Πρόσωπα σκιώδη και αμφιλεγόμενα, που δεν θα περίμενε κανείς ότι θα μπορούσαν να πλαισιώνουν ή να συμβουλεύουν τον πρόεδρο της μεγαλύτερης δύναμης στον πλανήτη.
Ποιοι είναι όμως οι συνεργάτες του Τραμπ που βρίσκονται στο επίκεντρο της δημοσιότητας αλλά και των επίσημων ερευνών για τις σχέσεις του προέδρου με τη Ρωσία;
Επί μακρόν δηλωμένος θαυμαστής του Τραμπ, ο δικηγόρος Μάικλ Κόεν είναι ένα από τα πρόσωπα που επίσης κλήθηκαν να καταθέσουν στο πλαίσιο των ερευνών για τη ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές. Οπως γράφουν οι «New York Times» ο Κόεν, πρώην δικηγόρος-κοράκι σε υποθέσεις περί σωματικών βλαβών, αναφέρει στον προσωπικό του λογαριασμό στο LinkedIn ότι είναι ο «προσωπικός δικηγόρος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ», μόνο που ο ακριβής του ρόλος και η τωρινή του σχέση με τον πρόεδρο δεν είναι ξεκάθαρη. Μάλιστα, λέγεται ότι ο Τραμπ τον έχει παραμερίσει, παρά το γεγονός ότι ο Κόεν υπήρξε πιστός του συνεργάτης επί δέκα και πλέον χρόνια.
Ο Κόεν πιστεύεται ότι ήταν ένας από τους βασικούς συνδέσμους μεταξύ του Τραμπ και του Κρεμλίνου και ότι στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας το 2016 συναντήθηκε με ρώσους αξιωματούχους στην Τσεχία. Επίσης λέγεται ότι διαδραμάτισε ρόλο σε μια αποτυχημένη προσπάθεια ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας, από όπου κατάγεται η οικογένεια της συζύγου του. «Δεν έχω πάει ποτέ στην Πράγα ή στην Τσεχία. Οι κατηγορίες είναι αβάσιμες. Πρόκειται για ψευδείς ειδήσεις που βγάζουν τα φιλελεύθερα μίντια για να κακολογήσουν τον κ. Τραμπ. Επίσης δεν έχω πάει ποτέ στη Ρωσία» δήλωσε.
Οι επιθέσεις του Κόεν στα μέσα ενημέρωσης αλλά και στους επικριτές του προέδρου είναι αντίστοιχες του εντολέα του. Φαίνεται να περνάει αρκετές ώρες στο Twitter λογομαχώντας με άλλους χρήστες αποκαλώντας τους «haters» (αυτοί που μισούν) και «ανόητους». Η αφοσίωση του Κόεν στον Τραμπ είναι αξιοσημείωτη, ειδικά αφού πλέον φαίνεται να μην ανήκει στον στενό κύκλο των συνεργατών του προέδρου.
Προτού τοποθετηθεί στη θέση του επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ την άνοιξη του 2016, ο Πολ Μάναφορτ φέρεται να χρωστούσε 17 εκατ. δολάρια σε εταιρείες που ήλεγχαν ο ρώσος ολιγάρχης Ολεγκ Ντεριπάσκα και ο ουκρανός επιχειρηματίας και βουλευτής Ιβάν Φούρσιν. Αυτό προκύπτει από οικονομικές καταστάσεις από την Κύπρο, όπου ο Μάναφορτ διατηρούσε τραπεζικούς λογαριασμούς. Τα έγγραφα βρέθηκαν στην κατοχή των «New York Times», που αναλύουν εκτενώς τις σχέσεις και τις δραστηριότητες του Μάναφορτ με σκοτεινά ρωσικά συμφέροντα. Συγκεκριμένα, εικονικές εταιρείες που συνδέονταν με τον Μάναφορτ και τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες χρωστούσαν εκατομμύρια δολάρια όσο εκείνος εργαζόταν ως σύμβουλος στο φιλορωσικό Κόμμα των Περιφερειών του τότε ουκρανού προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς.
