Βέλη για «υποκρισία» και «πολιτικό καιροσκοπισμό» εξακοντίζει προς τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης κ. Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, με αφορμή δηλώσεις του για τους δικαστικούς λειτουργούς, ο πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων κ. Χριστόφορος Σεβαστίδης.

Πεπεισμένος για το συντονισμένο των κυβερνητικών επιθέσεων στη Δικαιοσύνη, ο κ. Σεβαστίδης εκτιμά ότι η εκτελεστική εξουσία αντιμετωπίζει πάντα τη δικαστική ως «αναγκαίο κακό», ενώ υπογραμμίζει ότι οι όποιες κυβερνητικές ευαισθησίες –όπως αυτές εκφράζονται διά του αναπληρωτή υπουργού Υγείας κ. Παύλου Πολάκη – για τα εργασιακά δικαιώματα κακώς εξαντλούνται στην κριτική δικαστικών αποφάσεων.

Αναφερόμενος στις εξελίξεις γύρω από το πρόσωπο της κυρίας Βασιλικής Θάνου, τέως Προέδρου του Αρείου Πάγου, ο κ. Σεβαστίδης εκτιμά ότι η ζημιά στη Δικαιοσύνη είναι μεγάλη, και επαναδιατυπώνει την πρότασή του για ψήφιση νόμου που θα απαγορεύει σε δικαστικούς λειτουργούς να καταλαμβάνουν οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο για διάστημα τριών ετών μετά την αποχώρησή τους από το Σώμα.



Θητεύετε ως πρόεδρος στη μεγαλύτερη δικαστική ένωση της χώρας, σε μια περίοδο κατά την οποία η Δικαιοσύνη δεν μαστίζεται μόνο από τα συνήθη σημαντικά της προβλήματα, αλλά και από μείζονες πολιτικού τύπου αντιπαραθέσεις. Θα ήθελα το σχόλιό σας.
«Η Δικαιοσύνη πάντοτε υπήρξε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης. Για καμία κυβέρνηση δεν ήταν ποτέ ευχάριστο να κρίνονται τα νομοθετήματά της ως αντισυνταγματικά. Ο σεβασμός στη δικαστική εξουσία που κατά καιρούς ακούτε από πολλούς πολιτικούς είναι περισσότερο προϊόν συνταγματικής υποχρέωσης παρά ειλικρινούς αναγνώρισης του διακριτού ρόλου των τριών λειτουργιών. Η εκτελεστική εξουσία δεν αντιμετώπισε ποτέ ως ισότιμη τη δικαστική αλλά ως αναγκαίο κακό. Σε κάθε περίπτωση θεσμικός μας ρόλος είναι να ελέγχουμε τη συνταγματικότητα των νόμων, είτε αυτό αρέσει στις κυβερνήσεις είτε όχι».


Εκτιμάτε ότι εξυφαίνεται κάποιο σχέδιο από πλευράς κυβέρνησης;
«Νομίζω ότι οι δηλώσεις πολλών υπουργών δείχνουν κατ’ αρχήν απόλυτη ταύτιση θέσεων και άρα δεν πρόκειται για μεμονωμένες εκτιμήσεις. Η επίθεση στη Δικαιοσύνη είναι πολυμέτωπη. Στο πεδίο των εργασιακών δικαιωμάτων, για παράδειγμα, εμφανίζεται κοινωνικά και ταξικά μεροληπτική σε βάρος των εργαζομένων. Στις ποινικές υποθέσεις διαφθοράς ότι είναι μέρος του προβλήματος. Το ίδιο και στην προσπάθεια εξυγίανσης του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου. Γίνεται μια προσπάθεια εξεύρεσης ενός εσωτερικού εχθρού που είναι υπεύθυνος για κυβερνητικά λάθη ή παραλείψεις».

