Μπορεί η κυβέρνηση να επενδύει πολιτικά στην επίσκεψη Μακρόν στην Αθήνα περιμένοντας στήριξη πιο ισχυρή ακόμη και από αυτήν του προέδρου Ολάντ για να βελτιώσει την εικόνα της και να κλείσει το μνημόνιο, η «τρόικα» όμως εσωτερικού (ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Γιώργος Χουλιαράκης και ο Δημήτρης Λιάκος) που διαπραγματεύεται με τους θεσμούς γνωρίζει πολύ καλά ότι η πορεία της οικονομίας θα κριθεί από τρεις παράγοντες:
1. Την έγκαιρη ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης που ξεκινά εντός του Σεπτεμβρίου.
2. Την άμεση εφαρμογή των 35 από τα 113 προαπαιτούμενα στα οποία έχουν συμφωνήσει με ΕΕ και ΔΝΤ.
3. Την «ανάνηψη» του τραπεζικού συστήματος έτσι ώστε να είναι σύντομα σε θέση να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία.
Το βάρος για τους υπουργούς έγινε μεγαλύτερο μετά και την παρέμβαση-έκπληξη του Προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση ότι «ανασχηματισμός θα γίνει μετά το τέλος της τρίτης αξιολόγησης».
Η αγωνία είναι δικαιολογημένη καθώς γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα νοικοκυριά έχουν φτάσει στα όριά τους εξαιτίας της ανεργίας και της υπερφορολόγησης, στοιχεία που αποτυπώνονται στη μείωση της εσωτερικής κατανάλωσης και στην αδυναμία του 28% των φορολογουμένων να πληρώσει τον φόρο εισοδήματος στο τέλος Ιουλίου.
Το γεγονός αυτό κλόνισε τα έσοδα του προϋπολογισμού και σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις μηνών –αν όχι ετών –στο πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων δημιούργησε «τρύπα» 682 εκατομμυρίων ευρώ στα κρατικά ταμεία.
Εύλογα λοιπόν ανησυχούν καθώς μέχρι το τέλος του έτους θα φουντώσει η κοινωνική δυσφορία αφού κάθε μήνα οι φορολογούμενοι θα πρέπει να πληρώνουν όχι έναν αλλά δύο και τρεις φόρους –για το εισόδημα 2,5 δισ. ευρώ, για τον ΕΝΦΙΑ που έρχεται τη Δευτέρα 3,4 δισ. ευρώ, για τέλη κυκλοφορίας των ΙΧ, μοτοσικλετών κ.λπ. 1,2 δισ. ευρώ.
Στη διαδρομή αυτή δεν περιμένουν «δώρα» –ούτε ελάφρυνση του χρέους ούτε την ποσοτική χαλάρωση –πέρα από την επικοινωνιακή στήριξη από τον πρόεδρο Μακρόν και τον επίτροπο Μοσκοβισί, ο οποίος θέτει από τώρα υποψηφιότητα για την προεδρία της Κομισιόν. Ταυτόχρονα όμως αναμένουν ένταση της πίεσης από ΔΝΤ να κοπούν επιδόματα και κοινωνικές δαπάνες, να κλείσουν φορείς του Δημοσίου, να τρέξουν οι ιδιωτικοποιήσεις και να έρθουν (αν χρειαστεί) νωρίτερα –στο τέλος του 2018 –τα μέτρα για τη μείωση του αφορολογήτου.
Η υπερφορολόγηση και το τεστ των αγορών
Τον εγκλωβισμό της κυβέρνησης στην πολιτική υπερφορολόγησης έχει αντιληφθεί η Νέα Δημοκρατία, η οποία ανεβάζει στην ατζέντα της και θα αναδείξει το επόμενο διάστημα «το αδιέξοδο των νοικοκυριών» και το αδιέξοδο των αριθμών στον βαθμό που τα έσοδα του Δημοσίου θα υστερούν.
