«Η Γερμανία χρειάζεται έναν εθνικό πρωταθλητή στον κλάδο των διεθνών αερομεταφορών»! Μ’ αυτή την ανάρμοστη για κυβερνητικό αξιωματούχο μιας ελεύθερης οικονομίας δήλωση (ακόμα κι αν η χώρα του βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο), ο γερμανός υπουργός Μεταφορών Αλεξάντερ Ντομπρίντ επιβεβαίωσε το «ενδιαφέρον» της Lufthansa για την εξαγορά του στόλου της Air Berlin. Η δεύτερη σε επιβατική κίνηση αεροπορική εταιρεία της Γερμανίας κήρυξε πτώχευση την περασμένη Τρίτη μετά την απόσυρση της οικονομικής στήριξης που της παρείχε η μεγαλομέτοχος αεροπορική εταιρεία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Etihad.
Οι δηλώσεις του Ντομπρίντ και της υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Μέρκελ Μπριγκίτε Τσίπρις, η οποία είπε ότι είναι θέμα ολίγων μηνών για να αναλάβει η Lufthansa πλήρως την ευθύνη της Air Berlin, έβγαλαν από τα ρούχα του τον διευθύνοντα σύμβουλο της Ryanair Μάικλ Ο’Λίρι, ο οποίος κατηγόρησε τη γερμανική κυβέρνηση για «συνωμοσία με τη Lufthansa και την Air Berlin» προκειμένου να διασώσει τη χρεοκοπημένη αεροπορική εταιρεία κατά παράβαση της γερμανικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί ελεύθερου ανταγωνισμού.
Αρωγή 150 εκατ. ευρώ
Και καλά η Τσίπρις, η οποία είναι μέλος του συνεργαζόμενου με τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Ο Ντομπρίντ είναι μέλος του πλέον σκληροπυρηνικού εταίρου των Χριστιανοδημοκρατών, του κόμματος της Χριστιανοκοινωνικής Ενωσης της Βαυαρίας. Αλλά, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το Reuters, «η χρεοκοπία ανακοινώθηκε ενώ πολλοί Γερμανοί βρίσκονται σε διακοπές και εξαρτώνται από τις πτήσεις της εταιρείας για να επιστρέψουν και επίσης συνέβη εν όψει των γενικών εκλογών του Σεπτεμβρίου». Ως εκ τούτου «η πίεση στη γερμανική κυβέρνηση να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις της χρεοκοπίας στα δρομολόγια και στις θέσεις εργασίας είναι μεγάλη». Τα αεροπλάνα της Air Berlin εξακολουθούν να πετούν, άλλωστε, χάρη στην έκτακτη βοήθεια 150 εκατ. ευρώ που ήδη χορήγησε η κυβέρνηση Μέρκελ στην εταιρεία.
Ούτε ο κίνδυνος να ξεμείνουν οι Γερμανοί στις παραλίες ούτε τα πολιτικά κόστη πτοούν, ασφαλώς, τον Ο’Λίρι και τη Ryanair, που προσέφυγαν κατά της κυβέρνησης Μέρκελ και κατά της Lufthansa τόσο στην αρμόδια για τη δημιουργία καρτέλ γερμανική αρχή (Bundeskartellamt) όσο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ιρλανδική εταιρεία, κορυφαία αεροπορική χαμηλού κόστους στην Ευρώπη, χρόνια πασχίζει να προωθήσει τις θέσεις της στη γερμανική αγορά και επόμενο είναι να μη συγχωρεί τον οικονομικό προστατευτισμό του Βερολίνου.
Η Lufthansa, άλλωστε, έχει παραδεχθεί ότι βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για να εξαγοράσει περί τα 90 από τα 150 αεροσκάφη της Air Berlin (το Reuters μετέδωσε την Τετάρτη ότι και η μεγάλη ανταγωνίστρια της Ryanair, easyJet, διαπραγματεύεται, αλλά η ίδια η εταιρεία αρνήθηκε να σχολιάσει την πληροφορία). Περιζήτητα είναι επίσης και τα δικαιώματα προσγείωσης και απογείωσης (slots) της Air Berlin, κυρίως στα αεροδρόμια της Φραγκφούρτης, του Ντίσελντορφ και στο Tegel του Βερολίνου. Η Ryanair, όπως άλλωστε και η easyJet, έχει καταφέρει απλώς να βάλει πόδι στα αεροδρόμια του Βερολίνου, της Κολονίας, της Φρανκφούρτης και του Ντίσελντορφ, όπως αναφέρει το BBC.
