Ποιος ήταν, αλήθεια, ο Tζιοβάνι Μπατίστα Μενεγκίνι; Ο άνθρωπος που «δημιούργησε» την Κάλλας ή αυτός που εκμεταλλεύθηκε μια έτοιμη τραγουδίστρια προς ίδιον όφελος;

Ο αφοσιωμένος σύζυγος ο οποίος προσέφερε τα πάντα στη νεαρή συμβία του προκειμένου να στηρίξει το όνειρό της έχοντας από νωρίς διαβλέψει τις δυνατότητές της να λάμψει στο διεθνές λυρικό στερέωμα ή ένας καιροσκόπος που την κρατούσε περίκλειστη και απομονωμένη; Στα σαράντα χρόνια που μεσολάβησαν από τον θάνατο της Μαρίας Κάλλας, πολλά ειπώθηκαν και γράφτηκαν.

Αλλα τόσα είχαν ειπωθεί όσο ακόμη οι πρωταγωνιστές βρίσκονταν εν ζωή, ιδιαίτερα μετά τον χωρισμό τους το 1959, όταν η ντίβα εγκατέλειψε τον κατά 27 χρόνια μεγαλύτερο σύζυγό της για τον έρωτα του Αριστοτέλη Ωνάση

Σε κάθε περίπτωση, ο Μενεγκίνι (1896-1981), ο «Τίτα» όπως συνήθιζε να τον αποκαλεί η Κάλλας στη διάρκεια του έγγαμου βίου τους, ήταν αναμφίβολα κομβικό πρόσωπο πίσω από τον μύθο της σπουδαιότερης τραγουδίστριας της όπερας του 20ού αιώνα.

Οι δυο τους πρωτοσυναντήθηκαν σε ένα δείπνο στη Βερόνα στις 29 Ιουνίου 1947. Ηταν μόλις η δεύτερη ημέρα της 23χρονης Μαρίας στην πόλη, όπου επρόκειτο να πρωταγωνιστήσει στην «Τζιοκόντα» του Πονκιέλι, στο διάσημο φεστιβάλ της Αρένας.

Εκείνη, μια υπέρβαρη, μυωπική, γεμάτη ανασφάλεια κοπέλα που περίμενε με αγωνία την πρώτη της σημαντική εμφάνιση στην Ιταλία.

Εκείνος, ένας επιτυχημένος, πάμπλουτος πενηντάρης, βιομήχανος τούβλων την εποχή της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης. Επιχειρηματίας έξυπνος και αποτελεσματικός, λάτρης της όπερας, εργένης, προτιμούσε να ζει σε ξενοδοχείο της γενέθλιας πόλης του, διατηρώντας κοινωνικές σχέσεις με την τοπική καλή κοινωνία…

Ο Μενεγκίνι ενδιαφέρθηκε αμέσως για τη νεαρή Κάλλας. Της πρότεινε το περίφημο «σύμφωνο έξι μηνών», βάσει του οποίου το συγκεκριμένο διάστημα θα τη στήριζε οικονομικά και θα τη βοηθούσε στην καριέρα της. Εκείνη δέχθηκε, μην έχοντας πολλές εναλλακτικές.

Στην αντίθετη περίπτωση, θα ήταν αναγκασμένη να επιστρέψει σύντομα στις ΗΠΑ, κοντά στον πατέρα της, αναζητώντας ίσως μια θέση γραμματέως προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Μέσα απ’ αυτό το πρίσμα, λοιπόν, η συμβολή του Μενεγκίνι στον μύθο της ντίβας προκύπτει αυταπόδεικτη.

Από τη συγκεκριμένη στιγμή και για τα επόμενα 12 χρόνια –τα δέκα από αυτά ως σύζυγοι –οι δυο τους παρέμειναν αχώριστοι. Ο γάμος τους έγινε το 1949, σε πείσμα της οικογένειας Μενεγκίνι η οποία ποτέ δεν είδε με καλό μάτι τη Μαρία…


Από βιομήχανος… μάνατζερ
Η Κάλλας σύντομα εξελίχθηκε σε μια από τις διασημότερες λυρικές τραγουδίστριες στον κόσμο και ο σύζυγός της άφησε την επιχειρηματική του δραστηριότητα στα χέρια συγγενών του προκειμένου να γίνει ο μάνατζέρ της και να ασχοληθεί αποκλειστικά με την καριέρα της, ακολουθώντας την όπου η τελευταία την καλούσε.

Στις διάφορες βιογραφίες της ντίβας ο Μενεγκίνι συχνά σκιαγραφείται ως ένας δοτικός αλλά ελάχιστα επιδραστικός σύζυγος, ένας παρεμβατικός, βαρετός τύπος που ήλεγχε κάθε κίνηση της συμβίας του καθώς εξελισσόταν από «ασχημόπαπο» στην πιο λαμπερή και αγαπημένη τραγουδίστρια όπερας στον κόσμο.

