Οσοι παρακολουθούν συστηματικά τις ελληνικές οικονομικές εξελίξεις, είχαν εντοπίσει ότι η οικονομική δραστηριότητα κατέγραψε τις χειρότερες επιδόσεις της –κοινώς έπιασε πάτο –στο τελευταίο τρίμηνο του 2015. Τότε, υπό την επίδραση των θλιβερών γεγονότων του καλοκαιριού, την επιβολή των capital controls και των άλλων υφεσιακών μέτρων, η οικονομική δραστηριότητα δοκιμάστηκε έτι περαιτέρω.
Ωστόσο, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που εκτιμούσαν ότι έπ’ αυτής της συσσωρευμένης προσαρμογής θα συγκροτηθούν βάσεις νέων προσδοκιών, ικανές να προσφέρουν αναπτυξιακές διεξόδους.
18 μήνες καθυστερήσεων
Στους 18 μήνες που ακολούθησαν, αυτές οι προσδοκίες καταπιέστηκαν από την αβελτηρία και την αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης να τηρήσει τα συμφωνηθέντα με τους εταίρους και δανειστές το καλοκαίρι του 2015.
Σε όλο το προηγούμενο διάστημα η ελληνική οικονομία και κατ’ επέκταση οι προσδοκίες για την εξέλιξή της κυριαρχήθηκαν από τις αμφιβολίες και τις αβεβαιότητες για τις δυνατότητες εφαρμογής του προγράμματος από την παρούσα κυβέρνηση.
Οι επιχειρηματικές δυνάμεις, εγχώριες και ξένες, που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα διατηρούσαν μεν προσδοκίες, αλλά δεν ήταν πεπεισμένες ότι η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα θα σηκώσει εντέλει το υπολειπόμενο βάρος της προσαρμογής.
Αντιστοίχως και οι πολίτες κατελήφθησαν από αισθήματα απογοήτευσης, καθώς έβλεπαν τα βάρη να πολλαπλασιάζονται, αλλά κανένα φως στο βάθος του τούνελ της κρίσης. Μπορεί να προσάρμοσαν τη ζωή τους στα δεδομένα της κρίσης, αλλά αμφέβαλαν για τις δυνατότητες και τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει.
Μετά την αξιολόγηση
Ετσι, από τα τέλη του 2015 και μέχρι τις αρχές του εφετινού καλοκαιριού επικράτησε ένα καθεστώς ιδιότυπης αναμονής και αναστολής συνολικά στην οικονομία. Γεγονός που αποτυπώθηκε και στα οικονομικά στοιχεία του 2016 και του εφετινού πρώτου εξαμήνου. Υπό αυτές τις συνθήκες, το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου μπορεί να πει κανείς ότι ήταν λυτρωτικό και απελευθερωτικό συνολικά για την οικονομία, παρά τα πρόσθετα βάρη που επέφερε.
Πράγμα που πλέον επιβεβαιώνεται καθημερινά από τις πρωτοβουλίες και τα γεγονότα τα οποία εξελίσσονται στον ευρύτερο χώρο της οικονομίας. Κοινή είναι η πεποίθηση ότι το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης ελευθέρωσε δυνάμεις και πυροδότησε ευρύτατο κύκλο ανασύνταξης και ανασυγκρότησης των επιχειρηματικών συμφερόντων στη χώρα.
Καταλυτικός φαίνεται να είναι ο ρόλος των διεθνών επενδυτικών σχημάτων, τα οποία εδώ και καιρό είχαν εντοπίσει ευκαιρίες στην Ελλάδα και μόλις πήραν το σήμα σταθερότητας από το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, έσπευσαν να τοποθετηθούν τόσο στα ελληνικά ομόλογα όσο και γενικότερα σε ελληνικές αξίες.
Η διεκδίκηση ελληνικών επιχειρήσεων από ξένους διευρύνεται συνεχώς το τελευταίο διάστημα. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκονται ξενοδοχεία, μεγάλα ακίνητα, μεταποιητικές μονάδες, επιχειρήσεις τροφίμων, εταιρείες εκμετάλλευσης υποδομών, αλλά και εξειδικευμένα σχήματα στους τομείς της ενέργειας, των δικτύων και των μεταφορών, θαλάσσιων και αεροπορικών, βρίσκονται στο στόχαστρο διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων.
