Οι περισσότεροι, της αντιπολίτευσης και μη, θεωρούν την κυβέρνηση φθαρμένη και ασθενή, εξαρτημένη από τον αλλοπρόσαλλο σύμμαχο και συγκυβερνήτη Πάνο Καμμένο και δέσμια των εσωκομματικών αντιθέσεων μεταξύ των πολλών ομάδων του ΣΥΡΙΖΑ.
Και υποθέτουν –ορισμένοι μάλιστα προεξοφλούν –ότι οι μέρες της είναι μετρημένες, ότι κάποια στιγμή, αν όχι έως το τέλος του 2017, το αργότερο την άνοιξη του 2018, είτε θα καταρρεύσει είτε θα επιλέξει τις πρόωρες κάλπες προκειμένου να διατηρήσει ένα ευπρεπές ποσοστό, ικανό να την κρατήσει ζωντανή στην κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας και δυνάμει επανακάμπτουσα στην εξουσία.
Κυβερνητικά στελέχη ωστόσο αποδίδουν τα παραπάνω ως ευσεβείς πόθους των αντιπολιτευομένων και τα απορρίπτουν με κατηγορηματικό τρόπο, ιδιαιτέρως το ενδεχόμενο της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες.
Αναγνωρίζουν, είναι αλήθεια, το πρόβλημα της συνεργασίας και την απόσταση, ιδεολογική και πολιτική, που χωρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ από τον πρόεδρο των ΑΝΕΛ και υπουργό Αμυνας, αλλά δεν πιστεύουν ότι εν τέλει θα διαταραχθεί η διακυβέρνηση της χώρας από αυτές τις διαφορές.
Χαρακτηριστικές είναι οι τοποθετήσεις του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, σύμφωνα με τις οποίες «το σχέδιο της κυβέρνησης για την επόμενη περίοδο δεν υπηρετείται σε καμία περίπτωση από την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες».
Οι κυβερνώντες λοιπόν, όσο φθαρμένοι και πληγωμένοι κι αν είναι, πιστεύουν ότι με το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης άνοιξε ένα παράθυρο ευκαιρίας, το οποίο θα θελήσουν να εκμεταλλευθούν στον μέγιστο βαθμό.
Οπως λέει σε συνομιλητές του ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης «με την αξιολόγηση έκλεισε ο μεγάλος φαύλος κύκλος των ελλειμμάτων, της υπερχρέωσης και της ύφεσης, και από εδώ και πέρα θα πρέπει να κλείσουν και οι μικρότεροι, όπως αυτός της τραπεζικής υποχρηματοδότησης και της παρεπόμενης παραγωγικής υποχώρησης».
«Στόχος μας», τονίζει, «είναι να ξεφύγουμε οριστικά από την ύφεση, να ανοίξουμε νέο αναπτυξιακό κύκλο και να ελευθερώσουμε την οικονομία από τα μνημόνια και τη καταδυναστευτική επιτροπεία, το βάρος της οποίας είναι μεγάλο, υποτιμημένο από τους περισσότερους και διαβρωτικό της πολιτικής, καθώς εμποδίζει, καθυστερεί και εν τέλει δεσμεύει, δεν επιτρέπει την επιλογή των καλύτερων λύσεων για την οικονομία και την κοινωνία».
Αναφέρει ενδεικτικά τις καθυστερήσεις, εξαιτίας των αγκυλώσεων τεχνοκρατών της τρόικας, στην προώθηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και στην εφαρμογή του εξωδικαστικού συμβιβασμού, μέτρων που κατά την άποψή του θα διευκόλυναν τη λειτουργία της οικονομίας. Και καταλήγει χαρακτηριστικά στο ότι «δεν τα κατέχουν όλα οι τεχνοκράτες».
Για τον κ. Δραγασάκη «έχουμε εισέλθει σε νέα φάση», κάτι που φανερώνεται από τη δράση των μεγάλων επιχειρήσεων. «Δεν υπάρχει μεγάλη επιχείρηση που να μην προετοιμάζει κάποιο καινούργιο πρότζεκτ αυτή την περίοδο» τονίζει με έμφαση, σημειώνοντας ότι «θα ήταν ευχής έργον αντίστοιχη δράση να εκδηλωθεί και από τον ευρύ κύκλο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων».
Ο ίδιος πιστεύει ότι η διαφαινόμενη τάση ανάπτυξης θα πρέπει να υποβοηθηθεί, και προς την κατεύθυνση αυτή εργάζεται το κυβερνητικό συμβούλιο οικονομικής πολιτικής, του οποίου προΐσταται.
«Θα συγκροτήσουμε κλαδικές και τομεακές πολιτικές, συνοδευόμενες από συγκεκριμένα μέτρα, για όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας» υπόσχεται ο κ. Δραγασάκης.
Προσθέτει μάλιστα ότι σχεδόν ταυτόχρονα η κυβέρνηση θα επεξεργάζεται σε προγραμματική βάση πολιτικές της επόμενης τετραετίας, μέσω των οποίων θα επιδιώξει, όπως λέει με νόημα, την οικοδόμηση νέων κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών.
Στο ίδιο περίπου πνεύμα, αλλά σε πιο τεχνική βάση, περιγράφει τον κυβερνητικό σχεδιασμό για την επόμενη περίοδο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Χουλιαράκης.