Ηδη η αντιπολιτευτική αυτή τακτική ξεκίνησε με δηλώσεις του πρώην υπουργού Χρήστου Σταϊκούρα περί «υπερφορολόγησης και εξόντωσης των νοικοκυριών».
Το μέγα ζητούμενο για τη ΝΔ είναι η προβολή προτάσεων και εναλλακτικών λύσεων με «λιγότερους φόρους» στην οικονομία.
Είναι οξύμωρο ότι η κυβέρνηση (που θα βαρούσε τα νταούλια και θα χόρευαν οι αγορές, όπως έλεγε ο κ. Τσίπρας στις περιοδείες του το 2014) αυτό που μπορεί να επιδείξει είναι η επιτυχής καλοκαιρινή έξοδος του ΟΔΔΗΧ στις αγορές. Το επόμενο βήμα μπορεί να γίνει μετά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, στον βαθμό που το αφήγημα ότι βαδίζουμε προς το τέλος του Μνημονίου στηρίζεται μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση. Κι αυτό, όπως έγραψε «Το Βήμα», μπορεί να γίνει τον Δεκέμβριο. Τότε το οικονομικό επιτελείο ελπίζει ότι θα έχει ξεμπερδέψει με την αξιολόγηση.
Ωστόσο στο διάστημα αυτό δεν θα αποτελέσει έκπληξη αν ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους προχωρήσει σε κάποιες κινήσεις έτσι ώστε να διαμορφώσει την καμπύλη των επιτοκίων των ελληνικών τίτλων και να δηλώσει τη «σταθερή παρουσία» της χώρας στις αγορές.
Τι πέτυχαν οι Πορτογάλοι
Η ίδια προσπάθεια είχε ξεκινήσει το καλοκαίρι του 2014 αλλά ανακόπηκε το 2015 με την εκλογή ΣΥΡΙΖΑ. Εξαιτίας της πολιτικής αναταραχής που ακολούθησε και του πολιτικού κινδύνου που μπορεί να είναι μικρότερος αλλά εξακολουθεί να υφίσταται, παρά τη μεγάλη προσπάθεια και τις θυσίες των πολιτών η σύγκριση της Ελλάδας με την Πορτογαλία (χώρα αντίστοιχου περίπου μεγέθους) είναι εξαιρετικά προβληματική για τη χώρα μας.
Οπως σημειώνει σε μελέτη της η Eurobank για το «κόστος της αβεβαιότητας», την οποία μάλιστα συνυπογράφει ο πρόεδρός της και πρόεδρος της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών Νίκος Καραμούζης με τον επικεφαλής στρατηγικού σχεδιασμού Αντώνη Κουλεϊμάνη της Eurobank, «παρ’ όλο που τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει υλοποιήσει πολύ μεγαλύτερη δημοσιονομική και μακροοικονομική προσαρμογή σε σχέση με την Πορτογαλία, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς κρατικού ομόλογου παραμένει περίπου 260 μονάδες βάσης υψηλότερα σε σχέση με τον αντίστοιχο πορτογαλικό τίτλο.
Επίσης, η Πορτογαλία έχει απρόσκοπτη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές ενώ εμείς όχι, το ασφάλιστρο κινδύνου (CDS) είναι σημαντικά υψηλότερο για την Ελλάδα σε σχέση με την Πορτογαλία κατά 266 μονάδες βάσης και η πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας από τον S&P βρίσκεται 5 βαθμίδες χαμηλότερα σε σύγκριση με την Πορτογαλία».
Εθνικό πρόγραμμα
μεταρρυθμίσεων
Στη μελέτη της Eurobank σημειώνεται ότι «η πολιτική σταθερότητα και η αταλάντευτη υιοθέτηση από την ευρύτερη δυνατή οικονομική, πολιτική και κοινωνική πλειοψηφία όλων των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να επιστρέψουμε στην οικονομική και κοινωνική κανονικότητα και στις ανοικτές αγορές, χωρίς περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων, είναι η προϋπόθεση για να ξαναγίνουμε ένα ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, χωρίς μνημόνια και επιτροπείες».
