Εξι χρόνια μετρά, επισήμως, στο θέατρο ο Δημήτρης Καραντζάς και είναι ίσως η μοναδική περίπτωση ενός πραγματικά νέου δημιουργού που σήμερα, στα τριάντα του, έχει τόσο πλούσιο παρελθόν στη σκηνοθεσία και ένα γεμάτο βιογραφικό. Αν και άρχισε λίγο συμπτωματικά, με μια αντικατάσταση στην τελευταία σεζόν του Αμόρε που του πρότεινε ο Θωμάς Μοσχόπουλος, ο ίδιος ήξερε από νωρίς ότι σκηνοθέτης ήθελε να γίνει. Ακόμα και στις εξετάσεις στη σχολή του Εμπρός, πιο πολύ σκεφτόταν το πώς θα στηθεί παρά το πώς θα τα πει… «Νωρίς κατάλαβα ότι θα ήμουν δύσκολος συνεργάτης, γιατί όπου δεν συμφωνούσα ήμουν αρνητικός». Μπήκε με φόρα, όπως ομολογεί, και η συνέχεια «ήρθε πολύ εύκολα». Ο «Οδυσσεβάχ» της Ξένιας Καλογεροπούλου στη μικρή Πόρτα τού άνοιξε τη μεγάλη του θεάτρου.
Ερωτας με το θέατρο
Εκτοτε ο Δημήτρης Καραντζάς άρχισε να δέχεται τη μία πρόταση μετά την άλλη. Μπήκε νεότατος στην Επίδαυρο, σκηνοθέτησε Δημήτρη Δημητριάδη στη Στέγη αλλά και στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, δούλεψε στο Εθνικό, στο Τέχνης με τη Ρένη Πιττακή, στο Πόρτα, στο Οδού Κυκλάδων με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, ενώ το περασμένο καλοκαίρι ανέβασε τη «Μήδεια» του Ευριπίδη με αμιγώς ανδρικό θίασο στη Μικρή Επίδαυρο. Με την ίδια αυτή «Μήδεια» ξεκινά την εφετινή σεζόν στο Πορεία. Και έπεται συνέχεια. Τον Οκτώβριο θα παρουσιάσει το «Με δύναμη από την Κηφισιά» των Κεχαΐδη – Χαβιαρά στο Θέατρο του Νέου Κόσμου ενώ στο τέλος Ιανουαρίου του ’18 θα κάνει πρεμιέρα με το καινούργιο έργο του Ευθύμη Φιλίππου στη Στέγη…
«Από μικρός, από το δημοτικό, αγαπούσα το θέατρο. Θυμάμαι μια από τις πρώτες παραστάσεις του Λευτέρη Βογιατζή που είχα παρακολουθήσει, το «Σ’ εσάς που με ακούτε», της Λούλας Αναγνωστάκη, το 2002. Το είδα πέντε φορές. Πήγαινα και ξαναπήγαινα, κρυφά καμιά φορά, και τις έβλεπα. Οπως εκείνη την εποχή με είχε γοητεύσει ο «Γλάρος» που είχε ανεβάσει ο Μαστοράκης στο Κεφαλληνίας. Κι έτσι από θεατής έγινα με τον καιρό δημιουργός. Εγώ, ένας άνθρωπος ανοργάνωτος, τεμπέλης, ράθυμος, στο θέατρο και μόνο στο θέατρο οργανώνομαι».
Πιο ώριμος και αρκετά έμπειρος πια, βλέπει τα πράγματα με μεγαλύτερη ψυχραιμία, μακριά από τη δίνη των πρώτων χρόνων. Γι’ αυτό και αισθάνεται πιο ελεύθερος στις επιλογές του.
«Είχα ανάγκη για μια αλλαγή, γι’ αυτό και θα κάνω τον χειμώνα κωμωδία», είδος που δεν έχει ουσιαστικά ξανακάνει. «Είχα την ψευδαίσθηση ότι δεν μπαίνω εγώ στην περιοχή αυτή. Δεν ήξερα πώς να το κάνω. Χρειάζεται μια άλλη μελέτη για να μπεις στον ρυθμό μιας κωμωδίας. Το «Με δύναμη από την Κηφισιά» είναι γραμμένο σπαρταριστά, έχει άλλο ύφος και οφείλει να είναι άμεσο» εξηγεί. «Ως τώρα μπορεί να είχα προτάσεις για τις οποίες να μην ήμουν έτοιμος, αλλά ήταν ελκυστικές, γι’ αυτό και τις άρπαξα. Εργα που με συγκινούσαν, τα οποία δεν μπορούσα να αρνηθώ. Εμπαινα με φόρα, ή και με λιγότερη φόρα. Αλλά πρέπει να πω ότι υπήρχαν περισσότερες ευκαιρίες στη δική μου γενιά. Ηθελαν τους νέους. Τώρα νομίζω ότι είναι πιο δύσκολο», κι ας έχει μεσολαβήσει μόλις μία δεκαετία.