Ακόμα και στα πρώτα βήματα της διεθνούς σταδιοδρομίας της, πρόσβαση σε αυτήν είχε κανείς μόνο διά μέσου του Μενεγκίνι, ο οποίος κυριολεκτικά αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στο «σμίλεμα» του θρύλου. Είχε τη φήμη του σκληρού διαπραγματευτή ο οποίος εκνεύριζε τους πάντες.

Λέγεται πως κάποτε εξόργισε τόσο πολύ τον Ρούντολφ Μπινγκ, τον τότε διευθυντή της Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης, ώστε ο τελευταίος, προκειμένου να τον «πληρώσει με το ίδιο νόμισμα», κατέβαλε την υπέρογκη αμοιβή της Κάλλας σε… δεσμίδες των πέντε δολαρίων!

Ο Μενεγκίνι φαίνεται πως ποτέ δεν κατάλαβε τον λόγο για τον οποίο η σύζυγός του τον εγκατέλειψε για χάρη του Ωνάση, ούτε συνήλθε από το σοκ του χωρισμού. Βαθιά πληγωμένος, απομονώθηκε και σπανίως μιλούσε δημοσίως, ακόμη και μετά τον θάνατο της Κάλλας στις 16 Σεπτεμβρίου 1977. Ωστόσο μετά τον γάμο του Ωνάση με την Τζάκι Κένεντι το 1968 δήλωνε διατεθειμένος να επανασυνδεθεί με τη Μαρία.

Οχι μόνο θα τη συγχωρούσε, έλεγε, αλλά ήταν έτοιμος και να αλλάξει ορισμένα στοιχεία του χαρακτήρα του τα οποία πιθανώς οδήγησαν στον χωρισμό του με την Κάλλας. Κάτι τέτοιο δεν έγινε… Ωστόσο λίγο προτού φύγει ο ίδιος από τη ζωή τον Ιανουάριο του 1981 αποφάσισε να παρουσιάσει τελικά τη δική του εκδοχή επάνω στη σχέση του με τη ντίβα. Τα απομνημονεύματα έμειναν ημιτελή, ωστόσο ο ιταλός μουσικοκριτικός Ρέντσο Αλέγκρι συμπλήρωσε τα τελευταία κεφάλαια βασιζόμενος σε ηχογραφημένες συζητήσεις, σημειώσεις και ημερολόγια. Σύμφωνα με την οπτική του Μενεγκίνι, η ζωή του με την Κάλλας ήταν μια όμορφη ιστορία αγάπης, η οποία όμως είχε άτυχη κατάληξη…

Προκειμένου να αποδείξει το βάθος των συναισθημάτων της ντίβας για τον ίδιο, ο συγγραφέας παραθέτει στο βιβλίο «Η σύζυγός μου Μαρία Κάλλας» κάμποσες επιστολές της, οι οποίες κατά κανόνα γράφτηκαν στα πρώτα χρόνια της σχέσης τους, όταν εκείνη προτιμούσε να ταξιδεύει μόνη. Εγραφε, χαρακτηριστικά, η σοπράνο στις 18 Νοεμβρίου 1948 από τη Ρώμη: «Υποφέρω γιατί δεν μπορώ να σου προσφέρω περισσότερα. Στενοχωριέμαι όταν είμαστε χώρια γιατί δεν μπορώ να μοιραστώ τη ζωή σου –τις σκέψεις σου, τις λύπες και τις χαρές –ή να σου χαρίσω ένα χαμόγελο όταν είσαι κουρασμένος, να γελάσω μαζί σου όταν διασκεδάζεις, να μαντέψω τι σκέπτεσαι… Είμαι μόνη χωρίς εσένα… Ζω μόνο για σένα και για τη μητέρα μου».

Ορισμένοι ισχυρίστηκαν ότι αυτή η σχέση ήταν πλατωνική, αν και είναι γνωστό ότι μετά τον γάμο της η Κάλλας θέλησε πολύ να αποκτήσει ένα παιδί. Βάσει των όσων αποκαλύπτει ο Μενεγκίνι επρόκειτο τω όντι για ολοκληρωμένο γάμο ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που στηρίζονταν απεγνωσμένα ο ένας στον άλλον και, με τον δικό τους τρόπο, αγαπιούνταν κιόλας.

Αλλωστε με το όνομα Μαρία Μενεγκίνι Κάλλας η σοπράνο γνώρισε τους πρώτους θριάμβους της και χρησιμοποιούσε το επώνυμο του συζύγου της στα σημαντικότερα χρόνια της καριέρας της.

