John Maynard Keynes
Δύο αναμνήσεις
Από το Μπλούμσμπερυ στο Παρίσι
Mετάφραση Σπύρος Γιανναράς
Εκδόσεις Αγρα, 2017, σελ. 144, τιμή 12,90 ευρώ
Μαζί με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, το όνομα ενός βρετανού οικονομολόγου, καθοριστικού για το πρώτο μισό του 20ού αιώνα αλλά παροπλισμένου από τη δεκαετία του 1970 και μετά, ήρθε στην καθημερινότητα του δημόσιου λόγου: Τζον Μέιναρντ Κέινς (1883-1946).
Υποστηρικτής πρακτικών κρατικού παρεμβατισμού, ειδικά σε περιόδους κρίσεων και ύφεσης, έγινε ο θεωρητικός της οικονομίας που τα μοντέλα του εφάρμοσαν, για μεγαλύτερο ή μικρότερο διάστημα, ο Ομπάμα στις ΗΠΑ, ο Γκόρντον Μπράουν στη Μεγάλη Βρετανία αλλά και η κυβέρνηση Τσίπρα στην Ελλάδα.
Ο Κέινς ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της ομάδας, συμμετέχοντας ήδη από στα φοιτητικά του χρόνια στο Κέιμπριτζ στη φοιτητική αδελφότητα των Αποστόλων, μια συντροφιά που μετεξελίχθηκε στη δεκαετία του 1920 στην ομάδα του Μπλούμσμπερι. Από αυτήν γεννιέται αργότερα το Memoir Club, μια πριβέ λέσχη ανάγνωσης, στην οποία, δύο ή τρεις φορές τον χρόνο, τα μέλη της ομάδας διάβαζαν προσωπικά κείμενά τους στους άλλους.
Ενας από εκείνους που αντιπαθούσαν σφοδρά τα μέλη της ομάδας ήταν ο μυθιστοριογράφος Ντ. Χ. Λόρενς. Τους παρομοίαζε με σιχαμερά μαύρα σκαθάρια, και η συναναστροφή μαζί τους του προκαλούσε εκνευρισμό και οργή. Ηθελε να μένει μακριά τους όχι μόνο ο ίδιος αλλά και οι άνθρωποι του κύκλου του.
Το 1915 εκφράζει την αποστροφή του για τον Κέινς σε επιστολή που απευθύνει στον φίλο του Ντέιβιντ Γκάρνετ, μέλος των Μπλούμις. Οταν χρόνια αργότερα, το 1938, ο Γκάρνετ τη διαβάζει στους άλλους, ο Κέινς ερμηνεύει αυτή την αντιπάθεια σε ένα δικό του κείμενο που διαβάζει στις συναντήσεις της ομάδας.
Το κείμενο κυκλοφορεί τώρα στα ελληνικά στον τόμο Δύο αναμνήσεις από το Μπλούμσμπερυ στο Παρίσι (Αγρα, 2017) μεταφρασμένο από τον Σπύρο Γιανναρά, μαζί με μια μαρτυρία του Κέινς αναφορικά με τη συμμετοχή του στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ζωγραφίζει τα πορτρέτα τους με φιλάνθρωπες πινελιές: είναι αξιοθρήνητοι, σαν σπασμένες ομπρέλες. Είναι μια πιο προσωπική, οικεία και παραστατική κατάθεση όσων είχε διατυπώσει στο Οι οικονομικές συνέπειες της ειρήνης (1919). Από τη γερμανική επιτροπή ξεχωρίζει τον δρα Μελχιόρ, έναν Εβραίο, που φαίνεται να είναι ο μόνος που έχει διατηρήσει την αξιοπρέπειά του μέσα στην ήττα.
Τον γοητεύει τόσο που εκμυστηρεύεται στους φίλους του: «Ημουν τρόπον τινά ερωτευμένος μαζί του». Ο Κέινς, που δυσφορεί με τις υπέρογκες αποζημιώσεις που ζητούν οι Γάλλοι από τους Γερμανούς, σε μυστικές συναντήσεις με τον Μελχιόρ, επιχειρούν να κατευθύνουν τα πράγματα μακριά από τη σκληρή γραμμή της γαλλικής διπλωματίας που θέλει να επιβάλει όρους λιμοκτονίας στους ηττημένους.
Ο κυνικός ορθολογισμός μας ήταν που απεχθανόταν, μεταξύ άλλων, ο Λόρενς, εξηγεί ο Κέινς –εντάξει, και η ζήλια του που δεν είχε την αποκλειστικότητα της εύνοιας της λαίδης Οτολάιν, ερωμένης του Ράσελ. Για τους μυημένους στη θρησκεία του Κέιμπριτζ στην αρχή του 20ού αιώνα, τα πρωταρχικά αντικείμενα στη ζωή ήταν η αγάπη, η δημιουργία, η απόλαυση της αισθητικής εμπειρίας και το κυνήγι της γνώσης. «Τίποτε δεν είχε σημασία πέρα από τη διανοητική μας κατάσταση».