Επιχειρήσεις έτοιμες για άλματα
Η κίνηση των ξένων φαίνεται να ενεργοποίησε και τις εγχώριες επιχειρηματικές δυνάμεις, οι οποίες το τελευταίο διάστημα δείχνουν ενεργές και δραστήριες. Ομιλοι και ισχυρές επιχειρηματικές οικογένειες που άντεξαν στα χρόνια της κρίσης είναι ισχυροποιημένοι και έτοιμοι για άλματα μεγέθυνσης.
Ο Μυτιληναίος του Αλουμινίου και της ενέργειας, οι Κανελλόπουλοι και Παπαλεξόπουλοι του Τιτάνα, ο Θεοδωρόπουλος της Τσιπίτα, οι Στασινόπουλοι της Βιοχάλκο, ο Ευριπίδης Δοντάς της κλωστοϋφαντουργίας Επίλεκτος, ο Πάνος Γερμανός με τον συνεργάτη και συνεταίρο του Κώστα Καραφωτάκη της Ολύμπια και της Σανλάιτ, ο Γιώργος Περιστέρης της ΓΕΚ – ΤΕΡΝΑ και γενικά όλος ο κύκλος των μικρότερων και λιγότερο γνωστών εξωστρεφών μεταποιητικών επιχειρήσεων της χώρας βρίσκεται τούτο τον καιρό σε κίνηση μοναδική.
Ο ευρύς αυτός κύκλος εκτιμά ότι οι οικονομικές συνθήκες θα βελτιωθούν σημαντικά το προσεχές διάστημα και θα διαμορφωθεί περιβάλλον ανασύνταξης και αναγέννησης της οικονομίας. Οι περισσότεροι εξ αυτών πιστεύουν βαθιά ότι η οικονομία αυτονομείται σε μεγάλο βαθμό, αποκτά τη δική της ανεξάρτητη δυναμική και προσφέρει μοναδική ευκαιρία ανασυγκρότησης της αναγέννησης.
Επενδύσεις και επεκτάσεις
Ενδεικτικές προς τούτο θεωρούν τις επιτυχείς εκδόσεις ομολογιακών δανείων των προηγούμενων ημερών. Μεγάλες επιχειρήσεις κατάφεραν να «σηκώσουν» οι ίδιες χρήματα από την αποταμιευτική αγορά, ξεπερνώντας την αδυναμία των τραπεζών να χορηγήσουν δάνεια.
Το γεγονός ότι επέτυχαν χαμηλά επιτόκια και το σημαντικότερο, ότι δεκάδες χιλιάδες αποταμιευτές εμπιστεύτηκαν τα ομόλογα των επιχειρήσεων, δηλώνει τη μεταβολή των συνθηκών. Κατά κοινή παραδοχή οι επιχειρήσεις που επέζησαν είναι υγιέστερες, ισχυρότερες, ανταγωνιστικότερες και δυνάμενες να σταθούν στο εξωτερικό. Γι’ αυτό και σπεύδουν να τοποθετηθούν και να εκμεταλλευθούν το νέο περιβάλλον. Πυκνώνουν έτσι οι συνεργασίες και οι διεκδικήσεις και μαζί τα σχέδια για επενδύσεις και επεκτάσεις.
Επιπρόσθετα, θεωρούν ότι οφείλουν να διεκδικήσουν ενεργότερο ρόλο στα δημόσια πράγματα της χώρας, να απαιτήσουν σταθερότερες οικονομικές συνθήκες, αναγνώριση του ρόλου και βεβαίως συμμετοχή στη διαμόρφωση του νέου, μετά την κρίση, παραγωγικού μοντέλου.
