Παρακολουθώντας σε τούτο τον καιρό της μεγάλης κρίσης τον δημόσιο λόγο κομμάτων, ηγετών και στελεχών αισθάνεται ο καθείς το κενό ή, καλύτερα, το έλλειμμα.
Περισσεύουν στις πλείστες των περιπτώσεων τα ρητορικά σχήματα και οι εξυπνακισμοί, σχεδόν κυριαρχούν οι ατάκες, αλλά απουσιάζουν η δέσμευση και το όραμα, η καθαρή και συγκεκριμένη στόχευση και πρόταση για τη χώρα και το μέλλον της.
Σε αντίστοιχες ιστορικές περιόδους, σε συνθήκες μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, οι αναδειχθείσες ανά τον κόσμο ηγεσίες διακρίθηκαν κυρίως για την καθαρότητα των σκοπών και των επιδιώξεών τους, όπως και για την ευκρίνεια και τη δύναμη των λόγων τους.
Μνημειώδεις είναι οι ομιλίες του Ρούζβελτ, όπως και οι επιστολές του Κέινς, αλλά και αργότερα του Τσόρτσιλ τόσο στα χρόνια του πολέμου όσο και μετέπειτα στον καιρό της ειρήνης.
Οι ιστορικές αυτές προσωπικότητες δεν χάιδεψαν αφτιά, δεν επιζήτησαν την εφήμερη επιδοκιμασία, αλλά αντιθέτως επέλεξαν να μεταφέρουν στους πολίτες τη σκληρή αλήθεια και να υποσχεθούν μόνο προσπάθεια, πόνο, δάκρυα και αίμα. Και έτσι ενέπνευσαν και καθοδήγησαν τους λαούς τους.
Στην Ελλάδα της μεγάλης κρίσης, αντιθέτως, δεν ευτύχησαν οι ηγέτες μας. Ολοι τους μέχρι τώρα είναι θύματα της άκριτης αντιπολιτευτικής στάσης τους.
Ο Γιώργος Παπανδρέου προδόθηκε από εκείνο το απίστευτο «Λεφτά υπάρχουν». Ο Αντώνης Σαμαράς πληγώθηκε από τον κύκλο των Ζαππείων. Και ο Αλέξης Τσίπρας έπεσε θύμα των αυταπατών και ψευδαισθήσεων για την υποτιθέμενη ηρωική διαπραγμάτευση, η εμμονή στην οποία παρ’ ολίγον να οδηγήσει τη χώρα στα βράχια.
Ο σημερινός αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και με προϋποθέσεις διεκδικητής της εξουσίας Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αλήθεια πως έχει αποφύγει μέχρι τώρα την ακατάσχετη υποσχεσιολογία.
Ωστόσο λαθεύει ασκούμενος στη λεγόμενη δημοσιονομική αντιπολίτευση.
Επειτα από επτά χρόνια κρίσης, χρέος και της επερχόμενης Νέας Δημοκρατίας είναι η εξασφάλιση συνθηκών σταθερότητας, των μόνων που μπορούν να εγγυηθούν το διεκδικούμενο απ’ όλους άλμα ανάκαμψης.
Χωρίς σταθεροποίηση, χωρίς ανάκτηση της εμπιστοσύνης δεν νοείται ανάκαμψη της οικονομίας και της χώρας, όποιος κι αν ηγείται αυτής.
Το νεοδημοκρατικό επιχείρημα ότι «αυτοί δεν μπορούν και πρέπει να αντικατασταθούν πάραυτα από εμάς» δεν επαρκεί, δεν εγγυάται το μέλλον. Το ζήτημα δεν είναι απλώς εξουσιαστικό.
Στις παρούσες συνθήκες προέχει το εθνικό συμφέρον. Και το εθνικό συμφέρον επιβάλλει σταθεροποίηση. Οποιαδήποτε διολίσθηση σε νέα κρίση θα συνιστά έγκλημα σε βάρος του ελληνικού λαού.
Η ανάκαμψη, λοιπόν, δεν θα έλθει μόνο με την εναλλαγή στην εξουσία.
Χρειάζεται, όπως προαναφέραμε, πρώτα σταθεροποίηση και μαζί όραμα ικανό να συνεγείρει τον λαό, να εμπνεύσει τις παραγωγικές δυνάμεις της πατρίδας και να προσελκύσει διεθνείς επενδυτές.
Πράγμα που επιβάλλει σύνεση, ρεαλισμό και σχέδιο επεξεργασμένο, έτοιμο να εφαρμοσθεί με συνέπεια και ασφάλεια από την επομένη των εκλογών.