Οπως αποκαλύπτεται από τα κυπριακά έγγραφα, φέρεται να όφειλε 7,8 εκατ. δολάρια σε μια εταιρεία του δισεκατομμυριούχου Ντεριπάσκα, γνωστού ως «ρώσου βασιλιά του αλουμινίου», ο οποίος το 2015 κατέθεσε αγωγή ενάντια στον Μάναφορτ και σε συνεργάτες του σε δικαστήριο της Βιρτζίνια, υποστηρίζοντας ότι του χρωστούσαν 19 εκατ. δολάρια από μια αποτυχημένη επένδυση στην Ουκρανία. Ακόμη 9,9 εκατ. δολάρια όφειλε στη Lucicle Consultants, μια κυπριακή εταιρεία που φέρεται να σχετίζεται με τον Φούρσιν του Κόμματος των Περιφερειών. Εκπρόσωπος του Μάναφορτ αρνήθηκε ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ των παρελθοντικών χρεών του και της δουλειάς του στο επιτελείο του Τραμπ. «Ο Μάναφορτ δεν χρωστάει στον κ. Ντεριπάσκα ή στο Κόμμα των Περιφερειών αλλά ούτε και χρωστούσε όταν άρχισε να εργάζεται για την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ» δήλωσε.
Συγκεκριμένα, το 2004 ορίστηκε ανώτερος σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού Γιανουκόβιτς, ενώ θεωρείται ο «εγκέφαλος» πίσω από την εκλογή του στο αξίωμα του προέδρου το 2010. Οι νέες αποκαλύψεις για τις οικονομικές δραστηριότητες του Μάναφορτ συμπίπτουν με τις έρευνες για την περιβόητη συνάντηση του Τραμπ τζούνιορ, του Τζάρεντ Κούσνερ και του ιδίου με τη ρωσίδα δικηγόρο Βεσελνίτσκαγια αλλά και άλλους παράγοντες, όπως ο ρωσοαμερικανός λομπίστας Ρινάτ Αχμέτσιν, με σκοπό τη συγκέντρωση επιβαρυντικών πληροφοριών για τη Χίλαρι Κλίντον.
Ο Μάικλ Καπούτο, σύμβουλος επικοινωνίας του Τραμπ στην προεκλογική του εκστρατεία, δεν θα ήταν ιδιαίτερα γνωστός αν δεν είχε κληθεί να καταθέσει ενώπιον της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων για τις δοσοληψίες του επιτελείου του Τραμπ με το Κρεμλίνο. Στη διάρκεια της τρίωρης και πλέον κατάθεσής του, ο Καπούτο αποκάλεσε τις κατηγορίες που ρίχνουν βαριά τη σκιά τους στον Λευκό Οίκο «collusion delusion» (σ.σ.: ψευδαισθήσεις αθέμιτης σύμπραξης). «Πιστεύω ακράδαντα ότι δεν υπήρξε αθέμιτη σύμπραξη με τη Ρωσία στο προεκλογικό επιτελείο του Τραμπ, αλλά το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να μιλήσω για τον εαυτό μου και τους κοντινούς σε εμένα ανθρώπους» δήλωσε σε συνέντευξη μετά την κατάθεσή του.
«Ούτε που μου ψιθύρισε κανείς τη λέξη Ρωσία» ισχυρίστηκε σε άλλη συνέντευξή του. Ωστόσο από όλους τους ανθρώπους που πέρασαν από το προεκλογικό επιτελείο του Τραμπ, ο Καπούτο φέρεται να είναι εκείνος που διατηρεί τους βαθύτερους δεσμούς με τη Ρωσία: έζησε στη χώρα από το 1994 μέχρι το 2000, όπου εργάστηκε ως σύμβουλος δημοσίων σχέσεων, αρχικά υπό την αιγίδα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ (λέγεται ότι εστάλη εκεί προκειμένου να βοηθήσει τη νέα ρωσική κυβέρνηση να καταρτίσει τους εκλογικούς της νόμους) και αργότερα μέσω της δικής του εταιρείας δημοσίων σχέσεων. Ο Καπούτο διετέλεσε σύμβουλος του πρώην προέδρου Μπόρις Γέλτσιν, συμβάλλοντας στην επανεκλογή του, ενώ προσέφερε τις υπηρεσίες του και στην Gazprom Media υπό τον Πούτιν (για αυτόν τον λόγο η βουλευτής Σπίερ τον αποκάλεσε «σύμβουλο της δημόσιας εικόνας του Πούτιν»). Ο ίδιος, ωστόσο, αρνείται ότι οι δραστηριότητές του στη Ρωσία συνδέονται με τις κατηγορίες για ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές.