Για αυτόν ορόσημο αποτελεί η 21η Αυγούστου του 2018. Τότε ολοκληρώνεται το τρέχον πρόγραμμα που έχει συμφωνηθεί με εταίρους και δανειστές.
«Από το πώς θα φτάσουμε στο τέλος του προγράμματος θα εξαρτηθεί και η συνέχεια» τονίζει στις ιδιαίτερες συνομιλίες του. Και εξηγεί ότι «οφείλουμε ενδιαμέσως να έχουμε προχωρήσει στην τρίτη αξιολόγηση, να έχουμε διασφαλίσει την εξέλιξη των δημοσίων οικονομικών και μαζί να έχουμε βγει κάμποσες φορές στις αγορές, ώστε να έχει εμπεδωθεί στη διεθνή κοινότητα ότι η Ελλάδα είναι χρηματοδοτήσιμη».
Κατά τον κ. Χουλιαράκη, η Ελληνική Δημοκρατία θα πρέπει μέχρι το τέλος του προγράμματος να έχει δημιουργήσει ένα χρηματοδοτικό απόθεμα ασφαλείας, ένα «μαξιλάρι 10 δισ. ευρώ», που θα της προσφέρει άνεση και κάλυψη έναντι των όποιων κινδύνων.
Αν καταφέρει και φθάσει στο τέλος του προγράμματος με απόθεμα 10 δισ. ευρώ, θα μπορεί να διαπραγματευτεί από καλύτερη θέση την έξοδο από τα μνημόνια και την απαλλαγή από την καταδυναστευτική επιτροπεία.
«Εχει σημασία μετά το τέλος του προγράμματος να υπάρξει μια ευρωπαϊκή πιστωτική γραμμή διευκόλυνσης προς κάλυψη των όποιων χρηματοδοτικών δυσκολιών ανακύψουν, χωρίς νέο πρόγραμμα και βασανιστικά προαπαιτούμενα» λέει ο κ. Χουλιαράκης.
Γίνεται φανερό από τα παραπάνω ότι η κυβέρνηση ξορκίζει τις πρόωρες εκλογές και δείχνει να θέλει να αξιοποιήσει τον χρόνο που πιστεύει ότι κέρδισε.
Μοιάζει να επιβεβαιώνεται παλαιότερη ρήση του προέδρου της Βουλής κ. Ν. Βούτση, ο οποίος θέλοντας να περιγράψει τη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ στις διαπραγματεύσεις με εταίρους και δανειστές είχε πει ότι «ανταλλάσσουμε χώρο με χρόνο».
Και είναι αλήθεια ότι ο κ. Τσίπρας και η ομάδα που τον συνοδεύει διακρίνονται εδώ και καιρό για την ευελιξία και τις εκπτώσεις, ιδεολογικές και άλλες.
Το δόγμα ανταλλαγής χώρου με χρόνο επικρατεί στη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και είναι αυτό βεβαίως που οδηγεί σε φθορές και σε απώλειες στο πεδίο της αξιοπιστίας.
Διαρκής είναι λοιπόν η άσκηση ισορροπίας, η οποία προφανέστατα δεν αντέχει στον χρόνο και κάποια στιγμή θα σπάσει.
Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να προδικάσει πότε θα ανισορροπήσει και θα σπάσει αυτή η διαρκής σχέση ανταλλαγής χώρου με χρόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Το γνωρίζουν και οι ίδιοι ότι δεν μπορεί να διαρκέσει επ’ άπειρον.
Ετσι εξηγούνται και οι αναζητήσεις για αντίμετρα και αντισταθμίσματα, κοινωνικά και πολιτικά. Δεν είναι τυχαίες λοιπόν ούτε οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, ούτε τα συγκρουσιακά μέτωπα που ανοίγονται διαρκώς, ούτε βεβαίως αδιάφορες οι συνεχείς αναφορές σε νέες κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες.
Πολλά πάντως θα εξαρτηθούν από τις οικονομικές εξελίξεις.
Αν επιβεβαιωθεί η πρόοδος, αν η οικονομία δείξει στοιχεία ανάκαμψης, επιτευχθεί κατά τρόπο ικανοποιητικό η έξοδος στις αγορές, δεν ορθωθούν ανυπέρβλητα εμπόδια για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης και δεν βάλει νέες τρικλοποδιές το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με τις αμφισβητήσεις για τις ελληνικές τράπεζες, τότε η κυβέρνηση μπορεί να ελπίζει ότι θα προσεγγίσει, έστω με κόπους και θυσίες, το ορόσημο της 21ης Αυγούστου του 2018, ώστε να ελπίζει σε μακροημέρευση και ευόδωση των σχεδίων της για ολοκλήρωση της τετραετίας.
Είναι όμως τόσο ευρύς ο κύκλος των προϋποθέσεων και τόσο απαιτητική η περίοδος πειθαρχημένης δράσης που δεν ταιριάζει στο άτακτο ακόμη, παρά τις εμπειρίες και τις πολλές απογοητεύσεις, στράτευμα του ΣΥΡΙΖΑ.

Ο καιρός λοιπόν θα δείξει αν το δόγμα ανταλλαγής χώρου με χρόνο θα συνεχίσει να αποδίδει για την κυβέρνηση του κ. Τσίπρα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