Το… τερμάτισε
Ετσι ο Μάικλ Ο’Λίρι καταληφθείς από ιερή αγανάκτηση για τη συμπεριφορά της Lufthansa και εν γένει των Γερμανών μιλάει για συνωμοσία: «Η χρεοκοπία της Air Berlin είναι εικονική. Η κυβέρνηση Μέρκελ θέλει να βοηθήσει τη Lufthansa να προωθήσει τη μονοπωλιακή της θέση στη Γερμανία εις βάρος των ανταγωνιστών της από το εξωτερικό και να αυξήσει ακόμα περισσότερο τους αεροπορικούς ναύλους στις πτήσεις εσωτερικού».
Είναι προφανές ότι ο ιρλανδός μάνατζερ «το τερμάτισε». Διότι εν μέσω περιόδου θερινών διακοπών και εν όψει κορύφωσης της προεκλογικής περιόδου καμία κυβέρνηση στον κόσμο δεν θα άνοιγε μέτωπα με ψηφοφόρους, είτε αυτοί είναι εργαζόμενοι στις αερομεταφορές είτε ταξιδιώτες. Εν πάση περιπτώσει, όπως θα υπέθετε κανείς, η γερμανική κυβέρνηση διέψευσε τις αιτιάσεις Ο’Λίρι και Ryanair, καθησύχασε εκδρομείς του Αυγούστου και εργαζομένους στις αερομεταφορές και επέμεινε ότι δεν παραβιάζει τους κανόνες για τον ελεύθερο ανταγωνισμό.
Μετακύλιση βαρών από τους μετόχους στην επιχείρηση Η φορολογική ελάφρυνση των επιχειρήσεων αποτελεί κεντρικό άξονα του New Deal της πενταετίας Μακρόν, που εξήγγειλε στις αρχές Αυγούστου ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Εντουάρ Φιλίπ. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα επενδύσεων ύψους 50 δισ. ευρώ για την τόνωση της απασχόλησης και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και για την οικολογική αναβάθμιση.
Η υποχρέωση, ωστόσο, από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο της κατάργησης του φόρου 3% που έχει επιβάλει ο Φρανσουά Ολάντ το 2012 στα μερίσματα που διανέμονται στους μετόχους φαίνεται πως θα αναγκάσει τον νέο πρόεδρο να παραβεί τις pro-business αρχές του και να επιβάλει έναν νέο αντισταθμιστικό φόρο στις μεγάλες επιχειρήσεις. Ο Ολάντ είχε φορολογήσει τα μερίσματα για να ωθήσει τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τις παραγωγικές τους επενδύσεις και τις προσλήψεις προσωπικού. Αλλά η αρχή «νόμος είναι το δίκιο του μετόχου» είναι παγκόσμια και καταλυτική, γι’ αυτό και η ευρωπαϊκή Δικαιοσύνη τον περασμένο Μάιο έκρινε ότι ο φόρος, που αμέσως ξεσήκωσε διαμαρτυρίες από τις γαλλικές επιχειρήσεις, δεν συνάδει με το κοινοτικό δίκαιο. Ετσι ζήτησε την κατάργησή του. Κάτι τέτοιο όμως θα στερούσε από τον γαλλικό προϋπολογισμό περί τα 2 δισ. ευρώ ετησίως και για να κλείσει τη δημοσιονομική τρύπα ο Μακρόν φέρεται διατεθειμένος, σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσίευσαν την περασμένη Τετάρτη οι εφημερίδες «Les Echos» και «Le Figaro», «να αυξήσει προσωρινά την κοινωνική εισφορά αλληλεγγύης των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων».
Η αύξηση της εισφοράς θα περιληφθεί, κατά τα δημοσιεύματα, στον προϋπολογισμό του 2018, θα εφαρμοστεί μόνο στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις για τρία έτη και στη συνέχεια θα καταργηθεί. Η «Figaro» αναφέρει ότι ο πρόεδρος και η κυβέρνηση του Παρισιού «μελετούν και άλλα εναλλακτικά σενάρια» για να κλείσει η τρύπα των 2 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό. Οσο για τη «Les Echos», μεταφέρει ήδη τις ανησυχίες της Ενωσης Γαλλικών Βιομηχανιών (Medef) για το ενδεχόμενο μετακύλισης της επιβάρυνσης στις εισφορές αλληλεγγύης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