Από τον Ιανουάριο του 2015, βιώνουμε μια ισχυρή παλινδρόμηση της οικονομίας που πότε δείχνει να παίρνει τα πάνω της για να επιστρέψει, όμως, ξανά στη στασιμότητα και την αβεβαιότητα. Αυτή η κατάσταση που ήρθε με το αχρείαστο τρίτο μνημόνιο 2015-2018, συνοδεύεται με νέα μέτρα, που διαρκώς φτωχαίνουν τους Έλληνες.
Επειδή στη ζωή και στην πολιτική οι πράξεις και τα λεγόμενα καταγράφονται ανεξαρτήτως αν η λήθη τα ξεθωριάζει, καλό είναι να θυμηθούμε κάποια στοιχεία αδιαμφισβήτητα, εν όψει της νέας παρουσίας των κομμάτων στη ΔΕΘ.
Οι προεκλογικές υποσχέσεις του Φθινοπώρου του 2014 με το λεγόμενο Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ ήταν παντελώς ανεδαφικές, αφού αποτελούσαν απλό ευχολόγιο. Από τότε όμως έχουν περάσει τρία χρόνια.
Σήμερα η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί -με αφορμή την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, την έξοδο στις αγορές, την προετοιμασία για τη ΔΕΘ και την επικείμενη τρίτη αξιολόγηση- να επιχειρηματολογήσει ότι η Ελλάδα αρχίζει να βλέπει φως, ότι ανακάμπτει και ότι πλησιάζει την πόρτα της εξόδου από τα Μνημόνια.
Η αλήθεια όμως στην Οικονομία δεν είναι υποκειμενική. Είναι πάντα αντικειμενική και μία και εν προκειμένω πιστοποιείται από αδιαμφισβήτητους παράγοντες που πρέπει να έχει υπόψιν του ο Πρωθυπουργός:
• Η φορολογία τόσο για φυσικά πρόσωπα όσο και για επιχειρήσεις, βρίσκεται αρκετά παραπάνω του Μ. Ο. του ΟΟΣΑ. Πχ για τα νοικοκυριά στο 38,3% του εργατικού κόστους σε σχέση με το 30,9% στον ΟΟΣΑ ως σύνολο και για τις επιχειρήσεις στο 29% ενώ στις χώρες του ΟΟΣΑ κατά μέσο όρο είναι στο 24%. Ο ΦΠΑ είναι 4 μονάδες παραπάνω του Μ.Ο. των χωρών του ΟΟΣΑ ενώ ενδεικτικά αναφέρουμε η βενζίνη επιβαρύνεται με 67% φορολογία! Περιττό να υπογραμμίσουμε, τέλος, τη συμβολή στην αφαίμαξη των πολιτών από τον φόρο δήμευσης περιουσίας, δηλαδή, τον ΕΝΦΙΑ.
• Οι καταθέσεις δεν αυξάνονται. Τον Ιούλιο του 2015, μεσούσης της εθνικής κρίσης, οι καταθέσεις ιδιωτών-νοικοκυριών και επιχειρήσεων υποχώρησαν στα 120,8 δισ. ευρώ. Τον Ιούνιο 2017, σχεδόν 2 χρόνια μετά, οι καταθέσεις ανέρχονται σε 120,4 δισ. Περίπου στο ίδιο μέγεθος, δηλαδή. Να υπογραμμίσουμε ότι ιστορικά οι καταθέσεις ήταν 120 δισ. τον Μάιο του 2003, δηλαδή πριν από 14 χρόνια.
• Τα δάνεια ως μοχλός κίνησης της Οικονομίας έχουν παγώσει .Το δάνειο είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος ανάπτυξης και επέκτασης των επιχειρηματικών σχεδίων. Τα δάνεια πριν από 10 χρόνια συμμετείχαν περίπου στο 50% της διαμόρφωσης της αύξησης του ΑΕΠ, δηλαδή είχαν πολύ ενεργή συμμετοχή στην ανάπτυξη. Τα δάνεια, τα υπόλοιπα δανείων συνεχώς μειώνονται έχουν υποχωρήσει στα 190 δισ. δηλαδή στα επίπεδα του Απριλίου του 2007 πριν από 10 χρόνια δηλαδή. Συρρίκνωση δανείων σημαίνει ότι οι εξοφλήσεις είναι περισσότερες από τις νέες χορηγήσεις.
Σημαίνει ότι οι τράπεζες ελλείψει ρευστότητας και περιορισμένων κεφαλαίων δεν μπορούν να δανείσουν την Οικονομία. Σημαίνει ότι λόγω της έκρηξης των προβληματικών δανείων οι τράπεζες συρρικνώνονται με στόχο την εξυγίανση τους. Όταν δεν χορηγούνται δάνεια δεν υπάρχει ανάπτυξη και αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα, τα δάνεια συρρικνώνονται και θα συνεχίσουν να συρρικνώνονται.
• Τα κόκκινα δάνεια ανέρχονται σε 106 δισ. ή σε 58% του ΑΕΠ. Στην Ευρώπη τα προβληματικά δάνεια φθάνουν το 1 τρισ. ευρώ. Το Μνημόνιο 3 δεσμεύει την κυβέρνηση να περιορίσει τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Σε όλες τις χώρες όπου το πρόβλημα ήταν ακραίο όπως σε Ιρλανδία, Ισπανία και μερικώς στην Ιταλία επελέγησαν λύσεις τύπου bad bank. Η Ελλάδα με 106 δισ. αντιπροσωπεύει το 10% του προβλήματος της Ευρώπης και ως ποσοστό μπορεί να είναι μικρό αλλά ως μέγεθος για τις ελληνικές τράπεζες είναι πολύ μεγάλο. Όσο οι τράπεζες έχουν αυτό το βάρος NPLs και NPEs θα παραμένουν καθηλωμένες.
• Οι αποδόσεις των ομολόγων δεν υποχωρούν. Η έξοδος στις αγορές ήταν αναγκαία, απαραίτητη, αλλά εν μέρει επικοινωνιακή. Το μείζον ζητούμενο είναι η εμπιστοσύνη και για να γυρίσει αυτή θέλει δουλειά πολλή… Η Ελλάδα δεν μπορεί να δανειστεί για μία 10ετία γιατί ουδείς επενδυτής θα δανείσει την Ελλάδα για διάστημα πέραν της συμφωνημένης περιόδου με τους δανειστές, δηλαδή μέχρι το 2022. Η Ελλάδα μπορεί να δανειστεί για 3 χρόνια ή 1 χρόνο ή 2 χρόνια αλλά όχι για 10 χρόνια. Η απόδοση του 10ετούς στο 5,60% αυτό αποδεικνύει.
Τα πέντε στοιχεία της ελληνικής οικονομίας που παρατέθηκαν, δεν είναι τα μόνα που πιστοποιούν τη δυσμενή της κατάσταση. Είναι, όμως, εκείνα που αν δεν διορθωθούν θα καταστήσουν οποιαδήποτε δυναμική προσπαθήσει να αναπτυχθεί στην οικονομία, θνησιγενή και εφήμερη.
Γιάννης Μαστρογεωργίου, Διευθυντής του ΔΙΚΤΥΟΥ www.todiktio.eu