Ενας εκ των δύο πολιτικών προϊσταμένων της Δικαιοσύνης, ο κ. Παπαγγελόπουλος, έφθασε να πει ότι δικαστές και εισαγγελείς έχουν κάνει τα στραβά μάτια σε υποθέσεις εξοπλιστικών. Εχει βάση αυτή η καταγγελία για ομερτά;
«Ασφαλώς όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί, εφόσον είναι έωλοι και αστήρικτοι, είναι θλιβερή απόδειξη πολιτικού καιροσκοπισμού. Ο κ. Παπαγγελόπουλος καταλόγισε στους δικαστές και τους εισαγγελείς ευθύνες γιατί περιορίστηκαν στον Τσοχατζόπουλο και στον Σμπώκο και δεν συμπεριέλαβαν πρωθυπουργούς, ΚΥΣΕΑ κ.λπ. Ξέρετε πολύ καλά ότι η βουλευτική ασυλία και οι σύντομες παραγραφές αδικημάτων για τους υπουργούς δένουν τα χέρια των δικαστών. Τα εμπόδια αυτά οι πολιτικοί τα έβαλαν και αυτοί συνεχίζουν να τα διατηρούν. Αφού λοιπόν περιορίζουν τις ευθύνες τους και μάλιστα σε συνταγματικό επίπεδο, έπειτα μας κατηγορούν και για ολιγωρία. Αυτό κι αν είναι υποκρισία!».

Ποια είναι η άποψή σας για το θέμα των τηλεφωνικών συνομιλιών του υπουργού Αμυνας κ. Πάνου Καμμένου με τον καταδικασμένο σε ισόβια κάθειρξη στην υπόθεση του «Noor 1» Ευθύμιου Γιαννουσάκη;
«Δεν θέλω να σχολιάσω τίποτε επ’ αυτού, εφόσον η υπόθεση είναι σε εξέλιξη, στα χέρια της Δικαιοσύνης».

Τις καταγγελίες Πολάκη περί ταξικών αποφάσεων της Δικαιοσύνης για τα δεδουλευμένα, θέλετε να τις σχολιάσετε;
«Επιχειρήθηκε απαράδεκτη εκλαΐκευση νομικών όρων… Πρόθεση του κ. Πολάκη ήταν να αποδείξει με τον πλέον αντιεπιστημονικό τρόπο τις κυβερνητικές ευαισθησίες για τα εργασιακά δικαιώματα, στον αντίποδα της «σκληρής» Δικαιοσύνης. Περιορίζομαι να πω ότι μια κυβέρνηση χαρακτηρίζεται για την κοινωνική της ευαισθησία και το ταξικά φιλεργατικό της πρόσημο όχι με κριτική σε δικαστικές αποφάσεις, αλλά από την έμπρακτη θετική της στάση στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα».

Μια ματιά στο αρχείο αρκεί για να διαπιστώσει κανείς ότι μέσα στους τελευταίους έξι-επτά μήνες έχετε εκδώσει περισσότερες από πέντε σκληρές ανακοινώσεις, πολλές από αυτές για την κυρία Θάνου.
«Η Ενωσή μας βρέθηκε όλη τη χρονιά που πέρασε επικεφαλής του αγώνα για διαφύλαξη της συνταγματικής νομιμότητας, όσον αφορά τα όρια ηλικίας αποχώρησης των δικαστικών λειτουργών. Ηταν χρέος μας να το κάνουμε… Η αντιπαράθεσή μας δεν ήταν προσωπική με την κυρία Θάνου, αλλά θεσμική».

Πώς σχολιάζετε την τοποθέτηση της κυρίας Θάνου στη γενική γραμματεία του Πρωθυπουργού ως προϊσταμένης του Νομικού Γραφείου του;
«Ο Πρωθυπουργός έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να επιλέγει συνεργάτες και ως προς τούτο η επιλογή της κυρίας Θάνου δεν μπορεί να κριθεί από εμάς. Η επιλογή συνταξιούχων δικαστικών για να επανδρώσουν θέσεις σε Ανεξάρτητες Αρχές ή για να γίνουν σύμβουλοι της εκτελεστικής εξουσίας είναι κάτι που γίνεται εδώ και χρόνια και είναι αλήθεια ότι από τις θέσεις αυτές πέρασαν έντιμοι και ακέραιοι δικαστές. Ωστόσο η ζημία που γίνεται με τον τρόπο αυτό στη Δικαιοσύνη είναι μεγάλη. Η κυβέρνηση μπορεί να φέρει προς ψήφιση νόμο που θα απαγορεύει σε δικαστικούς λειτουργούς να καταλαμβάνουν οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο για διάστημα τριών ετών μετά την αποχώρησή τους από το Σώμα. Είναι μια πρόταση αυτοπεριορισμού και αποκλείει όποιες σκέψεις μπορεί να γίνουν για αλληλεξάρτηση των κρατικών λειτουργιών».