Η πορεία της τραγωδίας
Το ερώτημα για τον ανοιχτό ή κλειστό χώρο είχε τεθεί για τον Δημήτρη Καραντζά και τη «Μήδεια» προτού η τραγωδία του Ευριπίδη κάνει πρεμιέρα στη Μικρή Επίδαυρο, στις αρχές του καλοκαιριού. Γι’ αυτό και τώρα που η παράσταση επιστρέφει στη σκηνή του Πορεία η εξέλιξη αυτή μοιάζει φυσική.
«Υπήρχε μια ησυχία στην παράσταση» λέει ο σκηνοθέτης, ο οποίος επέλεξε να ανεβάσει τη «Μήδεια» με τρεις άνδρες ηθοποιούς: ο Χρήστος Λούλης, ο Γιώργος Γάλλος και ο Μιχάλης Σαράντης μοιράζονται όλους τους ρόλους. «Αυτό που με ενδιέφερε εμένα ήταν πως η Μήδεια θα ανακτήσει μια χαμένη ταυτότητα, την ιερή της σχέση με τα πράγματα και πως η υπαρξιακή της ανάγκη θα ξαναβρεί ένα κέντρο. Πέρα από την προδοσία. Λόγω του έρωτα, έχει αποκοπεί από τις ανθρώπινες ενσαρκώσεις της –κόρη, σύζυγος, γυναίκα, μητέρα.
Τι είναι όμως η Μήδεια; Και ποια είναι η Μήδεια; «Σαφώς μια εκδοχή της γυναίκας, σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, εξαιρετικά ριζοσπαστική, αν αναλογιστούμε πότε γράφτηκε το έργο. Ολα της τα επιχειρήματα είναι κόντρα στα επιχειρήματα μιας γυναίκας» λέει ο Δημήτρης Καραντζάς, ο οποίος μέσα από την παράσταση επιχειρεί ουσιαστικά έναν διάλογο: ανάμεσα στο πρωτότυπο και στα αποσπάσματα από το έργο «Μήδειας υλικό» του Χάινερ Μίλερ (σε μετάφραση Νίκου Φλέσσα), από το σενάριο της ομώνυμης ταινίας του Πιερ Πάολο Παζολίνι (σε μετάφραση Δημήτρη Αρβανιτάκη) και από το ομώνυμο έργο του Ζαν Ανούιγ (σε μετάφραση Φώντα Κονδύλη). «Η Μήδεια» όπως λέει ο Παζολίνι «είναι ένα ζώο που δεν μπορεί πια να προσανατολιστεί κι έχει χάσει την ιερή του ταυτότητα λόγω έρωτα». Γι’ αυτό και η ανδρική ματιά πάνω στο έργο προσφέρει μια διαφορετική και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσέγγιση. Μια προσέγγιση που δανείζεται από τον αφηγηματικό τρόπο, ο οποίος λειτουργεί μεταβατικά, σαν οι ήρωες-ηθοποιοί να βρίσκονται απέναντι από το ζήτημα, και στη συνέχεια να γίνονται μέρος τους.
Γιατί τελικά, όπως λέει, «στην τραγωδία αγγίζονται γιγάντια ζητήματα που προκαλούν δέος, φόβο, αλλά από την άλλη είναι τόσο στέρεο και συμπαγές το υλικό τους, τόσο στέρεη η δομή τους, που αν σου επιβεβαιωθεί μια πλευρά και μια κατεύθυνση, πιο εύκολα στέκεται η παράσταση». Λογικό, μια που από πίσω υπάρχει πάντα ένα μεγάλο έργο.
Πού και πότε
Θέατρο Πορεία.Πρεμιέρα 5 Σεπτεμβρίου
Παραστάσεις: από Τρίτη ως και Κυριακή, στις 21.00.
Ως 17.9.2017
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μετάφραση: Μίνως Βολανάκης.
Μουσική: Ανρί Κεργκομάρ.Σκηνικά: Ελένη Μανωλοπούλου.
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη.
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου.
Βοηθός σκηνοθέτη: Θεοδώρα Καπράλου.
Παίζουν: Γιώργος Γάλλος (Μήδεια), Χρήστος Λούλης (Ιάσων, Κρέοντας, Παιδαγωγός, Αιγέας), Μιχάλης Σαράντης (Χορός, Αγγελος,Τροφός).
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