Οσο απίστευτο κι αν μοιάζει, ο Μενεγκίνι φαίνεται πως ποτέ δεν αισθάνθηκε ότι ο τέλειος γάμος του επρόκειτο να διαλυθεί το 1959. Κοιμήθηκε ένας παντρεμένος, ευτυχισμένος άνδρας και ξύπνησε την επόμενη ημέρα απατημένος σύζυγος. Στα μάτια των τρίτων, οι λόγοι ήταν προφανείς: Πλέον η Κάλλας ήταν μια όμορφη γυναίκα, στο απόγειο της καριέρας της, περιζήτητη στο διεθνές τζετ σετ, η οποία προφανώς είχε βαρεθεί έναν «άχρωμο» σύζυγο στο πλευρό της. «Λειτουργείς σαν δεσμοφύλακάς μου» φερόταν να λέει στον Μενεγκίνι. «Δεν με αφήνεις ποτέ μόνη. Με ελέγχεις στα πάντα. Είσαι σαν ένας μισητός φρουρός και με κράτησες περίκλειστη όλα αυτά τα χρόνια. Ασφυκτιώ!».

Ακόμη και ύστερα από αυτό το οπερατικό ξέσπασμα πάντως ο Μενεγκίνι δεν έλαβε το μήνυμα. Ειρωνικό παιχνίδι της μοίρας το γεγονός πως η φθίνουσα πορεία της καριέρας της Κάλλας άρχισε από τη στιγμή που άφησε τον ηλικιωμένο σύζυγο;

Η «θύελλα» μέσα από το αρχείο
Οσα ακολούθησαν τον χωρισμό της ντίβας το 1959 καλύφθηκαν με εκτενή ρεπορτάζ από «Το Βήμα». Χαρακτηριστικό, μεταξύ άλλων, το δημοσίευμα της 10ης Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους με τίτλο «Ο κ. Μενεγκίνι λέγει ότι η Κάλλας του ομολόγησεν ότι αγαπά άλλον επί της θαλαμηγού του κ. Ωνάση». Στην ανταπόκριση από το Μιλάνο η σοπράνο δηλώνει: «Η ρήξις μετά του συζύγου μου και εμού είναι πλήρης και οριστική. Η ρήξις αυτή υπέβοσκεν από μακρού και η κρουαζιέρα επί της θαλαμηγού «Χριστίνα» υπήρξεν απλώς μία σύμπτωσις…».

Το ρεπορτάζ συνεχίζει επισημαίνοντας πως η Κάλλας έκανε αυτή τη δήλωση ευδιάθετη, σε κατάσταση εκ διαμέτρου αντίθετη από τη νευρικότητα στην οποία βρισκόταν τις προηγούμενες ημέρες, γεγονός που αποδίδεται στα σχέδια για νέα εμφάνιση στη Σκάλα του Μιλάνου.

Σε άλλο δημοσίευμα υπό τον τίτλο «Μενεγκίνι: Ο Ωνάσης μού είπε «Σου παίρνω τη γυναίκα σου και χάνω τη δική μου»» (21.10.1961) ο σύζυγος της Κάλλας εξιστορεί τις λεπτομέρειες του ειδυλλίου της ντίβας με τον μεγιστάνα. Υποστηρίζει πως οι αφορμές για τη διάλυση του γάμου του ιδίου με τη σοπράνο θα πρέπει να αναζητηθούν στην περίφημη κρουαζιέρα που διήρκεσε μεταξύ 21 Ιουλίου και 13 Αυγούστου 1959. Μιλάει για τις ημέρες που πέρασαν εκεί –ο ίδιος έπληττε, η Μαρία διασκέδαζε –ώσπου τελικά έσκασε η βόμβα. «Η γυναίκα σου θα μείνη μαζί μου» του είπε κάποια στιγμή ο Ωνάσης. «Είχε πάρει τις αποφάσεις του και δεν μπορούσε για τίποτα να τις αλλάξη» λέει στη συνέχεια ο Μενεγκίνι. «Κατάλαβα ότι ήταν απόφαση και των δύο, πότε όμως την είχαν πάρει και πώς, αυτό εξακολουθεί να παραμένη μυστήριο».

Σε άλλο σημείο αναφέρεται στην επίσκεψη του Ωνάση στο Σιρμιόνε της Ιταλίας, όπου είχε καταφύγει ο Μενεγκίνι μετά τον χωρισμό. «Οταν στις 18 Αυγούστου ο Ωνάσης ήρθε στο Σιρμιόνε για να συζητήση μαζί μου, στάθηκε σκληρός: «Ξέρω ότι τινάζω στον αέρα την οικογένειά μου και την δική σου» μου είπε. «Ξέρω ότι καταστρέφω τη ζωή σου και τη ζωή της γυναίκας μου και των παιδιών μου. Ξέρω ότι βλάπτω τα συμφέροντά σου, όπως και τα δικά μου. Ξέρω ότι ζημιώνω και την Τέχνη, γιατί η γυναίκα σου μαζί μου ίσως να μην ξανατραγουδήση ποτέ πια. Αδιαφορώ όμως. Ο,τι έγινε δεν ξεγίνεται. Γιατί δεν θέλω να ξεγίνη».

Μετά τον θάνατο της Κάλλας, η διαμάχη του Μενεγκίνι με την οικογένεια της ντίβας –τη μητέρα της Ευαγγελία και την αδελφή της Υακίνθη –για τα περιουσιακά στοιχεία της ντίβας θα λάβει επίσης μεγάλη έκταση στον Τύπο…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