ανεβάσουν περαιτέρω το «θερμόμετρο του εθνικισμού» και να την οδηγήσουν σε κάποιου είδους εξαγωγή έντασης στο Αιγαίο ή στην Ανατολική Μεσόγειο. Επιπλέον, οι δίαυλοι επικοινωνίας με την τουρκική κυβέρνηση (τόσο ο πρώην πρέσβης στην Αθήνα και νυν σύμβουλος του Πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ, ο Κερίμ Ουράς, όσο και ο εξ απορρήτων του κ. Ερντογάν, ο Ιμπραήμ Καλίν) κρίνονται ως επισφαλείς, από τη στιγμή που υπάρχει τέτοιος συγκεντρωτισμός εξουσίας στο πρόσωπο του τούρκου προέδρου.
Η Τελωνειακή Ενωση
Ηδη, πριν από λίγες ημέρες η κυρία Μέρκελ ξεκαθάρισε ότι υπό τις παρούσες συνθήκες δεν μπορεί να προχωρήσει η διαδικασία για την αναβάθμιση της Τελωνειακής Ενωσης ΕΕ – Τουρκίας, που εθεωρείτο το βασικό όχημα για να μη διαρραγούν οι σχέσεις των δύο πλευρών. Σε αυτή την περίπτωση, ίσως αρχίσουν να εξετάζονται σοβαρότερα σε επίπεδο ΕΕ οι σκέψεις και οι ιδέες που προς το παρόν μένουν πίσω από κλειστές πόρτες και αφορούν την αλλαγή του μοντέλου των ευρωτουρκικών σχέσεων. Ηδη, ο επίτροπος με αρμοδιότητα τη Διεύρυνση και την Πολιτική Γειτονίας Γιοχάνες Χαν έχει ζητήσει να διεξαχθεί ευρεία συζήτηση για τις στρατηγικές επιπτώσεις της στάσης της Αγκυρας στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι ο κ. Χαν είναι Αυστριακός και δεν αποκλείεται όσα λέει να σχετίζονται με το προεκλογικό σκηνικό στην πατρίδα του όπου φαίνεται ότι θα επικρατήσει ο υποψήφιος της Δεξιάς Σεμπάστιαν Κουρτς, που επίσης έχει διατυπώσει σκληρές θέσεις ακόμη και για πλήρη διακοπή των ενταξιακών συνομιλιών με την Αγκυρα. Ανεξαρτήτως όμως της στάσης Χαν, ήδη από τον τελευταίο Πολιτικό Διάλογο ΕΕ – Τουρκίας, οι ενδείξεις δεν ήταν οι καλύτερες.
Το Προσφυγικό
Στο παρασκήνιο, το μείζον ζήτημα που απασχολεί τόσο τις Βρυξέλλες όσο και τις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι η διατήρηση της Συμφωνίας για το Προσφυγικό. Παρά τις κραυγές που ακούγονται κατά καιρούς, οι αριθμοί δεν δικαιολογούν την άποψη ότι η Αγκυρα έχει ανοίξει τη «στρόφιγγα» των ροών. Ενημερωμένες πηγές σημειώνουν στο «Βήμα» ότι οι αριθμοί, σε επίπεδο τριμήνου αλλά και σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, δεν παρουσιάζουν δραματική μεταβολή. Αυτό που έχει συμβεί είναι ότι υπάρχει τις τελευταίες εβδομάδες μια επικέντρωση των ροών προς τη Σάμο και τη Χίο. Το πρόβλημα φυσικά παραμένει η αδυναμία επιστροφής στην Τουρκία σύρων προσφύγων, όπως προβλέπει η Συμφωνία του Μαρτίου 2016. Σύμφωνα με πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του «Το Βήμα», το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κρίνει ότι οι δύο σύροι πρόσφυγες που είχαν προσφύγει κατά της επιστροφής τους στην Τουρκία μπορούν να επιστραφούν στη γειτονική χώρα. Ωστόσο, υπάρχει καθυστέρηση στο να καθαρογραφεί η απόφαση που θα άνοιγε τον δρόμο και για την αποσυμφόρηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
