Αντίστροφη μέτρηση για έξοδο στις αγορές

Τι σύμπτωση, τη Δευτέρα λήγει το τριετές ομόλογο (2,1 δισ. ευρώ) που είχε εκδοθεί στις 17 Ιουλίου 2014 επί κυβερνήσεως Σαμαρά. Ακριβώς τρία χρόνια μετά η οικονομική ηγεσία του τόπου - το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και η Τράπεζα της Ελλάδος - έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα.

Τι σύμπτωση, τη Δευτέρα λήγει το τριετές ομόλογο (2,1 δισ. ευρώ) που είχε εκδοθεί στις 17 Ιουλίου 2014 επί κυβερνήσεως Σαμαρά. Ακριβώς τρία χρόνια μετά η οικονομική ηγεσία του τόπου –το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και η Τράπεζα της Ελλάδος –έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα.
Το πρώτο υποστηρίζει την «εδώ και τώρα» επιστροφή της χώρας στις αγορές όπου επικρατεί θετικό mood για την Ελλάδα και το δεύτερο συνιστά «υπομονή και ψυχραιμία» για δύο ή τρεις μήνες ακόμη.
Παρά όμως τις διαφωνίες, φαίνεται ότι «ο κύβος ερρίφθη» και τις επόμενες ημέρες –ίσως και τη Δευτέρα –η Ελλάδα θα επιστρέψει δοκιμαστικά στις αγορές με την έκδοση πενταετούς ομολόγου ύψους 2-3 δισ. ευρώ.Δεδομένου ότι ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης το τελευταίο τριήμερο βρισκόταν στο Λονδίνο, όπου είχε επαφές με επενδυτικούς οίκους, οι πληροφορίες διέρρευσαν.
Την Παρασκευή η ηλεκτρονική έκδοση της «Rheinische Post» είχε εκτενές ρεπορτάζ για το σχέδιο επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές, στο οποίο σημείωνε: «Τρία χρόνια μετά την τελευταία έκδοση η Αθήνα σχεδιάζει τώρα ένα νέο ομόλογο. Εγκαίρως, πριν από το τέλος του προγράμματος, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) θέλει να τεστάρει την όρεξη των επενδυτών για νέα ελληνικά χρεόγραφα. Συζητείται η έκδοση πενταετούς ομολόγου με όγκο περίπου 2 δισ. ευρώ».
Κατά τις εκτιμήσεις των αναλυτών η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει επιτόκια μεταξύ 4% και 5% για να αντλήσει φρέσκο χρήμα από τις κεφαλαιαγορές, που είναι τετραπλάσιο από το κόστος των δανείων της ευρωπαϊκής βοήθειας.

Ωστόσο η ανάγκη αποτύπωσης του πραγματικού κόστους δανεισμού και η διαμόρφωση καμπύλης επιτοκίων για τα ελληνικά ομόλογα προκειμένου η χώρα να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της μετά το καλοκαίρι του 2018 που λήγει το τρίτο Μνημόνιο απαιτεί προετοιμασία.

Αλλωστε, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί της διαχείρισης του δημοσίου χρέους, η Πορτογαλία και η Κύπρος προετοιμάστηκαν –βγήκαν στις αγορές –12-14 μήνες πριν από το τέλος των μνημονιακών υποχρεώσεων.
Την έναρξη των προετοιμασιών για επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές είχε προαναγγείλει με δηλώσεις του την περασμένη Τετάρτη και ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις, επισημαίνοντας πως «πρέπει να τεστάρουμε τις αγορές και να διασφαλίσουμε ότι υπάρχει εμπιστοσύνη».
Οπως ανέφερε σε συνέντευξή του, «κανονικά η επιστροφή πρέπει να γίνει με το τέλος του προγράμματος το 2018, ωστόσο οι χώρες που ήταν σε προγράμματα προσπάθησαν να επιστρέψουν στις αγορές από πριν. Ετσι οι προεργασίες θα ξεκινήσουν λίγο-πολύ τώρα».

Οι επιφυλάξεις Στουρνάρα
Βέβαια στην προσπάθεια που αναμένεται να εκδηλωθεί υπάρχει η σκιά των δηλώσεων του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος στις αρχές της περασμένης εβδομάδας υποστήριξε ότι η χώρα δεν χρειάζεται να βιαστεί να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων, καλώντας την κυβέρνηση να επικεντρωθεί στις ιδιωτικοποιήσεις, προκειμένου να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών
Απαντώντας σε ερώτηση της «Wall Street Journal» για το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας στις αγορές, είπε χαρακτηριστικά:

«Νομίζω πως είναι λίγο νωρίς. Θεωρώ ότι θα ήταν ακόμη καλύτερο εάν, για παράδειγμα, η Ελλάδα δρομολογούσε δύο ή τρεις εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις στο επόμενο διάστημα. Αυτό θα βοηθούσε περισσότερο για την έξοδο στις αγορές αργότερα»
.
Ερωτηθείς από «Το Βήμα» ο κ. Στουρνάρας είπε ότι προέχει να γίνουν «κινήσεις ουσίας». Δεν θα χάσουμε τίποτε αν βγούμε δύο-τρεις μήνες αργότερα και αφού προηγηθεί η απόφαση του ΔΝΤ για συμμετοχή του στο πρόγραμμα. Στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων σε εκκρεμότητα υπάρχει η πώληση της συμμετοχής του Δημοσίου στον ΟΤΕ, το ποσοστό του Δημοσίου στο «Ελ. Βενιζέλος», άλλων περιφερειακών αεροδρομίων αλλά και επιχειρήσεων από τον χώρο της ενέργειας.

