Η ΕΛ.ΑΣ. καταχωρεί περίπου 80.000 φυγόποινους και διωκόμενους για σωρεία αδικημάτων αλλά ποτέ δεν τους αναζητεί! Ο αριθμός των ατόμων που αναζητούνται για κλοπές, διαρρήξεις, οικονομικά εγκλήματα και υποθέσεις φοροδιαφυγής αυξάνεται καθημερινά. Χωρίς η Αστυνομία, λόγω τρομακτικών ελλείψεων σε προσωπικό και εξοπλισμό, να μπορεί να κινήσει τις διαδικασίες για να τους εντοπίσει. Και έτσι πολλοί από αυτούς να συνεχίζουν τη δράση τους ενώ πολλά από τα αδικήματα παραγράφονται απολαμβάνοντας πολύχρονη ελευθερία και άνεση κινήσεων.
Και αυτό παρότι η σύλληψη των ατόμων με ποινικές εκκρεμότητες αποτελεί «προτεραιότητα» στον στρατηγικό σχεδιασμό της Ελληνικής Αστυνομίας!
Η αδυναμία της ΕΛ.ΑΣ. να ανακαλύψει εμπλεκομένους σε παρανομίες αποκαλύπτεται από έγγραφο που συνέταξαν οι κεντρικές υπηρεσίες της στις 17 Ιουλίου 2017. Στο έγγραφο αυτό περιγράφονται η προβληματική κατάσταση, τα εμπόδια που παρουσιάζονται ώστε να βρεθούν τα πρόσωπα που έχουν εκκρεμή διωκτικά έγγραφα και ζητείται να υπάρξει μια στοιχειώδης κινητοποίηση.
Οπως περιγράφεται στο εσωτερικό έγγραφο της ΕΛ.ΑΣ., η αδυναμία εντοπισμού ποινικών και άλλων που έχουν σε βάρος τους καταδικαστικές αποφάσεις έχουν προκαλέσει τη δυσφορία της Εισαγγελίας Αθηνών η οποία σε έγγραφό της προ τριμήνου αναφερόταν σε «βραδύτητα στην εκτέλεση των αμετάκλητων, καταδικαστικών αποφάσεων, καθόσον από τις διαβιβασθείσες στο Τμήμα Αναζητήσεων αποφάσεις περισσότερες από 75.000 παραμένουν ανεκτέλεστες».
Για να συμπληρωθεί ότι αυτή η αδυναμία εκτέλεσης των διωκτικών εγγράφων «αποβαίνει σε όφελος των φυγόποινων» αφού οι περιπτώσεις παραγραφής των ποινών αποτελούν σύνηθες φαινόμενο.
Ετσι λοιπόν στο έγγραφο που στέλνει η ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. σε αστυνομικούς των αρμοδίων υπηρεσιών αναφέρεται: «Από πρόσφατη αλληλογραφία, προκύπτει ότι στις υφιστάμενές σας υπηρεσίες εκκρεμεί προς εκτέλεση ικανός αριθμός διωκτικών εγγράφων, γεγονός που οφείλεται ενδεικτικά: στην έκδοση καταδιωκτικών εγγράφων με ελλιπή τα στοιχεία ταυτότητας του ατόμου το οποίο αφορούν, αποτέλεσμα σε κάποιες περιπτώσεις της μη ολοκληρωμένης εξακρίβωσης κατά το στάδιο της προανάκρισης, ή τον χρόνο βεβαίωσης της παράβασης των στοιχείων ταυτότητας των κατηγορουμένων (ΑΔΤ, ΑΦΜ, ΔΟΥ, διεύθυνση κατοικίας και εργασίας) από τις αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες. Επιπλέον αποδίδεται στην περιορισμένη αξιοποίηση των διαθέσιμων ηλεκτρονικών βάσεων δεδομένων και αρχείων».
Ακόμη η αδυναμία σύλληψής τους αποδίδεται και στα μέτρα που λαμβάνουν οι ίδιοι οι διωκόμενοι, στις ψεύτικες διευθύνσεις που δίνουν κυρίως στο κέντρο της Αθήνας, όπως και στη δυνατότητα να κινηθούν ελεύθερα στον ευρωπαϊκό χώρο.
Ομως το ενδιαφέρον του συγκεκριμένου εγγράφου της ΕΛ.ΑΣ. σχετίζεται με ορισμένες άλλες παρατηρήσεις για την αδράνεια των υπηρεσιών. Οπως επισημαίνεται: «Επίσης όπως έχει διαπιστωθεί, κάποιες Υπηρεσίες θεωρούν ότι με την καταχώριση των διωκτικών εγγράφων στα Δελτία Αναζητήσεων εκπληρώνεται η υποχρέωσή τους για αναζήτηση των καταδιωκομένων, καίτοι η συγκεκριμένη ενέργεια δεν επαρκεί από μόνη της για τον εντοπισμό και τη σύλληψή τους, με αποτέλεσμα τα συγκεκριμένα διωκτικά έγγραφα να παραμένουν εκκρεμή».
Ετσι λοιπόν δίνονται εντολές για ενεργοποίηση των αστυνομικών υπηρεσιών, με επισήμανση του κινδύνου παραγραφής. Ανάμεσα στα άλλα απευθύνεται έκκληση «όπως εκδώσετε τις απαραίτητες εντολές, οδηγίες και κατευθύνσεις προς το σύνολο του αρμόδιου προσωπικού προκειμένουγίνει κατανοητή η σπουδαιότητα, η σημασία και οι τρόποι εκπλήρωσης της εν λόγω αποστολής – δράσης στο πλαίσιο του συνολικού αστυνομικού έργου. Ειδικότερες οδηγίες να δοθούν για τον επανέλεγχο της ισχύος των εκκρεμών καταδικαστικών αποφάσεων, εξετάζοντας σε συνεργασία με τις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές το ενδεχόμενο παραγραφής αυτών».
Σημειώνεται ότι κάθε χρόνο η ΕΛ.ΑΣ. εντοπίζει περίπου 9.000 άτομα με διωκτικά έγγραφα, με έναν αριθμό που θεωρείται εξαιρετικά μικρός και μειούμενος διαρκώς σε σχέση με τη διαρκή αύξηση των διωκτικών εγγράφων και του κύκλου των ασύλληπτων προσώπων.
HeliosPlus