Πλήττεται ο πυρήνας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Το πρόβλημα μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας υπερβαίνει πλέον το Προσφυγικό. Επικεντρώνεται πια στην εμμονή, όπως τη χαρακτηρίζουν κορυφαίοι κοινοτικοί διπλωμάτες, του κ. Ερντογάν να πλήττει τον πυρήνα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τις φυλακίσεις ακόμη και ευρωπαίων υπηκόων, τον περαιτέρω περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου και την ύψωση των τόνων σε θέματα όπως π.χ. η έκκλησή του προς την τουρκική κοινότητα στη Γερμανία να μποϊκοτάρει τα δύο μεγάλα κόμματα, το CDU και το SPD, στις προσεχείς ομοσπονδιακές εκλογές. Η πρόσφατη σύλληψη του γερμανού ακτιβιστή Πέτερ Στόιντνερ ήλθε να προστεθεί σε εκείνη του γνωστού τουρκογερμανού δημοσιογράφου Ντενίζ Γιουτσέλ και πλέον το ποτήρι ξεχείλισε.

«Η σχέση ΕΕ – Τουρκίας είναι η σχέση μεταξύ ενός πλούσιου γείτονα και ενός δύσκολου γείτονα» λέει στο «Βήμα» ευρωπαϊκή διπλωματική πηγή. «Ωστόσο, δεν μπορούμε να σώσουμε τους Τούρκους από τους εαυτούς τους» παραδέχεται στωικά. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ μίλησε πριν από λίγες ημέρες σε αυστηρό τόνο κατά της Τουρκίας. Η δήλωση Γιούνκερ έχει σημασία διότι η Επιτροπή είναι αυτή που κινεί τα νήματα στο μέτωπο της αναβάθμισης της Τελωνειακής Ενωσης ΕΕ – Τουρκίας, η οποία είχε ως στόχο να αναζωογονήσει τις σχέσεις των δύο πλευρών και ουσιαστικά να τις απεμπλέξει από τον κυκεώνα των «ημιθανών» ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, σε συνεννόηση με την Ανγκελα Μέρκελ, έστειλε ήδη από τα τέλη Ιουλίου στην Επιτροπή σκληρή επιστολή που ουσιαστικά προδιαγράφει αλλαγή στάσης του Βερολίνου ακόμη και σε θέματα όπως η χορήγηση προενταξιακών κονδυλίων, αν και κοινοτικές πηγές ελπίζουν ότι μετά τις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου η ατμόσφαιρα ίσως αλλάξει.
Το πρόβλημα δεν είναι όμως καθόλου απλό, διότι κρατικοί παράγοντες στη Γερμανία εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για τη δράση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ) στη χώρα, πιθανότατα στο πλαίσιο της αντιγκιουλενικής εκστρατείας που βρίσκεται σε εξέλιξη. Παράλληλα, οι δραστηριότητες της Diyanet, της γνωστής Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, θεωρείται ότι έχουν διευρυνθεί επί γερμανικού εδάφους και προκαλούν δυσφορία στις κρατικές αρχές. Στο δε κοινωνικό – πολιτικό επίπεδο, η στάση του κ. Ερντογάν και σχόλια όπως αυτά που έκανε περί ναζισμού οδηγούν πολλούς Γερμανούς να παύουν πλέον να διακρίνουν μεταξύ Ερντογάν και Τούρκων –κάτι που δημιουργεί πρόβλημα και στην πολυπληθή τουρκική κοινότητα στη Γερμανία. Τούτο δε συμβαίνει σε μια στιγμή που εντός των κόλπων της τουρκικής κοινότητας οι χωριστές ταυτότητες (π.χ. αν κάποιος θεωρεί εαυτόν Τούρκο, Κούρδο ή Αλεβίτη) καθίστανται ακόμη πιο εμφανείς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