«’Η τώρα ή μετά την τρίτη αξιολόγηση»
Τα επιχειρήματα όμως της άλλης πλευράς και των ανθρώπων που προετοιμάζουν συστηματικά και μεθοδικά την έκδοση του ομολόγου ήταν ισχυρά:

1.
Η Ελλάδα έκλεισε την αξιολόγηση και οι αγορές υποδέχθηκαν θετικά την απόφαση του Eurogroup.
Το κόστος δανεισμού των δεκαετών ομολόγων όσο και των διετών ομολόγων είναι σήμερα στο χαμηλότερο επίπεδο από το φθινόπωρο του 2009 και τον χειμώνα του 2010, δηλαδή προτού η χώρα αποκλειστεί από τις αγορές και μπει στα μνημόνια.

2.
Η στιγμή είναι κατάλληλη, καθώς προβλέπεται ότι η αγορά των ομολόγων εισέρχεται –αν δεν βρίσκεται ήδη –σε περίοδο αύξησης των επιτοκίων.

3.
Αν περιμένουμε δύο-τρεις μήνες, δεν θα αλλάξει το αφήγημα για την ελληνική οικονομία παρά μόνο αν ολοκληρωθεί και η τρίτη αξιολόγηση.
Με αυτά τα επιχειρήματα έγκυρες πηγές τονίζουν ότι «η Ελλάδα έχει δύο ευκαιρίες να επιστρέψει στις αγορές. Ή τώρα ή μετά την τρίτη αξιολόγηση». Κι όπως φαίνεται, επικράτησε η πρώτη άποψη.
Στην εξέλιξη αυτή βοήθησε και η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εισηγηθεί την έξοδο της Ελλάδας από την αυστηρή επιτήρηση που προβλέπει η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Επίσης η συγκυρία είναι ευνοϊκή από πλευράς υποχρεώσεων. Μετά τις πληρωμές του τριετούς ομολόγου που εκδόθηκε το 2014 και των ομολόγων που κατέχουν η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης (3,9 δισ. ευρώ) από τη δόση των 7,7 δισ. ευρώ, ως το τέλος του 2018, δηλαδή τον επόμενο ενάμιση χρόνο, οι λήξεις δανείων και ομολόγων είναι μόλις 1,85 δισ. ευρώ!
Η πλήρης έξοδος στις αγορές θα αποκατασταθεί –αν όλα πάνε καλά –τον Αύγουστο του 2018 που λήγει το πρόγραμμα. Στους υποστηρικτές της επανόδου της Ελλάδας στις αγορές βρέθηκαν ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, ο οποίος με επανειλημμένες δηλώσεις του τις τελευταίες εβδομάδες συνέστησε στην κυβέρνηση να προετοιμαστεί σταδιακά και εγκαίρως για την έξοδο στις αγορές, μέσω δοκιμαστικών εκδόσεων, αλλά και να υλοποιήσει το ταχύτερο τις διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία για τις οποίες έχει δεσμευθεί.
Στην τελευταία συνέντευξή του στην «Handelsblatt» εξέφρασε μάλιστα την πεποίθηση ότι «η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί τέταρτο Μνημόνιο εφόσον η κυβέρνηση παραμείνει σε τροχιά μεταρρυθμίσεων».


ΔΝΤ: Το χρέος δεν είναι βιώσιμο

Αξιοσημείωτη είναι η δήλωση του Πόουλ Τόμσεν, ο οποίος παρότι έχει συντάξει μια ιδιαίτερα αρνητική έκθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους που θα παρουσιάσει στις 20 του μηνός στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ, σε δηλώσεις του στο Ντουμπρόβνικ της Κροατίας χαρακτήρισε «καλοδεχούμενη την επάνοδο της Ελλάδας στις αγορές».

Στην έκθεση του Ταμείου καταγράφεται η πρόθεση για συμμετοχή στο ελληνικό πρόγραμμα με ποσό έως δύο δισ. δολάρια μέχρι τον Αύγουστο του 2018, τα οποία όμως θα εκταμιευθούν εφόσον ζητηθούν από την Ελλάδα και εφόσον στο μεταξύ έχει γίνει από τους Ευρωπαίους η ρύθμιση του χρέους.
Οπως τόνισε ο κ. Τόμσεν, «αυτό γίνεται για να δημιουργηθούν οι συνθήκες ώστε η Ελλάδα να σταθεί μόνη της, χωρίς να χρειάζεται το ΔΝΤ και τον ESM και να έχει ξανά πρόσβαση στις αγορές. Αυτό επιδιώκουμε να πετύχουμε».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.