Επίσης υπογραμμίζει ότι «η πρόσφατη μείωση των αβεβαιοτήτων και των κινδύνων και η βελτίωση των μακροοικονομικών προοπτικών που πιστοποιείται και από την έκδοση κυβερνητικού 5ετούς ομολόγου στις διεθνείς αγορές, αποτελούν σίγουρα μία θετική εξέλιξη. Ωστόσο, η χώρα ακόμα απέχει από το να βασίσει τη χρηματοδότηση της οικονομίας της στην ικανότητά της να εκδίδει χρέος με ανταγωνιστικό, χαμηλό κόστος. Είναι κρίσιμο για το μέλλον να γεφυρώσουμε έγκαιρα το έλλειμμα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης που συνεχίζει να υπάρχει σήμερα στις διεθνείς αγορές για την Ελλάδα, ώστε να συνεχίσουμε την πορεία ομαλοποίησης της οικονομικής ζωής.
Αυτό προϋποθέτει τη συνεπή υλοποίηση των συμφωνηθέντων με τους πιστωτές και την εφαρμογή χωρίς καθυστερήσεις εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών με ευρύτερες συναινέσεις, με στόχο την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας».
Το «Syriza effect» καραδοκεί…
Ο Μιχάλης Μασουράκης, επικεφαλής οικονομολόγος του ΣΕΒ, θεωρεί ότι βασική προϋπόθεση για να ξεφύγει η οικονομία από τη στασιμότητα και να επιστρέψει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης είναι να ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση ως την 31η Οκτωβρίου.
Στην περίπτωση αυτή, θεωρεί ότι οι εξελίξεις θα επιταχυνθούν, καθώς θα επιχειρηθεί μια δεύτερη έξοδος στις αγορές με κρατικά ομόλογα, η οικονομία θα έχει θετικό πρόσημο το 2017 και θα αναπτυχθεί με ρυθμό 2% το 2018.
Επίσης προβλέπει ραγδαία απομείωση της εξάρτησης των τραπεζών από τον ELA. Για να βελτιωθεί όμως οριστικά το επενδυτικό κλίμα και να μπουν κεφάλαια στην πραγματική οικονομία, θεωρεί ότι το μείζον είναι το πολιτικό ζήτημα.
Οπως είπε δημόσια, αν επαναληφθεί το φαινόμενο των καθυστερήσεων στο κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης, όπως έγινε μόλις πριν από έναν χρόνο με τη δεύτερη αξιολόγηση, τότε θα ανατραπούν όλα, και το momentum και η θετική επίδραση από την έξοδο στις αγορές.
Το «Syriza effect» στην οικονομία καραδοκεί, δηλαδή στασιμότητα, η αναζωπύρωση της αβεβαιότητας και εν τέλει χάσιμο χρόνου και απώλεια εθνικού εισοδήματος.
Υπό πίεση
Το βάρος για τους υπουργούς έγινε μεγαλύτερο μετά και την παρέμβαση-έκπληξη του Προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση ότι «ανασχηματισμός θα γίνει μετά το τέλος της τρίτης αξιολόγησης».
***
Η αγωνία των υπουργών είναι δικαιολογημένη καθώς γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα νοικοκυριά έχουν φτάσει στα όριά τους εξαιτίας της ανεργίας και της υπερφορολόγησης.
***
Στην κυβέρνηση αναμένουν ένταση της πίεσης από το ΔΝΤ να κοπούν επιδόματα και κοινωνικές δαπάνες, να κλείσουν φορείς του Δημοσίου, να τρέξουν οι ιδιωτικοποιήσεις και να έρθουν (αν χρειαστεί) νωρίτερα – στο τέλος του 2018 – τα μέτρα για τη μείωση του αφορολογήτου.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