Κινήσεις εντυπωσιασμού ή προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων και αλλαγής στρατηγικής; Αυτό είναι το ερώτημα στο οποίο καλούνται να απαντήσουν η Λευκωσία και η Αθήνα μετά τις ανακοινώσεις της τουρκικής πλευράς για επιστροφή των Μαρωνιτών σε τρία χωριά και, ιδιαίτερα, μετά τις πληροφορίες που διακινούνται ότι η Αγκυρα σχεδιάζει το άνοιγμα της κλειστής πόλης της Αμμοχώστου.
Η Λευκωσία φαίνεται ότι έχει αποφασίσει να κινηθεί προληπτικά και να χαρακτηρίσει ως επέκταση των ορίων της κατοχής το άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου –εφόσον αυτή πραγματοποιηθεί. Το μείζον ενδιαφέρον της αυτή την περίοδο είναι να προχωρήσει απρόσκοπτα η γεώτρηση της Total στο Οικόπεδο 11 της κυπριακής ΑΟΖ. Η Αθήνα, έπειτα από αρκετές εβδομάδες έντονης προβολής λόγω του ζητήματος της ασφάλειας/εγγυήσεων, έχει σιγήσει.
Ωστόσο, οι πιθανές εξελίξεις στο μέτωπο των ευρωτουρκικών σχέσεων δύσκολα θα επιτρέψουν εφησυχασμό από το φθινόπωρο και μετά.
Η υπόθεση της επιστροφής των Μαρωνιτών σε τρία χωριά που βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή της Κερύνειας συνιστά το «εύκολο κομμάτι» της τουρκικής απόφασης, αν και πάλι δεν λείπουν οι δυσκολίες, από τη στιγμή που σε ένα από αυτά υπάρχει στρατόπεδο.
Ο «φάκελος Αμμόχωστος» όμως είναι κάτι διαφορετικό. Το άνοιγμα της περίκλειστης περιοχής έχει κατά περιόδους «παίξει» ως Μέτρο Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, με τελευταία μία πρωτοβουλία-σκέψη του αμερικανού πρώην αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν στις αρχές της προεδρικής θητείας του Νίκου Αναστασιάδη.
Ωστόσο, η Αγκυρα κρατούσε πάντα το ζήτημα αυτό ως «άσο στο μανίκι» και είναι ενδεικτικό ότι παλαιότερα ο Ντερβίς Ερογλου είχε αρνηθεί τη συμμετοχή Ελληνοκυπρίων σε επιτροπή που θα μελετούσε τις ανάγκες που υπήρχαν στις υποδομές της περιοχής.
Ολα αυτά βέβαια υποκαθιστούν τη «μεγάλη εικόνα» που μετά την κατάρρευση των συνομιλιών της Ελβετίας επιζεί χάρη στον «διπλωματικό αναπνευστήρα». Ο ειδικός σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, ο
Εσπεν Μπαρθ Αϊντε, αποχωρεί, όπως όλα δείχνουν στο τέλος του μηνός, αφού πρώτα κατάφερε να δημιουργήσει πολλούς εχθρούς.
Ο σχεδιασμός που σήμερα υπάρχει είναι οι εμπλεκόμενες πλευρές να συναντηθούν τον προσεχή Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, για μια επιθεώρηση της κατάστασης. Ωστόσο, μοιάζει σχεδόν αδύνατο με τα σημερινά δεδομένα να υπάρξουν δραματικές εξελίξεις προς λύση του Κυπριακού πριν από τις προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου 2018.
Στο παρασκήνιο και παρά τη φαινομενική απραξία τους, οι Βρετανοί κινούν τα νήματα. Πηγές από την Κύπρο σημείωναν ότι το Λονδίνο επέμεινε να συμπεριληφθεί στο Ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας για την ανανέωση της ειρηνευτικής δύναμης (UNFICYP) στο νησί το αίτημα για «στρατηγική αναθεώρηση», δηλαδή για επαναξιολόγηση της δύναμης και «να υποβάλει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα της επανεξέτασης αυτής όταν κρίνει κατάλληλο, εντός τεσσάρων μηνών, από την έγκριση του παρόντος ψηφίσματος». Το στοιχείο αυτό προκάλεσε νέα αντιπαράθεση στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Κύπρου.
Η Βρετανία πάντως εδώ και καιρό είχε προβλέψει εγκαίρως ότι πρέπει να υπάρξει προετοιμασία για την επόμενη φάση των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό. Είναι ίσως γι’ αυτό που μάλλον τασσόταν υπέρ της κατοχύρωσης της επιτευχθείσας προόδου στην Ελβετία. Η σχετική βρετανική θέση είχε καταγραφεί εύγλωττα σε ελληνικά διπλωματικά τηλεγραφήματα, όπως «Το Βήμα» είναι σε θέση να γνωρίζει. Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι ο αρμόδιος για το Κυπριακό στο Φόρεϊν Οφις, ο Τζόναθαν Αλεν, πρόκειται να μετακινηθεί προσεχώς στη βρετανική Μόνιμη Αντιπροσωπεία στα Ηνωμένα Εθνη.
Την ίδια στιγμή, μια «απροσδιόριστη» κινητικότητα παρατηρείται στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Τις προηγούμενες ημέρες πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες ο Πολιτικός Διάλογος Υψηλού Επιπέδου μεταξύ Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) και Τουρκίας με τη συμμετοχή των Φεντερίκα Μογκερίνι (ύπατη εκπρόσωπος για την εξωτερική πολιτική) και Γιοχάνες Χαν (επίτροπος για τη διεύρυνση και την πολιτική γειτονίας), από ευρωπαϊκής πλευράς, και των Μεβλούτ Τσαβούσογλου (υπουργός Εξωτερικών) και Ομέρ Τσελίκ (υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων), από τουρκικής πλευράς.
Οι Βρυξέλλες και πιο συγκεκριμένα η Κομισιόν επιθυμούν να παραμείνουν ζεστές οι ευρωτουρκικές σχέσεις και ει δυνατόν να λειτουργήσει η νέα Τελωνειακή Ενωση ως μέσο υπέρβασης της «ημιθανούς» ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας. Πρόκειται για ένα ζήτημα πολύ ευαίσθητο πολιτικά όπου θα πρέπει να αναμένεται έντονη αντίδραση της Λευκωσίας και της Αθήνας.
Το έτερο θέμα που θα πρέπει να προσεχθεί είναι το σχετιζόμενο με το αίτημα της Αγκυρας για απόλαυση των τεσσάρων κοινοτικών ελευθεριών από τους πολίτες της στην Κύπρο.
Οι συζητήσεις για αυτό είναι βαθιά παρασκηνιακές και οι ευαίσθητες πτυχές, όπως π.χ. η όποια συμφωνία να είναι διμερής μεταξύ Κύπρου – Τουρκίας, απαιτούν ύψιστη προσοχή και από την Αθήνα.
Στις ευρωτουρκικές σχέσεις πολλά θα καθοριστούν από τη στάση του Βερολίνου μετά τις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου, αν και σήμερα το SPD, μέσω του υπουργού Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ αλλά και του προέδρου της Δημοκρατίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ, ζητεί να παύσει η ανοχή της Γερμανίας στη σκληρή πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης εναντίον όσων θεωρεί πολιτικούς της αντιπάλους.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