Ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε τη Δευτέρα το υπουργείο Απασχόλησης θέλοντας προφανώς να διαδηλώσει το ενδιαφέρον του για την αντιμετώπιση του προβλήματος της ανεργίας.

Ενημερώθηκε από τη ηγεσία του υπουργείου, επαίνεσε το έργο της κυρίας Αχτσιόγλου και των συνεργατών της, αναφέρθηκε στις επιδόσεις του Σώματος Επιθεωρητών, εναντιώθηκε στους επιχειρηματίες που καταστρατηγούν την εργατική νομοθεσία, μίλησε για τις επιδοματικές πολιτικές του ΟΑΕΔ και έθεσε φιλόδοξους στόχους για μείωση της ανεργίας κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες το χρόνο.

Ουδείς αντιλέγει.
Όμως αποτελεί κοινό τόπο ότι οι πρωθυπουργικές αναφορές ήταν κατώτερες της έντασης με την οποία εμφανίζεται το ελληνικό πρόβλημα της απασχόλησης.
Δυστυχώς τα λόγια του Πρωθυπουργού δεν προκάλεσαν ρίγη ενθουσιασμού, ούτε τις προσδοκίες των νέων αναπτέρωσαν.
Και αυτό γιατί φάνταζαν κοινά, τυπικά, προπάντων αμυντικά σαν κι αυτά που συνηθίζονται σε ανάλογες περιπτώσεις.
Ένας ακόμη δεκαρικός λόγος για τις περιστάσεις της επίσκεψης, για τις κάμερες, για την επικοινωνία και μόνο για αυτήν.
Καμία έμπνευση, κανένα όραμα, τίποτε το συγκλονιστικό και ικανό διαμορφώσει την πεποίθηση ύπαρξης ενός σχεδίου για το μέλλον που θα φέρει όντως ξανά την εργασία στο προσκήνιο και θα την καταστήσει πρώτο στόχο της πολιτικής.
Απουσίαζε από τον πρωθυπουργικό λόγο η στόχευση, ο προσδιορισμός των ζωνών ανάκτησης της εργασίας, οι τομείς οι οποίοι θα μπορούσαν να προσφέρουν μαζικά θέσεις απασχόλησης και οι επιμέρους πολιτικές, κλαδικές ή τομεακές, που θα προσέφεραν τα εχέγγυα και θα μετέδιδαν τη βεβαιότητα ότι όντως κάτι αλλάζει.
Είναι γενικότερη η αδυναμία σχεδιασμού στην ελληνική πολιτική σκηνή, δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση.
Ωστόσο οι καιροί απαιτούν άλλες επεξεργασίες, πιο λεπτομερείς, πιο βαθιές, αποτέλεσμα μελέτης και γνώσης των δυνατοτήτων της οικονομίας μας. Και βεβαίως συμμαχίες με τους παραγωγικούς φορείς, με τις δυνάμεις που αποδεδειγμένα έχουν εμπειρίες και έχουν ιστορικά προσθέσει θέσεις εργασίας στη χώρα.
Κοινώς θέλει πολύ δουλειά για να χτίσει κανείς αξιόπιστες και πραγματικά αποδοτικές πολιτικές.
Ιδιαιτέρως στον τομέα της απασχόλησης και ειδικά σε τούτους τους καιρούς της τεχνολογικής έκρηξης, στη διάρκεια των οποίων μάλλον χάνονται παρά δημιουργούνται θέσεις εργασίας.

ΤΟ ΒΗΜΑ