Δεν είναι τυχαίο ότι έναντι των επερχομένων αναπτύσσεται έντονος διάλογος μεταξύ των βιομηχάνων για τον ρόλο του μεταποιητικού τομέα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υπερασπίζονται μετά πάθους την ελληνική παραγωγή και άλλοι που θεωρούν παρωχημένη την προσέγγιση με το επιχείρημα ότι η σύγχρονη επιχειρηματική δραστηριότητα δεν είναι μονοσήμαντη, αλλά μπορεί να ενσωματώνει ταυτόχρονα τόσο τις υπηρεσίες όσο και τις νέες τεχνολογίες.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι στη βάση γεφύρωσης αυτών των διαφορών θα υπάρξουν προσεχώς νέες πολυσήμαντες εκπροσωπήσεις, πολύ πιο δυναμικές από τις υπάρχουσες. Οπως και να έχει πάντως, είναι βέβαιο ότι οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι προσβλέπουν σε μεγάλη αλλαγή του οικονομικού πεδίου και επιδιώκουν ρόλο πρωταγωνιστή και όχι φτωχού συγγενή των ξένων ομίλων που σπεύδουν να κερδίσουν μερίδια και να αποκτήσουν αυτοί τον πρώτο λόγο στα ελληνικά πράγματα.
Εγκλωβισμένες τράπεζες
Ασθενής κρίκος στην αλυσίδα οικονομικής αναγέννησης και ανασυγκρότησης θεωρούνται οι βραδυπορούσες και εγκλωβισμένες στα «κόκκινα» δάνεια τράπεζες. Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες αντιμετωπίζονται ως δυσκίνητοι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί με φοβισμένες, χωρίς έμπνευση και ευελιξία, διοικήσεις.
Οι δικαστικές εκκρεμότητες που τους ακολουθούν από την προηγούμενη προβληματική περίοδο καθιστούν διστακτικές τις διοικήσεις τους στην ανάληψη ρίσκου, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να παρακολουθήσουν το κύμα αναγέννησης της οικονομίας.
Αυτή τη στιγμή, δεν είναι οι ίδιες χρηματοδοτήσιμες, δεν είναι σε θέση να κινήσουν νέους χρηματοδοτικούς πόρους ικανούς να προσφέρουν τη μόχλευση που χρειάζεται η οικονομία.
Ουσιαστικά δεν προσφέρουν νέες χορηγήσεις, όλη τους η δραστηριότητα εξαντλείται στα παλαιά προβληματικά δάνεια, αλλά και η διαχείριση αυτών είναι φοβική, χωρίς την απαιτούμενη ταχύτητα και αποφασιστικότητα.
Οι πιέσεις Στουρνάρα
Και είναι ακριβές επίσης ότι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Ι. Στουρνάρας ασκεί εντονότατες πιέσεις προς τις διοικήσεις των τεσσάρων τραπεζών να προχωρήσουν με ταχύτητα σε αναδιαρθρώσεις και πωλήσεις δανείων, όπως πρόσφατα έπραξε η Τράπεζα Αττικής. Προειδοποιεί μάλιστα ότι σύντομα, ίσως από το φθινόπωρο, να αντιμετωπίσουν εντονότατη πίεση από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Οπως λέει χαρακτηριστικά «αν δεν υιοθετήσουν υψηλούς στόχους για τον περιορισμό των «κόκκινων» δανείων, θα υποχρεωθούν σε νέες ανακεφαλαιοποιήσεις», με ό,τι αυτό συνεπάγεται τόσο για τις ίδιες όσο και τους μετόχους τους.
Το δυστύχημα για την οικονομία είναι ότι τώρα που χρειάζεται ένα ισχυρό πιστωτικό σύστημα δεν το έχει. Και το πιθανότερο είναι ότι δεν θα το αποκτήσει σε σύντομο χρόνο, εκτός και αν οι διοικήσεις τους ξεπεράσουν φόβους και αναστολές και δράσουν όπως οι περιστάσεις επιβάλλουν.
Η Αθήνα αποκτά νέα δυναμικήΗ ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος δημιουργεί τη δική του δυναμική. Ιδιαιτέρως στην Αθήνα, η οποία εξελίσσεται σε σπουδαίο προορισμό. Οι πιο οξυδερκείς των παρατηρητών σημειώνουν ότι το ταχύτατα αναπτυσσόμενο τουριστικό ρεύμα επιδρά πολλαπλώς στην οικονομική δραστηριότητα της πρωτεύουσας. Πέραν των ξενοδοχείων, που επιτυγχάνουν ιστορικές πληρότητες τους πρώτους εφετινούς θερινούς μήνες, το πλήθος των τουριστών που κατακλύζει την Αθήνα επιδρά καθοριστικά στην αγορά των ακινήτων και επηρεάζει πλήθος άλλων εμπορικών δραστηριοτήτων. Ηδη το ΑΤΤΙΚΑ καταγράφει αύξηση πωλήσεων κατά 14%, προερχόμενη κυρίως από ξένους τουρίστες. Αντιστοίχως βλέπουν τις πωλήσεις τους να εκτινάσσονται τα κοσμηματοπωλεία και τα ακριβά καταστήματα του κέντρου της Αθήνας.