Κι αυτή τη διανοητική κατάσταση και τις αφηρημένες έννοιες που συνδέονταν με αυτήν τις αποσαφήνιζαν «χρησιμοποιώντας συγκεκριμένη γλώσσα και διατυπώνοντας ερωτήσεις ακριβείας. Επρόκειτο για μια μέθοδο ανακάλυψης μέσω του εργαλείου της άψογης γραμματικής και ενός ξεκάθαρου λεξικού. Τι ακριβώς εννοείς; Αυτή ήταν η φράση που είχαμε διαρκώς στα χείλη».
Ο Κέινς ανασυστήνει με ενάργεια το πνευματικό κλίμα της φιλοσοφικής σχολής του Κέιμπριτζ γύρω από τους Μουρ, Ράσελ, Φρέγκε και Βιτγκενστάιν, που έχει ευτυχήσει στην απόδοση του Σπύρου Γιανναρά. Ζούσαμε μόνο στο παρόν της εμπειρίας, σε έναν ατάραχο ατομοκεντρισμό, σχολιάζει ο αφηγητής, τον οποίο από την απόσταση των χρόνων τον κρίνει μεν ανασφαλή, δεν βρίσκει όμως ότι υπάρχουν επαρκείς λόγοι για να τον απαρνηθεί εξ ολοκλήρου.
Τα μέλη του συναντιόντουσαν δύο ή τρεις φορές τον χρόνο σε εστιατόρια ή στην Γκόρντον Σκουέαρ, στο σπίτι του Κέινς, όπου τους υποδεχόταν η ρωσίδα μπαλαρίνα σύζυγός του ενώ εκείνος άκουγε τα κείμενά τους ξαπλωμένος στον καναπέ με το πρόσωπο κρυμμένο στις σκιές που δημιουργούσε το φως της λάμπας.
Η ελληνική έκδοση εικάζουμε ότι οδηγείται στο αγγλικό πρωτότυπο μέσω πρόσφατης γαλλικής έκδοσης (Rivages Poche/Petite Bibliothèque, 2013), από την οποία εμπνέεται το εικαστικό του εξωφύλλου και δημοσιεύει τον πρόλογο και τις σημειώσεις του γάλλου μεταφραστή Μαέλ Ρενουάρ, φιλοσόφου και, επίσης, κοινοβουλευτικού συνεργάτη (2013-2015) του πρώην πρωθυπουργού της Γαλλίας Φρανσουά Φιγιόν.
Αλλοι, όπως ο Νάιαλ Φέργκιουσον, τις απορρίπτουν προκλητικά. Σε συνέδριο στην Καλιφόρνια το 2013 ο ονομαστός ιστορικός του Χάρβαρντ ισχυρίστηκε ότι σε βάθος χρόνου οι οικονομικές θεωρίες του Κέινς αποδεικνύονται ατελείς. Ο Κέινς δεν ενδιαφερόταν για τις μελλοντικές γενιές γιατί ήταν ομοφυλόφιλος και άτεκνος, είπε σηκώνοντας θύελλες σχολίων στο Διαδίκτυο.
Η ηδονή, απορριπτέα στο διανοητικό περιβάλλον των φοιτητικών του χρόνων, ενδιαφέρει τον Κέινς της ωριμότητας. Με την τερπνή αφήγησή του αναδεικνύει την οικονομία ως μια κοινωνική επιστήμη, πιο κοντά στη φιλοσοφία και στις επιστήμες του ανθρώπου παρά στους αριθμούς και στα μαθηματικά μοντέλα, απέναντι στα οποία ο Κέινς έτσι κι αλλιώς στεκόταν δύσπιστος. Τα μαθηματικά είναι κώδικας, δεν είναι μηχανισμός έρευνας, έλεγε σε συναδέλφους του. Αν δεν μπορείς να τα μεταφράσεις σε λέξεις, είναι άχρηστα.
Στα «Νεανικά μου πιστεύω» του Κέινς παρακολουθούμε βήμα βήμα, σε πρώτο πρόσωπο, αυτήν τη διαμόρφωση ενός ελεύθερου πνεύματος το οποίο με τη σειρά του επηρέασε την κοινωνία και τις ιστορικές εξελίξεις της εποχής του.
Με την κυκλοφορία της γαλλικής έκδοσης ο γαλλικός Τύπος σχολίασε: «Τα δύο αυτοβιογραφικά κείμενα του Κέινς συνιστούν μαθήματα για τη σημασία της Ιστορίας και την απόρριψη κάθε δογματισμού, τα οποία μακάρι να είναι γόνιμα για τους σύγχρονους οικονομολόγους».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