Ενα από τα ισχυρότερα επιχειρήματα εκείνων που ασκούν κριτική στους δικαστικούς λειτουργούς είναι μια λογική συντεχνιακού τύπου ώστε να μη θιγούν κεκτημένα. Μισθολογικό, «πόθεν έσχες» κ.τ.λ. Αποδέχεστε την κριτική αυτή;
«Είναι μια μόνιμη επωδός για όσους θέλουν ανέξοδα να παίξουν με τα αντανακλαστικά της κοινωνίας. Το δικαστικό μισθολόγιο συνδέεται από το Σύνταγμα με το μισθολόγιο των βουλευτών. Για το «πόθεν έσχες», άρχισε ακόμα ένα μεγάλο παραμύθι. Οτι δηλαδή εμείς αρνούμαστε να υποβάλουμε δηλώσεις. Οι δικαστές και εισαγγελείς είμαστε από τις πρώτες κατηγορίες πολιτών εδώ και δεκαετίες που υποβάλλουμε με συνέπεια τις δηλώσεις μας. Δεν έχουμε να κρύψουμε τίποτα, δεν βρισκόμαστε εμείς κατηγορούμενοι για μίζες και για μαύρο χρήμα, ούτε έχουμε καταθέσεις σε offshore εταιρείες, ούτε τα ονόματά μας βρίσκονται σε λίστες φοροφυγάδων ή άλλων που έβγαλαν παράνομα χρήματα στο εξωτερικό. Καταθέσαμε ωστόσο αίτηση ακύρωσης της σχετικής ΚΥΑ που όριζε τον τύπο και το περιεχόμενο των νέων ηλεκτρονικών δηλώσεων. Εκκρεμεί η απόφαση του ΣτΕ. Στρεφόμαστε κατά των νέων δηλώσεων ιδίως γιατί υπάρχει σοβαρός κίνδυνος διαρροής και αθέμιτης χρήσης των υποβαλλόμενων στοιχείων. Αυτό που ζητούμε είναι να διορθωθεί ο τρόπος που θα υποβάλλονται οι δηλώσεις ώστε να υπάρχουν οι αναγκαίες διασφαλίσεις του απορρήτου, όπως θα ήθελε ο κάθε πολίτης για τον εαυτό του».

Στην καθημερινότητα η Δικαιοσύνη εξακολουθεί να ταλανίζεται από καθυστερήσεις κατά την απονομή της, ελλείψεις προσωπικού και άλλα πολλά. Υπάρχει κάποια λύση που μπορεί να αποσυμφορήσει το «σύστημα»;
«Τα διαχρονικά αυτά προβλήματα μας απασχολούν πολύ. Είναι θετική η εξαγγελία του υπουργού Δικαιοσύνης για ίδρυση Δικαστικής Αστυνομίας (με γραφολόγους, οικονομολόγους κ.λπ.) που θα συνδράμει στο έργο μας. Η θεσμοθέτηση νέων οργανικών θέσεων είναι επίσης απαραίτητη και συνδέεται με τη διαρκώς αυξανόμενη δικαστική ύλη. Η Ενωσή μας επεξεργάζεται –και θα το καταθέσει προσεχώς στο υπουργείο Δικαιοσύνης –ένα σχέδιο ενίσχυσης του θεσμού της δικαστικής μεσολάβησης, της μεσολάβησης μεταξύ των διαδίκων μερών από δικαστή που θα έχει τα συνταγματικά εχέγγυα προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Επιδίωξή μας είναι να φιλτράρονται οι υποθέσεις που φτάνουν στο ακροατήριο, ώστε να υπάρξει άμεση αποσυμφόρηση».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