Κορεσμός στο κέντρο
Λόγω του ισχυρού τουριστικού ρεύματος επίσης αξιοποιούνται τα ακίνητα περιοχών του κέντρου, ιδιαιτέρως εκείνων που βρίσκονται κοντά σε στάσεις του μετρό και στους αρχαιολογικούς χώρους.
Στο Κουκάκι, στο Παγκράτι, στα Πετράλωνα και αλλού δεν βρίσκεις πια σπίτι ξενοίκιαστο, καθώς οι ιδιοκτήτες τους έχουν μετατραπεί σε μικρούς ξενοδόχους μέσω της διεθνούς πλατφόρμας RBNB, η οποία επιτρέπει την ενοικίαση κατοικιών από μακριά. Επιπλέον, το πλήθος των τουριστών οδήγησε σε κορεσμό την Πλάκα, με αποτέλεσμα το παλαιό ιστορικό κέντρο να μετακινείται προς το Θησείο, το Γκάζι και να διευρύνεται προς την Ομόνοια, την πλατεία Βάθης και το Αρχαιολογικό Μουσείο.
Η αλυσίδα εστίασης και διασκέδασης για τους τουρίστες μεγαλώνει και απλώνεται ακόμη και προς την υποβαθμισμένη έως τώρα ζώνη της πλατείας Καραϊσκάκη και του Μεταξουργείου.
Ακόμη οι πιο διορατικοί βλέπουν κίνηση της αλυσίδας διασκέδασης προς τον Νότο. Κατά τις εκτιμήσεις ορισμένων, η λεωφόρος Συγγρού θα ζήσει δόξες μεγάλης ανάπτυξης και γενικά σταδιακά το διευρυνόμενο τουριστικό ρεύμα θα κινείται προς το πανέμορφο παραλιακό μέτωπο, από το Φάληρο ως τη Βουλιαγμένη.
Αν μάλιστα εξελιχθούν γρήγορα οι αναδιαμορφώσεις του Ελληνικού, των Αστεριών της Γλυφάδας και η αναγέννηση του Αστέρα της Βουλιαγμένης, η τουριστική οικονομία της πρωτεύουσας θα λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις.
Αυξανόμενο κύμα τουριστών
Η αλήθεια είναι πάντως ότι το 2016 οι διανυκτερεύσεις τουριστών στην Αθήνα ξεπέρασαν τα 16 εκατομμύρια και με τον ρυθμό που πάνε υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν τα 50 εκατομμύρια το 2021.
Ενδεικτική των τάσεων για την εξέλιξη του τουριστικού ρεύματος στην πρωτεύουσα είναι η κίνηση του αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος». Ηδη οι επιβάτες του ξεπέρασαν τα 20 εκατομμύρια και γι’ αυτόν τον λόγο ενεργοποίησε νέο τέρμιναλ, με σκοπό να διευρύνει τις δυνατότητες υποδοχής 26 εκατομμυρίων επιβατών. Εκτιμάται ότι σε τρία χρόνια θα έχει υπερκαλυφθεί και αυτός ο αριθμός και για αυτόν τον λόγο η διοίκηση του αεροδρομίου προετοιμάζεται για την κατασκευή και τέταρτου. Αν επιβεβαιωθεί η πρόβλεψη για εκτίναξη στα 50 εκατομμύρια των διανυκτερεύσεων το 2021 στην Αθήνα, μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο θα επηρεαστεί η οικονομική ζωή της πρωτεύουσας.
Σύμφωνα με μετριοπαθείς υπολογισμούς, η υπεραύξηση του τουριστικού ρεύματος μπορεί να δημιουργήσει 500.000 θέσεις εργασίας στην Αθήνα. Το ερώτημα που τίθεται βεβαίως είναι αν η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται αυτές τις προοπτικές και αν ναι, γιατί καθυστερεί την προώθηση μεγάλων επενδύσεων σε τουριστικές υποδομές, όπως αυτή του Ελληνικού;