Η ρευστότητα στην ελληνική οικονομία απουσιάζει. Για την απουσία αυτή σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται τα γεγονότα του πρώτου εξαμήνου του 2015!
Τις 125 εργάσιμες ημέρες του πρώτου εξαμήνου έφευγαν περίπου 400 εκατ. ευρώ κάθε ημέρα στο εξωτερικό αφού οι καθαρές υποχρεώσεις του εγχώριου τραπεζικού συστήματος προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το διάστημα αυτό αυξήθηκαν κατά 70 δισ. ευρώ! Από αυτά πάντως τα 31 δισ. ήταν απαιτήσεις της διατραπεζικής αγοράς που έχοντας παγώσει έγιναν απαιτητές. Αρα οι ιδιώτες (φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις) έβγαλαν στο εξωτερικό 39 δισ. ευρώ. Το πρωί δηλαδή διαπραγματευόμαστε σκληρά και το βράδυ ζητούσαμε δάνεια ρευστότητας που διόγκωναν τις υποχρεώσεις μας στο ευρωπαϊκό διατραπεζικό σύστημα πληρωμών!
Τον Ιούλιο του 2015 οι υποχρεώσεις μας είχαν φθάσει στο ποσό 127 δισ. από 56 δισ. στο τέλος του 2014! Τότε πάγωσαν όλα.
Εκτοτε και μέχρι σήμερα οι συστημικές τράπεζες ουσιαστικά αποσύρουν ρευστότητα από την ελληνική οικονομία και την επιστρέφουν στην ΕΚΤ. Πόσα δισ. ευρώ έχουμε γυρίσει από τον Ιούλιο του 2015 μέχρι σήμερα; Περισσότερα από 70 δισ. ευρώ! Ετσι τώρα ξαναγυρίσαμε πίσω στον Δεκέμβριο του 2014 που χρωστούσαμε 56 δισ. ευρώ.
Πού τα βρήκαμε αυτά τα 70 και πλέον δισ. ευρώ να τα γυρίσουμε στην ΕΚΤ;
– Ξανάνοιξε η διατραπεζική αγορά και δανείστηκαν οι τράπεζες 13,4 δισ. ευρώ.
– Ιδιώτες και επιχειρήσεις αποπλήρωσαν δάνειά τους ύψους 20,3 δισ. ευρώ.
– Από ρευστοποίηση στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών 32,4 δισ. ευρώ.
– Από αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών 7,8 δισ. ευρώ.
– Προσαρμογές λοιπών στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, περίπου 4 δισ. ευρώ.
Φαίνεται όμως ότι άλλοι (που σε αρκετές περιπτώσεις όμως συμπίπτουν) έστελναν τα χρήματα έξω (καταθέτες) και άλλοι πονάνε να πληρώνουν σήμερα (οι παραγωγοί και οι δανειολήπτες).
Ουσιαστικά λοιπόν αφαιρούμε ένα πολύ υψηλό ποσό ρευστότητας από την οικονομία για να ξεπληρώνουμε τον αναγκαστικό δανεισμό του πρώτου εξαμήνου του 2015. Εάν το τραπεζικό σύστημα δεν είχε το βάρος των αποπληρωμών του πρώτου εξαμήνου του 2015 και είχε διαθέσει έστω 10 δισ. ευρώ στην εγχώρια αγορά, ας πούμε από την αρχή αυτού του χρόνου, τώρα θα «τρέχαμε» με έναν υψηλό ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ.
Αντιθέτως φαίνεται ότι και το 2017 θα είναι ακόμη ένα έτος μείωσης του χρηματοδοτικού υπολοίπου των ελληνικών επιχειρήσεων.
Αυτό όμως έχει και μία ακόμα επίπτωση. Το τραπεζικό σύστημα είναι αναγκασμένο να εντείνει (!) την προσπάθεια μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων με ό,τι αυτό συνεπάγεται (ο βαθμός έντασης) για την κοινωνία, την οικονομία και την πολιτική.
Ο κ. Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι καθηγητής του ΕΚΠΑ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