Αράς Αγκαλάροφ: Μις Υφήλιος, μπίζνες και κατασκοπεία
«Ο Τραμπ της Ρωσίας» αποκαλείται ο αζέρος μεγιστάνας του κατασκευαστικού τομέα Αράς Αγκαλάροφ, που βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος όταν έγινε γνωστό ότι ο γιος του, Εμίν, τραγουδιστής γνωστός στη Ρωσία και στο Αζερμπαϊτζάν, μεσολάβησε προκειμένου να πραγματοποιηθεί η συνάντηση του Τραμπ τζούνιορ με τη ρωσίδα δικηγόρο στον Πύργο Τραμπ. Η οικογένεια του Αγκαλάροφ, που ζει στη Ρωσία, διατηρεί στενές σχέσεις με την οικογένεια Τραμπ εδώ και αρκετά χρόνια –συγκεκριμένα από το 2013 και τον διαγωνισμό ομορφιάς για τη «Μις Υφήλιο». Ο Αράς και ο Εμίν συνάντησαν τον Τραμπ στο Λας Βέγκας προκειμένου να κλείσει η συμφωνία για τα καλλιστεία, προτού ο Τραμπ ταξιδέψει στη Μόσχα για τον διαγωνισμό ο οποίος έλαβε χώρα στο Crocus City Hall, που ανήκει στην οικογένεια Αγκαλάροφ.
Εξι μήνες έχουν παρέλθει από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ ορκίστηκε πρόεδρος και παρά τις πομπώδεις εξαγγελίες του, το νομοθετικό έργο της κυβέρνησής του είναι μηδαμινό. Ούτε το πολυδιαφημισμένο σχέδιό του για την κατάργηση και την αντικατάσταση του Obamacare δεν έχει καταφέρει να «πουλήσει», αφού απορρίπτεται ακόμη και από τους Ρεπουμπλικανούς. Μετά την απόσυρση του νομοσχεδίου για τη μεταρρύθμιση του συστήματος Υγείας προτού καν τεθεί προς ψήφιση τον Μάρτιο, ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα υπέστη δεύτερη μεγάλη ήττα, καθώς οι Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές δεν κατάφεραν να αμβλύνουν τις πολιτικές και οικονομικές τους διαφορές ως προς το σχήμα που θα διαδεχθεί το Obamacare, που τόσο αγαπούν να μισούν.
«Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι χωρισμένο στα τρία: στους ιδεολόγους συντηρητικούς, στους σχετικά μετριοπαθείς και στην πτέρυγα που εξυπηρετεί τα επιχειρηματικά συμφέροντα» είπε στο «Βήμα» ο Ερικ Πατάσνικ, καθηγητής Δημόσιας Πολιτικής στο Ινστιτούτο Γουάτσον του Πανεπιστημίου Μπράουν στις ΗΠΑ. «Αυτές οι τρεις παρατάξεις έχουν αντικρουόμενες απόψεις για την αναδιανομή, τον φεντεραλισμό και τη διαχείριση των προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας. Οι Ρεπουμπλικανοί εδώ και επτά χρόνια γκρινιάζουν για το κόστος του Obamacare, αλλά δεν έχουν αποδεχθεί το γεγονός ότι προσφέρει τεράστια προνόμια σε εκατομμύρια Αμερικανούς. Δεν διαθέτουν κάποιο συνεκτικό και ρεαλιστικό όραμα για την Υγεία».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